• Ο κατηγορούμενος κατηγορείται για κατοχή και εμπορία 129 αρχαιοτήτων • Επιμένει στην αθωότητά του και αμφισβητεί την αξία των κατασχεμένων αντικειμένων
Η 23η Σεπτεμβρίου 2025 έχει οριστεί ως ημερομηνία για την εκδίκαση μίας από τις πιο σοβαρές υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας στη Δωδεκάνησο. Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου θα καθίσει ένας 60χρονος επιχειρηματίας από τη Ρόδο, ο οποίος κατηγορείται για διακεκριμένη αρχαιοκαπηλία και κατοχή πολύτιμων αρχαιοτήτων με σκοπό την παράνομη διακίνησή τους.
Οι κατηγορίες
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο 60χρονος αντιμετωπίζει τρεις ιδιαίτερα βαριές κατηγορίες:
• Υπεξαίρεση μνημείων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, τελούμενη κατ’ επάγγελμα.
• Αποδοχή προϊόντων εγκλήματος που αφορούν κινητά πράγματα προ του 1453.
• Παράβαση της υποχρέωσης δήλωσης μνημείου, όπως ορίζεται από τον νόμο για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι κατηγορίες αυτές διαμορφώθηκαν ύστερα από εκτεταμένη έρευνα που αποκάλυψε στην κατοχή του κατηγορουμένου 129 αρχαία αντικείμενα.
Η έρευνα και τα κατασχεθέντα ευρήματα
Η υπόθεση ξεκίνησε το 2020, όταν ειδικό κλιμάκιο της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ιωαννίνων έλαβε πληροφορίες ότι ο επιχειρηματίας είχε στην κατοχή του αρχαιότητες που προορίζονταν για πώληση σε αγορές του εξωτερικού. Οι πληροφορίες επιβεβαιώθηκαν με τη συνδρομή του ιδιωτικού ερευνητή Γιώργου Τσούκαλη.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 2020 πραγματοποιήθηκε αστυνομική επιχείρηση σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές της Ρόδου, κατά την οποία ο κατηγορούμενος συνελήφθη. Στην οικία του στην Ιαλυσό βρέθηκαν και κατασχέθηκαν συνολικά 129 αντικείμενα, τα οποία, σύμφωνα με τη γνωμάτευση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου, ανήκουν στη Μυκηναϊκή, Κλασική, Ελληνιστική και Βυζαντινή περίοδο.
Τα αντικείμενα χαρακτηρίστηκαν αυθεντικά και εμπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις της νομοθεσίας περί αρχαιοτήτων, γεγονός που οδήγησε στην απαγγελία κατηγοριών κακουργηματικού χαρακτήρα.
Η υπερασπιστική γραμμή
Ο 60χρονος αρνείται τις κατηγορίες και ισχυρίζεται ότι τα κατασχεμένα αντικείμενα δεν συνιστούν σημαντικές αρχαιότητες, αλλά σπασμένα κομμάτια που είχαν περιέλθει στην κατοχή του από άτομα τα οποία τα είχαν βρει σε οικοδομικές ανασκαφές στη Νότια Ρόδο.
Η υπεράσπισή του, υπό τον δικηγόρο κ. Άκη Δημητριάδη, προτίθεται να αμφισβητήσει την αρχαιολογική αξία των αντικειμένων, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι δεν υπήρχε πρόθεση εμπορίας ούτε δόλος. Το βασικό της σκεπτικό είναι ότι πρόκειται για άνευ σημασίας ευρήματα τα οποία δεν συνιστούν μνημεία μεγάλης αξίας.