•Το Δικαστικό Συμβούλιο κηρύσσει απόλυτη ακυρότητα λόγω μη οπτικοακουστικής καταγραφής κατάθεσης ανήλικης και αναδεικνύει τον ρόλο της τεκμηρίωσης στην προανάκριση
Η Ρόδος προσθέτει ένα ακόμη κεφάλαιο στη δημόσια συζήτηση για το πώς πρέπει να διεξάγονται οι ευαίσθητες ανακριτικές πράξεις όταν εμπλέκονται παιδιά. Με πρόσφατο βούλευμα το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών έκρινε ότι η μη καταγραφή σε οπτικοακουστικό μέσο της κατάθεσης ανήλικης κόρης σε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας συνιστά απόλυτη ακυρότητα της προδικασίας. Η υπόθεση αφορά ημεδαπό 52 ετών, πατέρα 2 ανηλίκων, σε βάρος του οποίου είχε καταγγελθεί σειρά αδικημάτων του Ν. 3500 για την ενδοοικογενειακή βία. Το επίδικο δεν ήταν η ουσία των ισχυρισμών αλλά η νομιμότητα και η πληρότητα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε κατά την προκαταρκτική εξέταση.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης που διατάχθηκε μετά από έγκληση της τέως συζύγου του 52χρονου, επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι απαγόρευσης προσέγγισης και επικοινωνίας με την εγκαλούσα και τα ανήλικα τέκνα μέχρι την αμετάκλητη περαίωση της δικογραφίας. Καίριο στοιχείο υπήρξε η χωρίς όρκο κατάθεση της ανήλικης κόρης ενώπιον προανακριτικών υπαλλήλων του Γραφείου Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας του Α.Τ. Ρόδου, παρουσία διορισθείσας πραγματογνώμονος ψυχολόγου. Ωστόσο η κατάθεση δεν καταγράφηκε σε οπτικοακουστικό μέσο όπως απαιτεί το άρθρο 227 παρ. 4 του ΚΠΔ.
Οι ενστάσεις της υπεράσπισης και ο ρόλος των δικηγόρων
Η υπεράσπιση προέβαλε ενστάσεις για απόλυτη και σχετική ακυρότητα πράξεων της προδικασίας. Ζήτησε να κηρυχθεί άκυρη η κατάθεση της ανήλικης λόγω μη τήρησης των δικονομικών τύπων που προστατεύουν και το παιδί και τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Επικαλέστηκε επίσης την παρουσία της μητέρας της ανήλικης στον χώρο εξέτασης και πλημμέλειες στη διαδικασία της ψυχολογικής πραγματογνωμοσύνης όπως η μη νόμιμη γνωστοποίηση στην τεχνική σύμβουλο του εγκαλουμένου σχετικά με τόπο, χρόνο και θέμα της πραγματογνωμοσύνης. Την υπεράσπιση χειρίστηκαν οι δικηγόροι κ.κ. Επιστήμη Γιαρίμογλου και Μιχάλης Κουντούρης υπογραμμίζοντας ότι η ακεραιότητα της διαδικασίας είναι θεμέλιο της δίκαιης δίκης.
Η εισαγγελική πρόταση και η κρίσιμη διαφοροποίηση
Η πρόταση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών εισηγήθηκε να γίνει δεκτή η αίτηση μόνο εν μέρει για σχετική ακυρότητα. Ειδικότερα πρότεινε να ακυρωθεί η κατάθεση της ανήλικης αποκλειστικά λόγω του ελλείμματος γνωστοποίησης από την πραγματογνώμονα ψυχολόγο προς την τεχνική σύμβουλο του εγκαλουμένου και να διαταχθεί επανάληψη της κατάθεσης με ορθή τήρηση της διαδικασίας. Κατά τα λοιπά πρότεινε απόρριψη των ισχυρισμών περί απόλυτης ακυρότητας.
Το βούλευμα που αλλάζει τον τόνο
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών διαφοροποιήθηκε αποφασιστικά. Έκρινε ότι η μη καταγραφή της χωρίς όρκο κατάθεσης της ανήλικης σε ηλεκτρονικό οπτικοακουστικό μέσο συνιστά παραβίαση ρητής δικονομικής επιταγής και κηρύσσει απόλυτη ακυρότητα. Τόνισε ότι η καταγραφή δεν απαιτεί δυσεύρετη τεχνική υποδομή και ότι η παράλειψη στερεί από τον εγκαλούμενο ουσιώδη υπερασπιστικά δικαιώματα. Το Συμβούλιο απέρριψε τους λοιπούς ισχυρισμούς για σχετική ακυρότητα αλλά η κεντρική του κρίση για την οπτικοακουστική καταγραφή θέτει νέα δεσμευτικά στάνταρτ για την πρακτική των αρχών.
Τι σημαίνει στην πράξη για τις αρχές και τους επαγγελματίες
Η απόφαση προσδίδει βαρύτητα στην ακριβή εφαρμογή του άρθρου 227 παρ. 4. Η καταγραφή της εξέτασης ανηλίκου σε οπτικοακουστικό μέσο δεν είναι τυπική λεπτομέρεια αλλά ουσιαστικός εγγυητικός μηχανισμός. Διασφαλίζει την πιστότητα των ερωτήσεων και των απαντήσεων, θωρακίζει απέναντι σε παρερμηνείες και επιτρέπει έλεγχο της μεθοδολογίας που ακολουθεί ο ειδικός. Παράλληλα προλαμβάνει την επαναθυματοποίηση του παιδιού καθώς μειώνει την ανάγκη πολλαπλών καταθέσεων. Με άλλα λόγια η τεχνική συμμόρφωση μετατρέπεται σε ηθική και δικονομική υποχρέωση όλων των εμπλεκομένων.
Η ισορροπία ανάμεσα στην προστασία του παιδιού και στα δικαιώματα άμυνας
Σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας ο δημόσιος διάλογος συχνά παλινωδεί ανάμεσα στον φόβο μη τιμωρίας και στην ανάγκη δίκαιης διαδικασίας. Η κρινόμενη απόφαση φωτίζει ότι οι εγγυήσεις δεν λειτουργούν υπέρ ενός μόνο μέρους. Η ορθή καταγραφή και η τήρηση όλων των πρωτοκόλλων προστατεύει το παιδί ώστε η φωνή του να αποδοθεί αυτούσια και επαληθεύσιμα και ταυτόχρονα διασφαλίζει ότι η υπεράσπιση μπορεί να ελέγξει και να αντικρούσει με τρόπο συγκεκριμένο. Η αξιοπιστία της αποδεικτικής διαδικασίας ενισχύεται όταν το αποτύπωμα της εξέτασης είναι πλήρες και αναπαραγώγιμο.














