Ειδήσεις

Το casus belli στο παζάρι για τους εξοπλισμούς

Στο τραπέζι τίθεται από την Αθήνα η άρση του τουρκικού casus belli, καθώς μπορεί να συνδεθεί με την πιθανότητα συνεργασίας της Αγκυρας με την Ε.Ε. για την Ευρωπαϊκή Αμυνα, όπως ανέφερε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι η όποια συμφωνία της Τουρκίας με την Ε.Ε. θα πρέπει να τύχει ομοφωνίας, αφού εμπίπτει στον τομέα των εμπορικών συναλλαγών, ενώ πρόσθεσε πως θα θέσει το ζήτημα και στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Το τουρκικό casus belli στο τραπέζι από την Αθήνα
Των Βασίλη Νέδου, Μανώλη Κωστίδη

Η άρση του casus belli μπορεί να συνδεθεί με την πιθανότητα της συνεργασίας της Τουρκίας με την Ε.Ε. για την ευρωπαϊκή άμυνα, ανέφερε χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ (στους Β. Χιώτη και Ν. Παπαδόπουλο), υπονοώντας μάλιστα ότι θα το θέσει και εκ του σύνεγγυς στη συνάντηση που θα έχει με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος υπογράμμισε ότι έχει αναπτύξει μια «καλή επικοινωνία» με τον κ. Ερντογάν, δεν προσδιόρισε ημερομηνία διεξαγωγής του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ), εμφανίστηκε ωστόσο πρόθυμος να εξηγήσει στον πρόεδρο της Τουρκίας την κατάσταση. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο άνδρες δεν αποκλείεται να έχουν ένα τετ α τετ και στα τέλη Ιουνίου, όταν θα πραγματοποιηθεί στη Χάγη η σύνοδος κορυφής του NATO.

Τι λέει το κείμενο του Safe για την ευρωπαϊκή άμυνα
Συγκεκριμένα, χθες ο πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι η όποια συμφωνία της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να τύχει ομοφωνίας, καθώς εμπίπτει, με την ευρεία έννοια, στον τομέα των εμπορικών συναλλαγών. Ουσιαστικά ο κ. Μητσοτάκης παραπέμπει στις λεκτικές διατυπώσεις που περιλαμβάνονται στο τελικό κείμενο του υπό έγκριση κανονισμού Safe και η ανάγνωσή τους παραπέμπει στο άρθρο 212 της συνθήκης λειτουργίας της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ) περί ομοφωνίας στη λήψη αυτών των αποφάσεων.

Ο πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι η όποια συμφωνία της Τουρκίας με την Ε.Ε. για τα χρηματοδοτικά εργαλεία της ευρωπαϊκής άμυνας θα πρέπει να τύχει ομοφωνίας.
«Υπάρχει και μια πρόβλεψη», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης, «η οποία δεν έχει αναδειχθεί επαρκώς, ότι για να μπορέσει η Ε.Ε. να συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με τρίτο κράτος-μέλος, υποψήφιο εν προκειμένω, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη όλων των κρατών-μελών». Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως «είναι σαφές ότι αν η Τουρκία επιθυμεί να μπει στα χρηματοδοτικά εργαλεία της ευρωπαϊκής άμυνας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι δικαιολογημένοι προβληματισμοί και της Ελλάδας και της Κύπρου». Και σημείωσε τα εξής: «Για να γίνω πιο συγκεκριμένος και πιο σαφής: είναι 30 χρόνια από τότε που η τουρκική Εθνοσυνέλευση ψήφισε το περιβόητο casus belli. Νομίζω ότι, 30 χρόνια μετά, έχει έρθει η ώρα να ζητήσουμε ευθέως από τους Τούρκους φίλους μας να το βγάλουν από το τραπέζι». Ο πρωθυπουργός είπε, χαρακτηριστικά, ότι «δεν γίνεται από τη μια να διεκδικείς να μπεις σε ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία και από την άλλη να εξακολουθεί να υπάρχει μια απόφαση η οποία απειλεί, ουσιαστικά, μια ευρωπαϊκή χώρα με πόλεμο, αν κάνει κάτι το οποίο έχει νόμιμο δικαίωμα να κάνει».

