Ελεύθερος χωρίς όρους ο τραπεζικός υπάλληλος

Ελεύθερος χωρίς όρους αφέθηκε χθες, μετά την απολογία του, με ομόφωνη απόφαση Ανακριτή και Εισαγγελέα, ένας τραπεζικός υπάλληλος που κατηγορείται σε πτυχή υπόθεσης ασφαλιστικού συµβούλου, ο οποίος καταγγέλθηκε για παρατραπεζική δραστηριότητα, εκδίδοντας εικονικά αµοιβαία κεφάλαια σε ανυποψίαστους επενδυτές.
Όπως έγραψε η “δ”, ο 41χρονος ασφαλιστικός σύµβουλος, που κατηγορείται για απάτη και υπεξαίρεση κατ΄επάγγελµα και κατά συνήθεια, µε αντικείµενο άνω των 73.000 ευρώ, φέρεται να υπεξαίρεσε από 21 πελάτες της ασφαλιστικής εταιρείας το συνολικό ποσό των 1.753.736,31 ευρώ.
Σε αυτοτελή δικογραφία, που δεν συνενώθηκε µε τις 5, για τις οποίες έχει ήδη απολογηθεί ο ασφαλιστής, µηνυτής είναι µια κάτοικος Παραδεισίου και ο σύζυγός της.
Στα πλαίσια της διενεργούµενης ανάκρισης ο ασφαλιστικός σύµβουλος, ο ταµίας της τράπεζας και η φερόµενη ως θύµα, κλήθηκαν από τον τακτικό Ανακριτή για να δώσουν δείγµατα των υπογραφών τους προκειµένου να διενεργηθεί γραφολογική εξέταση σε 7 έγγραφα τα οποία σύµφωνα µε τη µήνυση ήταν πλαστογραφηµένα.
Η φερόµενη ως θύµα συγκεκριµένα είχε ισχυριστεί στη µήνυσή της ότι τα 7 έγγραφα, µε τα οποία φέρεται να είχε αναλάβει χρήµατα από τα ασφαλιστικά της συµβόλαια και τα αµοιβαία κεφάλαια, φέρουν πλαστές αποµιµήσεις της υπογραφής της και ότι τα χρήµατα είχαν υπεξαιρεθεί από τον ασφαλιστικό σύµβουλο µε τη συνδροµή των συνεργών του.
Ενώπιον του τακτικού Ανακριτή κατέθεσε ότι αναγνωρίζει ως γνήσια την υπογραφή της σε 4 από τα 7 επίδικα έγγραφα και ακολούθως έδωσε δείγµα για τη διενέργεια γραφολογικής εξέτασης στα 3 που αµφισβητεί.
Όταν κλήθηκε µάλιστα να αιτιολογήσει γιατί είχε αµφισβητήσει την υπογραφή της στα συγκεκριµένα 4 έγγραφα υποστήριξε ότι η µήνυση είχε συνταχθεί από το δικηγόρο της και ότι πρόκειται για σφάλµα εκείνου.
Ο ασφαλιστικός σύµβουλος υποστηρίζει ότι η µηνύτρια είχε πλήρη ενηµέρωση για την επένδυση των χρηµάτων της πράγµα το οποίο φέρεται να συνοµολογεί σε εξώδικό της η ασφαλιστική εταιρεία.
Υποστηρίζει ότι της έχουν αποδοθεί οι επενδύσεις της ενώ κάνει λόγο και για ένα δάνειο ύψους 147.000 ευρώ που είχε λάβει από το σύζυγό της και την ίδια το οποίο, όπως διατείνεται, έχει επιστρέψει.
Εν πάση περιπτώσει ο τραπεζικός υπάλληλος απολογούμενος χθες αρνήθηκε εισαγωγικά την αποδιδόμενη σε εκείνον κατηγορία της άμεσης συνέργειας-συνδρομής στον ασφαλιστή για την υπεξαίρεση εκ μέρους του χρημάτων της μηνύτριας.
Επεσήμανε ότι εντελώς αβάσιμα και αναπόδεικτα τον κατηγορεί ως δήθεν συνεργό του ασφαλιστή για ορισμένες από τις αποδιδόμενες σ’ αυτόν πράξεις, ως ταμία υποκαταστήματος τράπεζας, προβάλλουσα ως αιτία την συγγένεια εξ αγχιστείας που έχει μαζί του.
