• Οι δυσκολίες ενός κατακερματισμένου χώρου, οι στρατηγικές της κυβέρνησης, η αμηχανία του ΠΑΣΟΚ, οι ευρωπαϊκές ανησυχίες και η διεθνής διάσταση της φημολογούμενης επιστροφής
Η πολιτική επικαιρότητα των τελευταίων εβδομάδων περιστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από ένα πρόσωπο που, παρά την αποχώρησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2023, εξακολουθεί να διατηρεί ισχυρή συμβολική παρουσία: τον Αλέξη Τσίπρα.
Οι συζητήσεις για τη δημιουργία νέου κόμματος υπό την καθοδήγησή του έχουν προκαλέσει πολιτικό σεισμό, ανοίγοντας ξανά το κεφάλαιο της διακυβέρνησης 2015-2019, αλλά και της σχέσης του με την κοινωνία. Η πρόσφατη συνέντευξή του στη γαλλική Le Monde επανέφερε το ζήτημα στο προσκήνιο, ενώ οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας βρίσκονται σε κατάσταση αναβρασμού, αντιδρώντας άλλοτε με φόβο, άλλοτε με ελπίδα και άλλοτε με ειρωνεία.
Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να επανέλθει ως πραγματικός πολιτικός παίκτης ή η φημολογούμενη επιστροφή του περιορίζεται σε έναν επικοινωνιακό θόρυβο που ευνοεί κυρίως την κυβέρνηση;
Η συνέντευξη στη Le Monde και η ανάγκη διεθνούς επανατοποθέτησης
Η επιλογή του πρώην πρωθυπουργού να μιλήσει σε μια από τις κορυφαίες ευρωπαϊκές εφημερίδες δεν ήταν τυχαία. Ο Αλέξης Τσίπρας επιδίωξε να δείξει ότι παραμένει πολιτικός με διεθνή εμβέλεια και ότι διαθέτει ακόμα φωνή σε ένα πεδίο πέρα από τα ελληνικά σύνορα. Στη συνέντευξή του μίλησε για την «απομάκρυνση από τους πολίτες» που του λείπει, για την ανάγκη να ξαναβρεί επαφή με τη βάση, αλλά και για τις κοινωνικές ανισότητες που, όπως υποστήριξε, εντάθηκαν επί διακυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η εικόνα που θέλησε να καλλιεργήσει ήταν εκείνη ενός πρώην ηγέτη που, έχοντας αποστασιοποιηθεί από την καθημερινή πολιτική τριβή, μπορεί να μιλήσει με κύρος και να προτείνει εναλλακτικές λύσεις. Ωστόσο, μεγάλο μέρος του ελληνικού πολιτικού κόσμου αντιμετώπισε με σκεπτικισμό τις δηλώσεις του. Πολλοί σχολίασαν ειρωνικά ότι «του λείπει η ενεργός πολιτική» τη στιγμή που παραμένει βουλευτής, αλλά επιλέγει να απουσιάζει από τις μεγάλες συζητήσεις στο κοινοβούλιο.
Η κυβέρνηση σε θέση μάχης – Το Μαξίμου επενδύει στην «επιστροφή» του αντιπάλου
Για την Νέα Δημοκρατία, η πιθανότητα ίδρυσης ενός νέου κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα δεν αντιμετωπίζεται ως απειλή. Αντίθετα, στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι η επανεμφάνιση του πρώην πρωθυπουργού λειτουργεί υπέρ της συσπείρωσης του κυβερνητικού ακροατηρίου. Η περίοδος 2015-2019 παραμένει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη πολλών ψηφοφόρων ως εποχή αβεβαιότητας, δημοψηφίσματος, capital controls και τρίτου μνημονίου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ανέλαβε να θυμίσει ακριβώς αυτό το παρελθόν, εξαπολύοντας μια σφοδρή επίθεση. Υποστήριξε ότι ο Τσίπρας «απελευθέρωσε 17.000 βαρυποινίτες» και ότι «η περίοδος της διακυβέρνησής του ήταν η ευτυχέστερη για τους εγκλείστους των φυλακών». Παράλληλα, επανέφερε το επιχείρημα ότι ο πρώην πρωθυπουργός «χρέωσε στη χώρα πάνω από 100 δισ. ευρώ» και ότι εξαπάτησε τον ελληνικό λαό με τις υποσχέσεις του.
Η στρατηγική αυτή είναι διπλή: από τη μια, στοχεύει στη συσπείρωση της βάσης της Νέας Δημοκρατίας, κυρίως του πιο συντηρητικού ακροατηρίου. Από την άλλη, επιχειρεί να εγκλωβίσει την πολιτική ατζέντα σε ένα δίπολο «Μητσοτάκης-Τσίπρας», το οποίο το κυβερνητικό στρατόπεδο θεωρεί βολικό για τη δική του ηγεμονία.
Η Αριστερά σε κατάσταση διάλυσης – Ένα πεδίο γεμάτο αντιφάσεις
Ο χώρος της Αριστεράς αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον Αλέξη Τσίπρα. Από το 2023 μέχρι σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταρρεύσει δημοσκοπικά, ενώ πέντε διαφορετικοί σχηματισμοί ανταγωνίζονται για ένα περιορισμένο εκλογικό ακροατήριο: ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ υπό νέα ηγεσία, η Πλεύση, η Νέα Αριστερά, το ΜέΡΑ25 και το κόμμα Κασσελάκη.
Όλοι αυτοί οι σχηματισμοί διαθέτουν αρχηγούς με προσωπικές φιλοδοξίες και κομματικούς μηχανισμούς που επιβιώνουν χάρη στη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το ενδεχόμενο μιας ενοποίησης υπό την ηγεσία του Τσίπρα φαίνεται σχεδόν αδύνατο, καθώς θα απαιτούσε υποχώρηση των υπολοίπων, κάτι που μέχρι στιγμής κανείς δεν δείχνει διατεθειμένος να πράξει.
Η κοινωνική βάση της Αριστεράς εμφανίζεται βαθιά διχασμένη: ένα μέρος παραμένει νοσταλγικό απέναντι στον Τσίπρα, ένα άλλο όμως τον θεωρεί υπεύθυνο για την «προδοσία» του δημοψηφίσματος του 2015. Αυτός ο διχασμός καθιστά δύσκολη την οικοδόμηση ενός νέου κόμματος με δυναμική εκλογικής ανόδου.
Το ΠΑΣΟΚ και η αγωνία του τρίτου πόλου
Η μεγαλύτερη αμηχανία παρατηρείται στο ΠΑΣΟΚ. Η Χαριλάου Τρικούπη επιχειρεί να οικοδομήσει την εικόνα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ωστόσο η πιθανότητα μιας επιστροφής Τσίπρα επαναφέρει το πολιτικό σκηνικό σε γνώριμα μονοπάτια: Μητσοτάκης εναντίον Τσίπρας. Αυτό θα μπορούσε να συρρικνώσει την πολιτική ορατότητα του Νίκου Ανδρουλάκη, αφήνοντάς τον εκτός του κεντρικού αφηγήματος.
Η συγκυρία είναι κρίσιμη. Το ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται για τις προγραμματικές του εξαγγελίες στη ΔΕΘ και την επέτειο της 3ης Σεπτέμβρη, αλλά κινδυνεύει να επισκιαστεί από τη συζήτηση για το νέο κόμμα Τσίπρα. Παράλληλα, η βάση του δείχνει ευάλωτη σε οποιαδήποτε αναβίωση του παλιού διπόλου, καθώς πολλοί παραμένουν συναισθηματικά δεμένοι με την προοπτική μιας ευρύτερης Κεντροαριστεράς.
Η διεθνής ματιά – Euractiv και ευρωπαϊκές ανησυχίες
Η συζήτηση δεν περιορίζεται στα ελληνικά σύνορα. Το Euractiv, σε πρόσφατο εκτενές ρεπορτάζ του, επισήμανε ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Τσίπρα είναι να πείσει τους πολίτες γιατί αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Το αντι-Τσίπρα κλίμα, τόσο στην κοινωνία όσο και στα ευρωπαϊκά μέσα, παραμένει έντονο, με πολλούς να τον κατηγορούν ότι έθεσε σε κίνδυνο τη θέση της χώρας στην ΕΕ.
Η Ευρώπη του 2025 είναι πολύ πιο δεξιά σε σχέση με το 2015, με την άνοδο της Άκρας Δεξιάς να δημιουργεί ένα δυσμενές περιβάλλον για προοδευτικούς ηγέτες. Ο Τσίπρας θα πρέπει να εξηγήσει όχι μόνο πώς θα είναι διαφορετικός αυτή τη φορά, αλλά και ποιον θα έχει στο πλευρό του, καθώς προηγούμενες επιλογές, όπως ο Γιάνης Βαρουφάκης, αποδείχθηκαν πολιτικά καταστροφικές.
Η μάχη των αριθμών – Οικονομία ως κεντρικό πεδίο
Η πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα αναμένεται να επικεντρωθεί στην οικονομία. Ο πρώην πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι την περίοδο 2015-2019 τα εισοδήματα των φτωχότερων αυξήθηκαν κατά 45%, ενώ των πλουσιότερων μειώθηκαν κατά 2,7%. Αντίθετα, επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, τα εισοδήματα των φτωχών μειώθηκαν κατά 8,1%, ενώ των πλουσίων αυξήθηκαν κατά 13%.
Η κυβέρνηση απαντά ότι η περίοδος ΣΥΡΙΖΑ ήταν εποχή φτωχοποίησης για όλους και υπενθυμίζει τους δεκάδες νέους φόρους που επιβλήθηκαν. Επικαλείται τις μειώσεις φόρων και την ανάπτυξη που σημειώθηκε μετά το 2019, παρουσιάζοντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως τον πρωθυπουργό που αποκατέστησε την οικονομική σταθερότητα.
Οι γεωπολιτικές διαστάσεις – Νέες προκλήσεις σε διεθνές επίπεδο
Η επιστροφή Τσίπρα δεν θα κριθεί μόνο στο εσωτερικό. Το διεθνές περιβάλλον είναι εξαιρετικά πιο σύνθετο από εκείνο του 2015. Η Ελλάδα βρίσκεται σε τριβές με την Τουρκία και τη Λιβύη, ενώ η γενικότερη αναδιάταξη ισχύος στην Ευρώπη δημιουργεί πιέσεις σε κάθε ηγέτη που διεκδικεί προοδευτική ατζέντα.
Ο πρώην πρωθυπουργός θα κληθεί να τοποθετηθεί σε ζητήματα όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές κυρώσεις, αλλά και η αναζωπύρωση της συζήτησης για την ενεργειακή ασφάλεια.
Η γεωπολιτική του θέση θα είναι κρίσιμη, καθώς το 2015 είχε αντιμετωπιστεί με καχυποψία από τους εταίρους. Το ερώτημα είναι αν μπορεί σήμερα να εμφανιστεί ως αξιόπιστος συνομιλητής ή αν το βάρος του παρελθόντος θα συνεχίσει να τον ακολουθεί.
Ένα πολιτικό εγχείρημα με πολλά εμπόδια
Το «κόμμα Τσίπρα», εφόσον γίνει πράξη, θα ξεκινήσει με περιορισμένα όρια και θολή προοπτική. Ο κατακερματισμός της Αριστεράς, η αμηχανία του ΠΑΣΟΚ, η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας και η καχυποψία της Ευρώπης καθιστούν το εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο.
Ωστόσο, η ίδια η συζήτηση γύρω από την επιστροφή του δείχνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει σημείο αναφοράς στο πολιτικό σκηνικό. Το αν θα καταφέρει να μετατρέψει αυτό το ενδιαφέρον σε πραγματική πολιτική δύναμη ή αν θα περιοριστεί σε μια προσωρινή αναβίωση του παλιού διπόλου, θα φανεί τους επόμενους μήνες.