Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω έγινε εν μέρει δεκτή ανακοπή κατά πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδονταν από εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, επί τη βάσει διαταγής πληρωμής του 2022. Το δικαστήριο ακύρωσε την επιταγή προς πληρωμή, καθώς και την αναγκαστική κατάσχεση και την ανάρτηση πλειστηριασμού, λόγω αοριστίας του εκτελεστού τίτλου.
Την υπόθεση χειρίστηκε η δικηγόρος κ. Μαρίνα Κρανίτη της δικηγορικής εταιρείας «Τσέρκης και Συνεργάτες» εκπροσωπώντας την ανακόπτουσα.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, η οποία ενεργεί για λογαριασμό αλλοδαπού fund, είχε προχωρήσει στην έκδοση διαταγής πληρωμής (αρ. 283/2022) στηριζόμενη σε σύμβαση στεγαστικού δανείου του 2007. Η απαίτηση που επικαλέστηκε ανερχόταν σε 416.927,21 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, από συνολική οφειλή άνω των 813.000 ευρώ.
Ακολούθησε επιταγή προς πληρωμή και εν συνεχεία, στις 9 Δεκεμβρίου 2024, συντάχθηκε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης σε ακίνητη περιουσία της οφειλέτριας, η οποία περιελάμβανε κατοικία στην Κάλυμνο. Ο πλειστηριασμός είχε προσδιοριστεί για τις 30 Ιουλίου 2025.
Η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής είχε εκδοθεί χωρίς επαρκή αιτιολόγηση του επί μέρους προσδιορισμού των επιμέρους κονδυλίων (τόκοι, κεφάλαιο, έξοδα κ.ά.) που συνιστούσαν το αιτούμενο ποσό, με αποτέλεσμα το δικαστήριο να θεωρήσει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για νόμιμη εκτέλεση.
Η απόφαση του δικαστηρίου
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Κω, με βάση τη δικογραφία και την επιχειρηματολογία των πληρεξουσίων δικηγόρων, έκρινε ότι η ανακοπή είναι εμπρόθεσμη και νόμιμη. Προχώρησε δε σε ουσιαστική εξέταση του πρώτου λόγου της ανακοπής, τον οποίο έκανε δεκτό, κρίνoντας ότι:
• Η επιταγή προς πληρωμή και η αναγκαστική κατάσχεση βασίστηκαν σε διαταγή πληρωμής που δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις εκτελεστότητας.
• Το ζητούμενο ποσό αποτελούσε μέρος μεγαλύτερης απαίτησης χωρίς επαρκή προσδιορισμό των κονδυλίων.
• Δεν υπήρξε αναλογική ή ειδική κατανομή επί του συνόλου της αρχικής οφειλής.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, για να καταστεί εκτελεστός ένας τίτλος, πρέπει η απαίτηση να είναι «εκκαθαρισμένη», δηλαδή σαφώς καθορισμένη ως προς το είδος και το ποσό της. Η απουσία αυτής της εκκαθάρισης καθιστά άκυρη την αναγκαστική εκτέλεση.
Κατά συνέπεια, το δικαστήριο:
• Ακύρωσε την επιταγή προς πληρωμή από 13/2/2024,
• Ακύρωσε την έκθεση κατάσχεσης και την εγγραφή στην πλατφόρμα πλειστηριασμών,
• Επέβαλε τα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας στην καθ’ ης η ανακοπή, ποσού 400 ευρώ.
Η απόφαση, αν και δεν αμφισβητεί τη δυνατότητα να ζητείται διαταγή πληρωμής για μέρος μιας απαίτησης, επισημαίνει ότι και σε αυτές τις περιπτώσεις ο νόμος απαιτεί προσδιορισμό των επιμέρους ποσών που τη συγκροτούν. Δεν αρκεί η αναφορά σε «μέρος της συνολικής οφειλής» χωρίς διακριτή ανάλυση.
Το δικαστήριο, με σαφή αναφορά στην πάγια νομολογία, επανέλαβε ότι ακόμα και δικονομικές διευκολύνσεις για τη μείωση κόστους (όπως ο περιορισμός του αιτήματος) δεν αίρουν την υποχρέωση εκκαθάρισης της απαίτησης.
Η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω συνιστά εφαρμογή του κανόνα ότι οι πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης πρέπει να στηρίζονται σε πλήρως εκτελεστούς τίτλους. Η υπόθεση αναδεικνύει τη σημασία του τυπικού ελέγχου σε ζητήματα αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και τον ρόλο της ανακοπής ως μέσου προστασίας του οφειλέτη.
Ακυρώθηκε διαταγή πληρωμής και κατάσχεση ακινήτου από το Μονομελές Πρωτοδικείο Κω
