Ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου προσέφυγε, όπως είχε προαναγγείλει η «δ», το Σωματείο με την επωνυμία «Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου», για την άσκηση ανακοπής κατά της αναγνώρισης ως νομίμου του «Κυνηγετικού Σκοπευτικού Συλλόγου Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ».
Μεταξύ των δύο σωματείων έχει ξεσπάσει «πόλεμος» και οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες αφού οι πληροφορίες αναφέρουν ότι θα υπάρξουν εκατέρωθεν καταγγελίες για μη χρηστή διοίκηση και όχι μόνο.
Εν πάση περιπτώσει στην αίτηση αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
“Τυγχάνουμε αναγνωρισμένος από το έτος 1976 και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικός σύλλογος, ο οποίος απαριθμεί συνολικά περίπου 2.000 μέλη, ιδρυθείς κατά τις προβλεπόμενες διατάξεις του νόμου περί σωματείων, με μη κερδοσκοπικό σκοπό και συγκεκριμένα αφενός την οργάνωση των κυνηγών της νήσου Ρόδου και τη φίλαθλο κυνηγετική κατάρτιση και προαγωγή αυτών για τη αναγκαία πειθαρχία για την εφαρμογή του Δασικού Κώδικα και αφετέρου για τη συμβολή αυτών στην προσπάθεια του κράτους για τη διατήρηση, ανάπτυξη και προστασία του θηραματικού πλούτου της χώρας. Πρόσθετα, ανάμεσα στους σκοπούς του σωματείου μας, είναι και η έκδοση των απαιτούμενων καθ’ έτος, σύμφωνα με το άρθρο 262 του ως άνω Ν.Δ., αδειών θήρας των μελών αυτού, με την υποβολή αιτήσεων για λογαριασμό των μελών και υποβολή ομαδικού ασφαλιστήριου συμβολαίου.
Υπαγόμαστε, ως κυνηγετικός σύλλογος, στην περιφέρεια της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, με ανώτερη εποπτική αρχή το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, νόμιμα εκπροσωπούμενο.
Με την υπ’ αριθμ. 60/2013 Διάταξη της Ειρηνοδίκη Ρόδου, συστήθηκε το Σωματείο με την επωνυμία «Κυνηγετικός Σκοπευτικός Σύλλογος Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ», το οποίο εδρεύει στην πόλη της Ρόδου, στους σκοπούς του οποίου περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων και «Η συγκέντρωση όλων των απαραίτητων εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση αδειών θήρας των μελών αυτού και η κατάθεσή τους στα κατά τόπους Δασαρχεία», όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 του από 10 Ιουλίου 2013 Καταστατικού αυτού.
Σύμφωνα με το Ν.Δ. 86/1969 (Δασικός Κώδικας) και ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 266 αυτού, ορίζεται ο συνολικός αριθμός κυνηγετικών συλλόγων ανά περιφέρεια Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείου ή Νομοδασαρχείου ή Δασαρχείου, οι οποίοι μπορούν να αναγνωριστούν από τον Υπουργό Γεωργίας και ήδη Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ως συνεργαζόμενοι, με κριτήριο τον συνολικό αριθμό κυνηγών – μελών αυτών και σε κάθε περίπτωση με ανώτατο δυνατό αριθμό τους πέντε (05) κυνηγετικούς συλλόγους ανά περιφέρεια, για περιφέρειες με κυνηγούς – μέλη από 3001 και άνω.
Περαιτέρω, στο ίδιο άρθρο στην παράγραφο υπό στοιχείο «ζ», προβλέπεται ότι στην έδρα των ανωτέρω κατονομαζόμενων Δασικών Αρχών, με εξαίρεση το Νομό Αττικής, δεν επιτρέπεται να αναγνωριστούν ως συνεργαζόμενοι κυνηγετικοί σύλλογοι, περισσότεροι του ενός, ανεξάρτητα από τον αριθμό των κυνηγών.
