• Πέντε κατηγορούμενοι στο εδώλιο για απιστία και πλαστογραφία κατ’ εξακολούθηση με επίδικο άνω των 120.000 ευρώ μετά την αναβολή της 8ης Απριλίου
Η δικαστική κόντρα δύο εταιρειών της ξενοδοχειακής αγοράς των Δωδεκανήσων επιστρέφει στο προσκήνιο με νέα ημερομηνία-ορόσημο. Μετά από αναβολή η υπόθεση επαναπροσδιορίστηκε και θα εκδικαστεί στις 23 Σεπτεμβρίου 2025 ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων.
Πέντε κατηγορούμενοι θα καθίσουν στο εδώλιο, σε μια δίκη που συνδυάζει υψηλά διακυβεύματα για την εταιρική διακυβέρνηση και την αξιοπιστία συναλλαγών στον τουριστικό κλάδο.
Οι πράξεις που αποδίδονται αφορούν απιστία από κοινού από de facto και νόμιμο διαχειριστή κατ’ εξακολούθηση, καθώς και πλαστογραφία κατ’ εξακολούθηση. Κατά τη δικογραφία και την πλευρά των εγκαλούντων, η επίδικη ζημία υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ, ύψος που προσδίδει κακουργηματική βαρύτητα στις αποδιδόμενες πράξεις.
Η αντιπαράθεση έχει ρίζες στον Δεκέμβριο του 2021, όταν οι δύο εταιρείες υπέγραψαν προσύμφωνο για την πώληση μετοχών ξενοδοχειακής επιχείρησης. Το συμφωνητικό προέβλεπε τμηματική καταβολή του τιμήματος, παρακράτηση κυριότητας έως την πλήρη εξόφληση και φύλαξη των μετοχών σε θεματοφύλακα. Η συμφωνία, που σχεδιάστηκε για να εξασφαλίσει ομαλή μεταβίβαση και προστασία των μερών, σύντομα βρέθηκε στο στόχαστρο αμοιβαίων αιτιάσεων, με την κάθε πλευρά να κατηγορεί την άλλη για παραβίαση των όρων και καταχρηστικές ενέργειες.
Κεντρικό σημείο της υπόθεσης είναι ένα πρακτικό Γενικής Συνέλευσης που φέρεται να δημοσιεύθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 2014. Σύμφωνα με τη μήνυση, το έγγραφο αυτό ήταν πλαστό και εμφάνιζε αλλαγή διοικητικού συμβουλίου και μετονομασία της εταιρείας, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο έλεγχος της επιχείρησης είχε ήδη περιέλθει στους κατηγορουμένους. Με βάση αυτό το πρακτικό, οι εγκαλούντες υποστηρίζουν ότι ακολούθησε άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών και χορήγηση βιβλιαρίου επιταγών, μέσα από το οποίο εκδόθηκαν επιταγές σημαντικής αξίας χωρίς συναίνεση των νόμιμων ιδιοκτητών.
Οι επίμαχες συναλλαγές, κατά τους εγκαλούντες, προκάλεσαν ουσιώδη απομείωση κεφαλαίων της εταιρείας και κατευθύνθηκαν σε σκοπούς που δεν εξυπηρετούσαν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. Από την άλλη, οι κατηγορούμενοι αρνούνται κατηγορηματικά κάθε δόλο, αντιτείνοντας ότι οι επιταγές και οι πληρωμές εξυπηρέτησαν αποκλειστικά έργα ανακαίνισης και αναβάθμισης υποδομών, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ξενοδοχείου. Περαιτέρω, ένας εκ των βασικών κατηγορουμένων προβάλλει ότι οι ίδιοι υπέστησαν απώλειες που υπερβαίνουν τα 4 εκατ. ευρώ, καθώς η επένδυσή τους παρέμεινε ανολοκλήρωτη.
Πέρα από τη βασική γραμμή υπεράσπισης, δύο εκ των κατηγορουμένων υποστηρίζουν ότι δεν είχαν ενεργό διαχειριστικό ρόλο και δεν συμμετείχαν στις επίμαχες κινήσεις. Η θέση αυτή ανοίγει το ζήτημα της κατανομής ευθυνών: αν υπήρξαν εντολείς, εκτελεστές ή παθητικοί αποδέκτες αποφάσεων, και σε ποιο βαθμό η κάθε ιδιότητα συνεπάγεται ποινική έκθεση για πράξεις απιστίας, πλαστογραφίας, ηθικής αυτουργίας ή συνέργειας.
Το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων αναμένεται να εξετάσει:
– Αν υπήρξε δόλια μεταβολή της εταιρικής διάρθρωσης με σκοπό τον έλεγχο περιουσιακών στοιχείων.
– Αν η χρήση επιταγών και λογαριασμών ανταποκρινόταν σε αναγνωρισμένες λειτουργικές ανάγκες ή αν υποκρύπτει παράκαμψη των συμφωνημένων όρων.
– Αν το επίδικο ύψος ζημίας τεκμηριώνεται λογιστικά και αιτιώδης συνδέεται με τις αποδιδόμενες πράξεις.
Οι βασικοί κατηγορούμενοι εκπροσωπούνται από τους δικηγόρους κ.κ. Στέλιο Αλεξανδρή και Πολυξένη Χατζηγιάννη, ενώ οι δύο τελευταίοι κατηγορούμενοι από τους κ.κ. Άκη Δημητριάδη και Γιώργο Μαυρομμάτη. Ως συνήγοροι για την υποστήριξη της κατηγορίας παρίστανται οι κ.κ. Στέλιος Κιουρτζής και Μαρία Μητσού.