«Παράθυρο» για συμμετοχή της Τουρκίας στην άμυνα της Ε.Ε.
Προϊόν συμβιβασμού
Οι δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη καταγράφονται λίγες ημέρες πριν από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων (ΣΓΥ) της 27ης Μαΐου, που θα επικυρώσει τον κανονισμό Safe, όπως αυτός συμφωνήθηκε στο τελευταίο συμβούλιο των μόνιμων αντιπροσώπων (Coreper). Στο κείμενο που υιοθετήθηκε καταγράφηκε μόνο μια φορά ο όρος «ομονοούντες» («like minded»), καθώς είχαν προηγηθεί αρκετές συζητήσεις για την αναγκαιότητα συμπερίληψής του. Η τελική αναφορά –έστω αυτή τη μία φορά– στο κείμενο του μηχανισμού Safe υπήρξε προϊόν συμβιβασμού. Επιπλέον, οι νομικές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης είχαν αντιδράσει νωρίτερα αρκετές φορές για το ενδεχόμενο να εισαχθεί το άρθρο 212 ΣΛΕΕ, για λόγους που συνδέονται με ερμηνεία κάποιων χωρίων της συμφωνίας. Σε κάθε περίπτωση ο μηχανισμός Safe ήταν γνωστό ευθύς εξαρχής ότι επρόκειτο να υιοθετηθεί με ειδική πλειοψηφία (QMV) και όχι ομοφωνία, γεγονός που επί του πρακτέου η Αθήνα δεν μπορούσε να επηρεάσει. Επί της ουσίας, πάντως, η Αγκυρα δεν πρόκειται να επιχειρήσει τη συμμετοχή της στα προγράμματα ανάπτυξης της ευρωπαϊκής άμυνας με κάποια διακριτή συμμετοχή, αλλά μέσω εταιρειών που ως εργολάβοι ή υπεργολάβοι θα βρεθούν σε κοινοπραξίες ευρύτερων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Η συγκεκριμένη πραγματικότητα είναι εκείνη που οδήγησε τους Τούρκους προ μηνών να προχωρήσουν σε επενδύσεις, όπως η αγορά της ιταλικής Piaggio από την εταιρεία Baykar, η οποία μπορεί να ανήκει στον γαμπρό του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, λογίζεται ωστόσο οργανισμός ο οποίος δεν έχει απευθείας σχέσεις με την κυβέρνηση της Τουρκίας.

Ελληνοτουρκικά: Αρχές Ιουλίου η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν
Στην Αγκυρα, πάντως, επικρατεί ικανοποίηση από τις μέχρι στιγμής εξελίξεις που αφορούν την πιθανή συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα, αν και εκφράζεται ενόχληση για τις ελληνικές προσπάθειες να την περιορίσει. Πηγές του υπουργείου Αμυνας της Τουρκίας ανέφεραν ότι «οι προσπάθειες να αγνοηθεί ο κρίσιμος ρόλος της Τουρκίας στην περιοχή και η σημασία της για την ασφάλεια της Ευρώπης είναι καταδικασμένες να αποτύχουν». Και πρόσθεταν ότι «η μεταφορά των διμερών διαφορών σε πολυμερείς πλατφόρμες και η υιοθέτηση μιας στάσης περιθωριοποίησης της χώρας μας δεν είναι ούτε καλοπροαίρετο ούτε κι ένα σώφρον βήμα». Ενώ σημείωναν ότι «ως μέλος του ΝΑΤΟ και του ΟΑΣΕ και ως υποψήφια προς ένταξη χώρα της Ε.Ε., η Τουρκία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας με την αναπτυσσόμενη αμυντική βιομηχανία της, τον σημαντικό ρόλο της στην επίλυση περιφερειακών κρίσεων και τον ισχυρό στρατό της. Θα συνεχίσουμε να εξηγούμε την ισχύ της Τουρκίας σε όσους δεν την αντιλαμβάνονται».

Οι καλοί… εξοπλισμοί κάνουν τους καλούς φίλους
Οι ίδιες πηγές κατέληγαν ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση παραμένει στρατηγικός στόχος για την Τουρκία, καθώς «η Τουρκία και η Ε.Ε. μοιράζονται μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα σε πολλούς τομείς, όπως η άμυνα και η ασφάλεια, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η πρόληψη της παράτυπης μετανάστευσης».