Σύμφωνα δε και με την παράγραφο υπό στοιχείο «η» του ως άνω άρθρου του Ν.Δ. 86/1969, απαγορεύεται η αναγνώριση στην ίδια πόλη, κωμόπολη ή χωριό, περισσότερων του ενός κυνηγετικού συλλόγου.
Ήδη στην περιφέρεια της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, υπάρχουν πέντε (05) αναγνωρισμένοι και συνεργαζόμενοι με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικοί σύλλογοι και συγκεκριμένα α) Ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου», β) ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Καλύμνου», γ) ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Κω», δ) ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Λέρου» και ε) ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Καρπάθου». Συνεπώς, έχει ήδη πληρωθεί ο ανώτατος αριθμός των αναγνωρισμένων και συνεργαζόμενων με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικών συλλόγων, με αποτέλεσμα, να καθίσταται αδύνατη η αναγνώριση ενός ακόμα κυνηγετικού συλλόγου από την ως άνω ανωτέρα εποπτική αρχή.
Επιπλέον, στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, η οποία βρίσκεται στη Ρόδο, υπάρχει, όπως τάσσει ο νόμος μόνο ένας αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικός σύλλογος, ήτοι ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου», ο οποίος εδρεύει στη Ρόδο, μη δυνάμενου σύμφωνα την παρ. ζ του άρθρου 266 του Δασικού Κώδικα, να αναγνωριστεί δεύτερος.
Από τα ανωτέρω, είναι προφανές, ότι οποιοδήποτε άλλο σωματείο, φέρον ή μη την επωνυμία «Κυνηγετικός Σύλλογος», με σκοπούς παρόμοιους προς το δικό μας σωματείο, το οποίο θα έχει έδρα τη Ρόδο, δεν δύναται να αναγνωριστεί από τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το ως άνω Υπουργείο κυνηγετικός σύλλογος. Συνέπεια της ανωτέρω απόλυτης αδυναμίας αναγνώρισης από την ανώτερη εποπτική αρχή είναι τα μέλη – κυνηγοί αυτού να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένοι κυνηγοί και όχι ως μέλη αναγνωρισμένου και συνεργαζόμενου κυνηγετικού συλλόγου, με τις συνέπειες που συνεπάγεται αυτό για τη διαδικασία έκδοσης της απαιτούμενης άδειας θήρας των μελών αυτού από την αρμόδια αρχή”.
Ο Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου αναφέρει ότι τυγχάνει παράνομη τυχόν συγκέντρωση όλων των απαραίτητων εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση αδειών θήρας των μελών του «Κυνηγετικού Σκοπευτικού Συλλόγου Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ» και η κατάθεσή τους στα κατά τόπους Δασαρχεία.
Επισημαίνει παραπέρα ότι ο «Κυνηγετικός Σκοπευτικός Σύλλογος Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ», δεν δύναται να αναγνωριστεί από τον Υπουργό Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το ως άνω Υπουργείο και απαγορεύεται να διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, όπως αποτελούν τα τέλη για την έκδοση ή θεώρηση της άδειας θήρας.
Ο Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου ζητά από τον Εισαγγελέα τα ακόλουθα:
“Για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην αποφυγή πρόκλησης σύγχυσης και αναστάτωσης στους κυνηγούς της Ρόδου και στην απαγόρευση διακίνησης δημοσίου χρήματος, σας καλούμε να ασκήσετε με την ιδιότητά σας, την κατ’ άρθρο 82 ΑΚ προβλεπόμενη ανακοπή κατά της υπ’ αριθμ. 60/2013 Διάταξης της Ειρηνοδίκη Ρόδου, με την οποία συστήθηκε το σωματείο με την επωνυμία «Κυνηγετικός Σκοπευτικός Σύλλογος Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ», με έδρα την πόλη της Ρόδου, με σκοπό η τελευταία να ακυρωθεί στο σύνολό της”.
Τον Κυνηγετικό Σύλλογο Ρόδου εκπροσωπεί ο δικηγόρος κ. Β. Καβουριού.