Η μηνύτρια ισχυρίστηκε συγκεκριμένα ότι την 5η Ιουλίου 2007 μετέβη στην τράπεζα και του εγχείρησε το ποσό των 20.500 ευρώ εκ των οποίων 10.000 ανέλαβε από λογαριασμό της ενώ τα υπόλοιπα 10.500 ευρώ, του τα έδωσε μετρητά, με σκοπό να κατατεθούν σε λογαριασμό θεματοφυλακής και ότι εκείνος τα κατέθεσε σε λογαριασμό καθ’ υπόδειξη του ασφαλιστή.
Ο τραπεζικός υπάλληλος υποστήριξε ότι το μόνο που αποδεικνύεται από την ως άνω συναλλαγή είναι ότι ανέλαβε το ποσό των 10.000 ευρώ, έχοντας υπογράψει το σχετικό ένταλμα πληρωμής, χρήματα τα οποία πήρε.
Το ίδιο, όπως είπε, ισχύει και για την δεύτερη ανάληψη που έκανε ποσού 21.000 στις 16 Οκτωβρίου 2007. Επίσης την 1 Ιουλίου 2008 ανέλαβε ποσό 40.000 ευρώ από τον άνω λογαριασμό της υπογράφουσα το σχετικό ένταλμα πληρωμής. Επί του εντάλματος πληρωμής υπάρχει σημείωση κατάθεσης με συμψηφισμό σε λογαριασμό του ασφαλιστή, εντολή η οποία προφανώς του δόθηκε από την μηνύτρια. Στο γραμμάτιο εισπράξεως στο λογαριασμό του ασφαλιστή ποσού 50.000 ευρώ φαίνεται αναγεγραμμένο ότι η κατάθεση έγινε από τη μηνύτρια και το γεγονός ότι τα 40.000 ευρώ προήλθαν από τον λογαριασμό της. Ως προς την τέταρτη πράξη φαίνεται η μηνύτρια να αναλαμβάνει το ποσόν των 8.345 ευρώ υπογράφουσα το σχετικό ένταλμα πληρωμής. Το γεγονός ότι εμφανίζεται ποσόν 11.345 ευρώ να κατατίθεται από τον ασφαλιστή σε λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας ουδόλως τον αφορά.
Υποστήριξε μάλιστα ότι η μηνύτρια μετέβαινε με τον ασφαλιστή στην τράπεζα και στα γκισέ των ταμείων.
Ως προς την πέμπτη συναλλαγή τόνισε ότι η μηνύτρια ανέλαβε από λογαριασμό της το ποσό των 13.000 ευρώ και πλέον αυτού του εγχείρησε και ποσό 1.700 ευρώ με την εντολή να κρατήσει τα χρήματα και να τα παραδώσει στον ασφαλιστή. Για τον λόγο αυτό παρέδωσε στην μηνύτρια σχετικό πρόχειρο σημείωμα, στο οποίο ανέγραψε την ημερομηνία, το ποσό και ότι τα έλαβε τα χρήματα και υπέγραψε.
Τέλος, για την τελευταία συναλλαγή που αναφέρει η μηνύτρια πρόκειται για ανάληψη από αυτήν ποσού 11.000 ευρώ από τον λογαριασμό της, για την οποία υπέγραψε το σχετικό ένταλμα πληρωμής.
Ο τραπεζικός υπάλληλος τόνισε ότι ο ασφαλιστής ήταν μεγάλος πελάτης για την Τράπεζα και είχε συναλλαγές με σχεδόν όλα τα τμήματα της τράπεζας και κυρίως στην καταναλωτική και στεγαστική πίστη στα πλαίσια της προσέλκυσης πελατείας μέσω διαμεσολάβησης.
Σε ό,τι αφορά την ίδια κατηγορία, που του αποδίδεται μετά από μήνυση του συζύγου της ως άνω μηνύτριας, αρνήθηκε ομοίως τα όσα του αποδίδονται.
Αρνήθηκε συγκεκριμένα ότι ο μηνυτής του παρέδωσε σε 4 περιπτώσεις το χρηματικό ποσό των 50.100 ευρώ προκειμένου να το καταθέσει σε λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας.
Σε κάθε περίπτωση θεωρεί ότι κακώς του ασκήθηκε δίωξη και για τις δύο μηνύσεις για κακούργημα αφού η καταγγελλόμενη βλάβη δεν υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ. Πέραν τούτου ούτε εντολοδόχος, ούτε διαχειριστής περιουσίας ούτε μεσεγγυούχος υπήρξε.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρίσταται ο δικηγόρος κ. Φ. Κωστόπουλος.