Ο τουρκικός Τύπος
Την ίδια στιγμή, κάποια τουρκικά ΜΜΕ, όπως η εφημερίδα «Τουρκιγιέ», περιέγραφαν ως «σκανδαλώδη» την παραίνεση του Κυριάκου Μητσοτάκη για κατάργηση του casus belli προκειμένου η Τουρκία να αποκτήσει πρόσβαση στα αμυντικά κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ σε άλλες ενημερωτικές ιστοσελίδες υποστηριζόταν ότι η Αθήνα κινητοποιήθηκε για να εμποδίσει τη συμμετοχή της Τουρκίας.

Εδώ και 30 χρόνια δύο λέξεις χαρακτηρίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις: casus belli. Αποτελεί το μεγάλο «αγκάθι» με τους γείτονες, καθώς η Τουρκία είναι το μόνο κράτος που έχει εκδώσει απειλή πολέμου εναντίον γειτονικής της χώρας και μάλιστα εναντίον συμμάχου, εάν ασκήσει νόμιμο δικαίωμά της. Απαρχή της τουρκικής απειλής αποτέλεσε η απόφαση της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, η οποία στις 8 Ιουνίου 1995 ομόφωνα εξουσιοδότησε την κυβέρνηση της Τανσού Τσιλέρ να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα, περιλαμβανομένων και των στρατιωτικών, εναντίον της Ελλάδας σε περίπτωση που επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα (αιγιαλίτιδα ζώνη) από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια.

Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις, καθώς αυτή ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης της Αγκυρας ως προς τη νόμιμη δήλωση της Ελλάδας κατά την κύρωση της σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (ν. 2321/1995), ότι επιφυλάσσεται να ασκήσει σε οιοδήποτε χρόνο το δικαίωμά της. Το casus belli της Τουρκίας ήταν σαφές από την αρχή πως συνδέεται άμεσα και με το θέμα των «γκρίζων ζωνών».

Πηγές τουρκικού ΥΠΑΜ: «Θα συνεχίσουμε να εξηγούμε την τουρκική ισχύ σε όσους δεν την αντιλαμβάνονται»
Στο «τιμόνι» της χώρας εκείνη την περίοδο βρισκόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος αμέσως μετά τη γνωστοποίηση του τουρκικού ψηφίσματος ανέλαβε να πραγματοποιήσει μια διεθνή διπλωματική εκστρατεία για την καταγγελία της τουρκικής πρόκλησης για τα 12 μίλια, προχωρώντας σε διαβήματα στους διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε.). Αυτό που είχε επισημανθεί ήταν πρωτίστως η παραβίαση του άρθρου 2.4 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ (περί αποχής από την απειλή ή χρήση βίας εναντίον άλλου κράτους). Η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε διαγνώσει τους κινδύνους που είχε η προκλητική κίνηση της Aγκυρας για τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή.

Eκτοτε η ανάκληση του casus belli περιλαμβάνεται σε όλες τις ετήσιες εκθέσεις προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και στα σχετικά ψηφίσματα του Ευρωκοινοβουλίου.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, άλλωστε, οι τουρκικές αρχές έθεσαν αρκετές βραχονησίδες και νησίδες, καθώς και τις μεταξύ αυτών θαλάσσιες περιοχές υπό καθεστώς «γκρίζων ζωνών», θεωρώντας πως αποτελούν προέκταση του εδάφους τους. Eξι μήνες μετά την απειλή πολέμου, Ελλάδα και Τουρκία δοκιμάστηκαν στο πεδίο, καθώς η κρίση των Ιμίων ήρθε να βάλει τη δική της «σφραγίδα» στις σχέσεις των δύο χωρών, με το επεισόδιο να αποτελεί αρνητικό σημείο αναφοράς ακόμη και σήμερα.

Πάγια θέση
Από εκείνη την περίοδο μέχρι και σήμερα η ελληνική κυβέρνηση επαναλαμβάνει την πάγια θέση της, ότι «ο καθορισμός της έκτασης των χωρικών υδάτων αποτελούσε εθνικό κυριαρχικό δικαίωμα, το οποίο θα ασκηθεί όταν κριθεί σκόπιμο».

Η άρση του casus belli έχει συμπεριληφθεί μεταξύ των βασικών κριτηρίων για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., στο πλαίσιο της υποχρέωσής της για πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου και της καλής γειτονίας, που αποτελεί θεμέλια αρχή πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η Ευρωπαϊκή Eνωση.

Πηγή: kathimerini.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου