• Η αναιτιολόγητη εξαίρεση της Ρόδου με μοναδικό κριτήριο το πληθυσμιακό, συντηρεί την ασφυκτική οικονομική κατάσταση που βιώνουν τα νοικοκυριά • Με το 24% ΦΠΑ σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες, το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται ουσιαστικά κατά εκατοντάδες ευρώ κάθε μήνα
Η Ρόδος και τα Δωδεκάνησα συγκαταλέγονται στις ακριβότερες περιοχές της χώρας, με κόστος ζωής που υπερβαίνει τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με την Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. στις τιμές καταναλωτικών αγαθών, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει το Νότιο Αιγαίο ανάμεσα στις περιφέρειες με τις υψηλότερες δαπάνες νοικοκυριών. Παράλληλα, η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει ότι η Ρόδος και η Κως καταγράφουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην αγορά ακινήτων.
Σε αυτή την εικόνα, η αναιτιολόγητη παραμονή της Ρόδου στον συντελεστή ΦΠΑ 24%, αφού δεν συμπεριλήφθηκε στο καθεστώς των μειωμένων συντελεστών με μοναδικό κριτήριο το πληθυσμιακό, συντηρεί την ασφυκτική οικονομική κατάσταση που βιώνουν τα νοικοκυριά.
Σήμερα μόνο η Κως και η Λέρος εφαρμόζουν μειωμένους συντελεστές, λόγω της λειτουργίας δομών φιλοξενίας προσφύγων. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι από την 1η Ιανουαρίου 2026 θα επανέλθει το μέτρο σε ορισμένα μικρά νησιά, όχι όμως στη Ρόδο. Αυτό σημαίνει ότι το μεγαλύτερο νησί των Δωδεκανήσων θα συνεχίσει να λειτουργεί με το ανώτατο ποσοστό φορολογίας.
Η απόφαση έχει προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς η Ρόδος είναι το διοικητικό και εμπορικό κέντρο της Δωδεκανήσου. Νοσοκομεία, διαγνωστικά κέντρα, δημόσιες υπηρεσίες και μεγάλες αγορές αναγκάζουν τους κατοίκους από τη Σύμη, την Τήλο, τη Χάλκη ή το Καστελλόριζο να μετακινούνται συχνά στη Ρόδο για αγορές και υπηρεσίες. Οι συναλλαγές τους γίνονται σε τιμές με 24% ΦΠΑ, άρα το βάρος δεν αφορά μόνο στους Ροδίτες αλλά και στους κατοίκους των γύρω νησιών.
Το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος καταναλώνεται σε στέγαση και βασικά είδη. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο μέσος καθαρός μισθός στο Νότιο Αιγαίο κυμαίνεται γύρω στα 1.100 ευρώ. Ο Spitogatos Index καταγράφει για το 2025 μέσο ενοίκιο 600-650 ευρώ για κατοικία 70-80 τ.μ. στη Ρόδο, αυξημένο κατά 9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Το κόστος αυτό απορροφά σχεδόν το 40% του μηνιαίου εισοδήματος.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει ότι οι τιμές ακινήτων στο Νότιο Αιγαίο ακολουθούν σταθερά ανοδική πορεία, με τη Ρόδο και την Κω να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις. Για τους μόνιμους κατοίκους και τους εποχικούς εργαζόμενους στον τουρισμό, η στέγη αποτελεί πλέον τον βασικότερο παράγοντα πίεσης.
Οι δαπάνες για τρόφιμα και καύσιμα ενισχύουν το βάρος. Η Eurostat καταγράφει ότι τα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά στο Νότιο Αιγαίο κοστίζουν περίπου 10% περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Στη Ρόδο, το ψωμί τιμάται γύρω στα 2,20 ευρώ το κιλό και το γάλα 1,50 ευρώ το λίτρο, όταν στη Μάλτα οι τιμές είναι 1,70 και 1,20 ευρώ αντίστοιχα. Η τιμή της βενζίνης κυμαίνεται στα 1,90 ευρώ το λίτρο, έναντι 1,70 στη Σαρδηνία και 1,60 στη Μάλτα. Η μετακίνηση με αυτοκίνητο είναι σχεδόν απαραίτητη σε ένα νησί με μεγάλες αποστάσεις και περιορισμένες συγκοινωνίες, άρα το αυξημένο κόστος καυσίμων μετατρέπεται σε σταθερή δαπάνη.
