Νέα διάσταση φέρεται να προσλαμβάνει υπόθεση χρήσεως πλαστού εγγράφου και απόπειρας απάτης στο δικαστήριο με φερόμενα ως εμπλεκόμενα δημόσια πρόσωπα της Λίνδου μετά τη διενέργεια γραφολογικής έρευνας από πραγματογνώμονα των Αθηνών.
Στην υπόθεση έχει αφεθεί ελεύθερη µε τον περιοριστικό όρο της καταβολής χρηµατικής εγγύησης ύψους 2.000 ευρώ, µια κάτοικος της Λίνδου.
Η κατηγορούµενη φέρεται συγκεκριµένα να έκανε χρήση εγγράφου που καταγγέλθηκε ως πλαστό από έναν κάτοικο των Αθηνών σε ανακοπή που άσκησε ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Ρόδου µε την οποία επιδιώκει να αναγνωριστεί ως άκυρο πρακτικό συµβιβαστικής επίλυσης διαφοράς βάσει του οποίου αναγνωρίστηκε ο µηνυτής ως κύριος των 8/36 ποσοστών εξ αδιαιρέτου ενός ακινήτου που βρίσκεται στη Λίνδο, εµβαδού 9.200,00 τ.µ.
Η κατηγορούµενη φέρεται να κατέθεσε ως σχετικό το µε ηµεροµηνία 11 Νοεµβρίου 1960 ιδιωτικό πωλητήριο έγγραφο, που, όπως αναφέρει στην ανακοπή και στις προτάσεις της, συντάχθηκε και υπογράφηκε ενώπιον τέως προέδρου της Κοινότητας Λίνδου και δύο µαρτύρων.
Σύµφωνα µε το ιδιωτικό πωλητήριο έγγραφο µιά άλλη κάτοικος της περιοχής, πώλησε στον πατέρα της έναν αγρό εκτάσεως 9.200 τ.µ. αντί τιµήµατος 7.000 δρχ.
Το εν λόγω έγγραφο, το οποίο φέρεται ως ΅’συνταχθέν” και ΅’υπογραφέν” από τον κατά το έτος 1960 πράγµατι πρόεδρο της Κοινότητας Λίνδου είναι φανερό, όπως διατείνεται ο µηνυτής, ότι δεν υπεγράφη απ’ αυτόν αλλά από τρίτο και αποτελεί προϊόν πλαστογραφίας.
Ισχυρίζεται συγκεκριµένα ότι η επ’ αυτού υπογραφή, φερόµενη ως ανήκουσα στον πρώην πρόεδρο, συγκρινόµενη µε υπογραφές του ιδίου επί δηµοσίων εγγράφων, πόρω απέχει.
Επιπλέον το εν λόγω υποτιθέµενο ΅’πωλητήριο έγγραφο”, παρουσιάστηκε, ως σχετικό, για πρώτη φορά κατά το έτος 1990, από την µηνυόµενη και τον σύζυγό της, εντός των προτάσεων της αγωγής χρησικτησίας που είχε ασκήσει για να αναγνωρισθεί η κυριότητά της επί του ανωτέρω ακινήτου.
Τονίζει παραπέρα ότι ενώ το έγγραφο φαίνεται να συντάχθηκε το έτος 1960, φέρει µεταγενέστερη σειρά χαρτοσήµου και σφραγίδα ΅’ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ”, ενώ το έτος 1960 θα έπρεπε να φέρει σφραγίδα ΅’ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ”!!.
Η κατηγορούµενη αρνείται τα καταγγελλόµενα σε βάρος της και υποστηρίζει ότι στο έγγραφο δεν είχε τεθεί σφραγίδα και προκειµένου να έχει µεγαλύτερη ισχύ η σφραγίδα τέθηκε σ’ αυτό το 1974.
Το 1974 κατά την πτώση της χούντας είναι δύσκολο να υπήρχε σφραγίδα και χαρτοσήµανση µε στοιχεία ΅’ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ”.
Ο μηνυτής διατείνεται ότι έχουν προκύψει νέα στοιχεία για την υπόθεση μετά την από 18 Ιουλίου 2013 γραφολογική γνωμοδότηση της δικαστικής γραφολόγου κ. Μαρίκας Κοεμτζοπούλου, η οποία κατόπιν εντολής του, εξέτασε και διερεύνησε την πατρότητα της γραφής, που έχει χαραχθεί στο πωλητήριο με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου 1960, που φέρεται να έχει υπογραφεί από τον τότε Πρόεδρο της Κοινότητας Λίνδου. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκε η γραφή του πωλητηρίου με τη γραφή της κατηγορούμενης.
Η γραφολόγος υποστηρίζει ότι το πωλητήριο έχει γραφεί και υπογραφεί από την κατηγορούμενη η οποία φέρεται πλέον να συνέταξε το έτος 1990 το πωλητήριο, το οποίο χρησιμοποίησε ως αποδεικτικό έγγραφο στην αστική υπόθεση, που δικάστηκε το έτος 2010.
Ζητά να διαταχθεί νέα πραγματογνωμοσύνη προς απόδειξη και επιβεβαίωση του συμπεράσματος της γραφολογικής γνωμοδότησης της δικαστικής γραφολόγου κ. Μαρίκας Κοεμτζοπούλου, να επισπευθεί η ποινική διαδικασία και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ακροατήριο, προκειμένου να καταδικασθούν οι ένοχοι.














