Μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Water (MDPI) βάζει τέλος σε έναν μύθο που τα τελευταία χρόνια έχει παγιωθεί στην κοινή γνώμη. Οι πισίνες, ειδικά στις τουριστικές περιοχές της νότιας Ελλάδας, δεν αποτελούν τον κύριο υπαίτιο της λειψυδρίας, όπως συχνά υποστηρίζεται. Το πραγματικό πρόβλημα είναι πολύ πιο σύνθετο και συνδέεται με τη διαχείριση των υδάτων και τις απώλειες από τα δίκτυα ύδρευσης.
Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με υψηλό κίνδυνο έλλειψης νερού, καταλαμβάνοντας τη 19η θέση παγκοσμίως, σύμφωνα με τα δεδομένα του World Resources Institute. Παράλληλα, οι απώλειες από τα δίκτυα ύδρευσης φτάνουν έως και το 50%, καθώς σημαντικές ποσότητες νερού χάνονται λόγω παλαιών αγωγών, διαρροών και ανεπαρκούς συντήρησης. Η εικόνα αυτή δεν είναι νέα, αλλά παραμένει σταθερά άλυτη, παρά την αυξανόμενη πίεση που δέχονται οι υδάτινοι πόροι από την τουριστική ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή.
Η επιστημονική ομάδα της μελέτης “Swimming Pools in Water Scarce Regions: A Real or Exaggerated Water Problem? Case Studies from Southern Greece” εξετάζει δεκάδες ξενοδοχειακές και ιδιωτικές πισίνες σε περιοχές της Πελοποννήσου, της Κρήτης και των Δωδεκανήσων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η ετήσια κατανάλωση νερού ανά πισίνα αντιστοιχεί σε μικρό ποσοστό της συνολικής κατανάλωσης ενός νοικοκυριού ή μιας τουριστικής μονάδας, συχνά κάτω από 2% του ετήσιου όγκου νερού.
Η μελέτη περιλαμβάνει παραδείγματα από τη Μάνη και τη Νάξο, δύο περιοχές με διαφορετικό τουριστικό ρυθμό αλλά κοινή αγωνία για το νερό. Στη Μάνη, όπου ο τουρισμός αναπτύσσεται χωρίς ανάλογες επενδύσεις σε υποδομές, διαπιστώνεται ότι οι πισίνες σε μικρά καταλύματα καταναλώνουν ελάχιστο νερό σε σύγκριση με τις ανάγκες άρδευσης των ελαιώνων και των κήπων, ενώ οι διαρροές από τα τοπικά δίκτυα ύδρευσης παραμένουν ο μεγαλύτερος «χαμένος κρίκος». Στη Νάξο, με πιο ανεπτυγμένο τουρισμό, ξεχωρίζουν παραδείγματα χρήσης θαλασσινού νερού σε ξενοδοχειακές πισίνες και πρωτοβουλίες επαναχρησιμοποίησης για καθαρισμό και άρδευση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εξοικονόμηση δεν προκύπτει από απαγορεύσεις, αλλά από πρακτικές που κάνουν τη διαφορά στην πράξη.
Επιπλέον, η μελέτη αναφέρει πως οι πισίνες συχνά λειτουργούν ως «ρυθμιστές» της ζήτησης, καθώς το γέμισμά τους πραγματοποιείται εκτός περιόδων αιχμής. Οι απώλειες από εξάτμιση μπορούν να μειωθούν έως 90% με τη χρήση καλυμμάτων, ενώ η αξιοποίηση θαλασσινού ή ανακυκλωμένου νερού μπορεί να μειώσει δραστικά την ανάγκη για φρέσκο νερό. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τεχνολογικές λύσεις υπάρχουν ήδη εκείνο που λείπει είναι η συστηματική εφαρμογή τους σε εθνικό επίπεδο.
Η δημόσια συζήτηση γύρω από τις πισίνες, ειδικά στα νησιά, έχει συχνά περισσότερο συμβολικό παρά πραγματικό χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα, η χώρα χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη πολιτική υδάτινων πόρων που θα ενσωματώνει έλεγχο απωλειών, ανακύκλωση, έξυπνη τιμολόγηση και επενδύσεις σε υποδομές. Όπως υπογραμμίζουν οι ερευνητές, η λύση βρίσκεται στο να χρησιμοποιούμε το νερό με συνέπεια και γνώση.
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να στραφεί εναντίον ενός συμβόλου πολυτελείας, αλλά να μετατρέψει την ευθύνη για κάθε σταγόνα σε μέρος μιας εθνικής στρατηγικής. Το νερό δεν λείπει επειδή γεμίζουμε πισίνες, λείπει επειδή δεν έχουμε αποφασίσει ακόμα πώς να το προστατεύουμε.
Η μελέτη δείχνει ότι ο τουρισμός μπορεί να γίνει σύμμαχος στη βιώσιμη χρήση νερού, εφόσον επενδύσει σε τεχνολογίες εξοικονόμησης όπως αφαλάτωση μικρής κλίμακας και ανακύκλωση γκρίζων υδάτων. Για πολλές νησιωτικές περιοχές, τέτοιες λύσεις δεν είναι απλώς επιλογή, αλλά αναγκαιότητα. Η έλλειψη νερού δεν είναι μοιραία, αλλά είναι ζήτημα στρατηγικής και συνέπειας. Αν η Ελλάδα αντιμετωπίσει το νερό με τον ίδιο σχεδιασμό που δείχνει για τον τουρισμό της, τότε θα μπορεί να μιλά για πραγματική βιωσιμότητα, όχι απλώς για διαχείριση κρίσης.
Πηγή: tornosnews.gr