Η σύγκριση με τη Μάλτα και τη Σαρδηνία είναι ενδεικτική, καθώς πρόκειται για μεσογειακές νησιωτικές περιοχές με ανάλογη εξάρτηση από τον τουρισμό και υψηλό μεταφορικό κόστος. Εκεί, όμως, οι μισθοί είναι υψηλότεροι. Στη Μάλτα ο μέσος καθαρός μισθός προσεγγίζει τα 1.600 ευρώ και στη Σαρδηνία τα 1.450 ευρώ, όταν στο Νότιο Αιγαίο είναι 1.100 ευρώ. Έτσι, το ίδιο καλάθι αγαθών και υπηρεσιών απορροφά μεγαλύτερο ποσοστό εισοδήματος στη Ρόδο σε σχέση με άλλες περιοχές της Μεσογείου.
Για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά στη Ρόδο, με συνολικό καθαρό εισόδημα 2.200 ευρώ τον μήνα, η στέγη κοστίζει περίπου 620 ευρώ, τα τρόφιμα γύρω στα 400 ευρώ, τα καύσιμα και οι μετακινήσεις 150 ευρώ, οι λογαριασμοί ενέργειας 200 ευρώ και οι λοιπές δαπάνες (ένδυση, σχολικά, υγεία) άλλα 300 ευρώ. Το άθροισμα φθάνει τα 1.670 ευρώ, χωρίς να υπολογιστούν έκτακτες ανάγκες. Με το 24% ΦΠΑ σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες, το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται ουσιαστικά κατά εκατοντάδες ευρώ κάθε μήνα. Στη Μάλτα ή τη Σαρδηνία, με υψηλότερους μισθούς και χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση σε βασικά αγαθά, το ίδιο καλάθι κοστίζει μικρότερο ποσοστό του εισοδήματος.
Η εικόνα δεν περιορίζεται στις δαπάνες των νοικοκυριών. Οι μικρές επιχειρήσεις της Ρόδου αναφέρουν ότι το υψηλό λειτουργικό κόστος περιορίζει την ανταγωνιστικότητά τους απέναντι σε άλλους προορισμούς της Μεσογείου. Οι ανατιμήσεις σε τρόφιμα, ενέργεια και ενοίκια, σε συνδυασμό με τον ανώτατο συντελεστή ΦΠΑ, συμπιέζουν τα περιθώρια κέρδους. Η επιβάρυνση αυτή καταλήγει να πληρώνεται από τον καταναλωτή, είτε είναι μόνιμος κάτοικος είτε επισκέπτης.
Σε άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες έχουν εφαρμοστεί διαφορετικές πολιτικές. Στα Κανάρια Νησιά ισχύει τοπικός φόρος 7%, ενώ στη Μαδέρα και στις Αζόρες η Πορτογαλία εφαρμόζει μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ. Στη Ρόδο, παρά τις ανάλογες δυσκολίες νησιωτικότητας και μεταφορικού κόστους, δεν υπάρχει καμία αντίστοιχη πρόβλεψη. Η συνέπεια είναι ότι οι κάτοικοι πληρώνουν ακριβότερα για τις ίδιες ανάγκες, με χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα.
Η συνολική εικόνα δείχνει ότι το 24% ΦΠΑ λειτουργεί ως μόνιμη μείωση εισοδήματος για τους κατοίκους της Ρόδου και των Δωδεκανήσων. Κάθε αγορά, από το σούπερ μάρκετ μέχρι το πρατήριο καυσίμων, επιβαρύνεται με τον ανώτατο συντελεστή, την ώρα που σε άλλες ευρωπαϊκές νησιωτικές περιοχές έχουν αναγνωριστεί οι ιδιαίτερες συνθήκες και ισχύουν χαμηλότεροι φόροι. Για τα νοικοκυριά, αυτό σημαίνει ότι οι αποδοχές εξαντλούνται ταχύτερα και η καθημερινότητα γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Η Ρόδος παραμένει ακριβή όχι μόνο για τους μόνιμους κατοίκους της αλλά και για τους κατοίκους των μικρών νησιών που εξυπηρετούνται από αυτήν. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι προσπάθειες των τοπικών φορέων και των βουλευτών ευοδωθούν ώστε να ισχύσει και στη Ρόδο η μείωση του ΦΠΑ προς όφελος όλων των νησιών της Δωδεκανήσου ή αν η κυβέρνηση θα αγνοήσει τις εκκλήσεις και τις πιέσεις, συντηρώντας μια αδικία που έχει διαχρονικά σοβαρές επιπτώσεις στο κόστος ζωής, στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και στην καθημερινότητα των πολιτών.















