• Στις 12 Ιανουαρίου 2026 οδηγούνται σε Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο 53χρονος προσωρινά κρατούμενος στην Τρίπολη και 29χρονος ημεδαπός με περιοριστικούς όρους και εγγύηση 1.500€, με τις δικογραφίες να στηρίζονται σε τεχνικές αναλύσεις κινητών και αποθηκευτικών μέσων και με τις υπερασπίσεις να εστιάζουν στο είδος της κατοχής, στη διανομή και στην ηλικία των απεικονιζόμενων
Δύο ξεχωριστές δικογραφίες, με διαφορετικό προφίλ κατηγορουμένων και διαφορετική προδικαστική διαδρομή, καταλήγουν την 12η Ιανουαρίου 2026 σε Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια σε Ρόδο και Κω, με το κοινό νήμα να είναι το υλικό παιδικής πορνογραφίας και ο ρόλος των ψηφιακών ευρημάτων ως κεντρικού αποδεικτικού πυρήνα.
Οι δύο υποθέσεις φωτίζουν διαφορετικές όψεις του ίδιου προβλήματος. Στη μία, το επίδικο περιστρέφεται γύρω από την κατοχή υλικού που εντοπίστηκε κατά κύριο λόγο σε τεχνικά ίχνη αποθήκευσης, με τον κατηγορούμενο να είναι ήδη υπότροπος από προηγούμενες καταδίκες για σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων. Στην άλλη, η δικογραφία περιγράφει όχι μόνο κατοχή αλλά και διανομή, με συγκεκριμένες ημερομηνίες δραστηριότητας, κατασχέσεις συσκευών και εργαστηριακή πραγματογνωμοσύνη που αποτυπώνει αριθμό αρχείων εικόνας και βίντεο, ενώ ο κατηγορούμενος βρίσκεται εκτός φυλακής με περιοριστικούς όρους έως την οριστική εκδίκαση.
Η πρώτη δίκη στην Κω και ο 53χρονος προσωρινά κρατούμενος
Με απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, που ελήφθη κατά πλειοψηφία, ένας 53χρονος άνδρας παραπέμπεται να δικαστεί στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω στις 12 Ιανουαρίου 2026. Το κατηγορητήριο αφορά κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας που απεικονίζει άτομα κάτω των 15 ετών. Ο 53χρονος είναι προσωρινά κρατούμενος στις φυλακές της Τρίπολης, στοιχείο που αποτυπώνει το πώς αξιολογήθηκε στην προδικασία ο κίνδυνος τέλεσης νέων πράξεων ή η πιθανότητα επαφής με ανήλικους μέσω διαδικτύου.
Η αφετηρία της υπόθεσης ήταν η κατάσχεση του κινητού τηλεφώνου του κατηγορουμένου. Η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος προχώρησε σε ψηφιακή ανάλυση της συσκευής και κατέγραψε ευρήματα που δεν περιορίζονται σε μεμονωμένο αρχείο, αλλά συγκροτούν μια συνολική εικόνα χρήσης και αναζητήσεων. Εντοπίστηκαν 76 φωτογραφίες με σεξουαλικό περιεχόμενο ανηλίκων, με τις 74 να εμφανίζονται αποθηκευμένες σε μορφή thumbnails στη λανθάνουσα μνήμη και 2 να έχουν εντοπιστεί στην προσωρινή μνήμη εφαρμογών. Παράλληλα, καταγράφηκαν 3 βίντεο παιδικής πορνογραφίας, με το 1 να εμφανίζεται καταχωρημένο στην cache του Facebook. Στο ιστορικό περιήγησης αποτυπώθηκαν αναζητήσεις για παιδική πορνογραφία, ενώ στο πεδίο αυτόματης συμπλήρωσης του Chrome εντοπίστηκε η φράση “russian boys 10yo”, στοιχείο που προστέθηκε στο συνολικό αποδεικτικό πλαίσιο ως ένδειξη πρόθεσης αναζήτησης σχετικού υλικού.
Ιδιαίτερη σημασία έδωσαν οι αρχές και στο ότι το κινητό του κατηγορούμενου ήταν ενεργά συνδεδεμένο με λογαριασμούς Instagram, Facebook Messenger και Viber. Η σύνδεση αυτή, σε συνδυασμό με το παρελθόν του, αξιολογήθηκε ως παράγοντας κινδύνου, με την εκτίμηση ότι υπήρχε πιθανότητα επανασύνδεσης ή προσέγγισης ανηλίκων μέσω ψηφιακών καναλιών.
Από την πλευρά του, ο 53χρονος αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε ενεργή εμπλοκή σε παραγωγή ή διακίνηση. Υποστηρίζει ότι πρόκειται για παθητική κατοχή υλικού που δεν σχετίζεται με εμπορία ή διάδοση και προβάλλει τον ισχυρισμό ότι οι εικόνες είχαν παραμείνει στη μνήμη του κινητού εν αγνοία του. Η υπεράσπιση εισάγει επίσης τον ισχυρισμό της «πραγματικής πλάνης» ως προς την ηλικία των απεικονιζόμενων, υποστηρίζοντας ότι έδειχναν άνω των 15.
Στο κέντρο της υπερασπιστικής γραμμής βρίσκεται ο δικηγόρος κ. Δήμος Μουτάφης, ο οποίος επικαλείται νομολογία του Αρείου Πάγου για να υποστηρίξει ότι η παθητική κατοχή, όταν δεν συνοδεύεται από τεχνικά ίχνη επεξεργασίας ή διανομής, δεν συνιστά κακούργημα, ακόμη και όταν αφορά ανήλικους κάτω των 15. Η υπεράσπιση, με βάση αυτό το σκεπτικό, επιχειρεί να μεταφέρει το βάρος της αξιολόγησης από την ύπαρξη αρχείων στο πώς βρέθηκαν εκεί, σε ποια μορφή αποτυπώθηκαν στη συσκευή και αν προκύπτει ενεργή διαχείριση, επιλογή, αποθήκευση ή διάδοση.
Το βάρος της υποτροπής και το μοτίβο προσέγγισης ανηλίκων
Η υπόθεση του 53χρονου, όμως, δεν εξετάζεται σε κενό αέρα. Στη δικογραφική εικόνα προβάλλει έντονα το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος έχει ήδη 2 καταδίκες για αδικήματα που αφορούν σεξουαλική προσέγγιση ανηλίκων, γεγονός που αλλάζει αναπόφευκτα τη ματιά με την οποία διαβάζονται τα ευρήματα του κινητού.
Τον Μάρτιο 2025, το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου τον καταδίκασε σε 2 έτη φυλάκισης με αναστολή για προσέλκυση 13χρονου μέσω Instagram. Η υπόθεση, όπως έχει καταγραφεί, αποκαλύφθηκε όταν ο πατέρας του ανηλίκου παρενέβη, προσποιήθηκε το παιδί και οργανώθηκε επιχείρηση παγίδα με την Ασφάλεια Ρόδου. Το 2020, υπήρξε ακόμη μία καταδίκη, αυτή τη φορά σε 11 μήνες φυλάκιση για προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας ανηλίκου.
Κατά την απολογία του, ο 53χρονος δήλωσε μετανιωμένος και ισχυρίστηκε ότι από το 2019 έχει γυρίσει σελίδα. Ανέφερε ότι συμβιώνει με ενήλικη σύντροφο, έχει σταθερή εργασία και δεν έχει επαναλάβει παραβατική συμπεριφορά. Όμως το αποτύπωμα του κινητού, όπως περιγράφεται, παρουσιάζει μια αντίθετη εικόνα, όχι με γενικές ενδείξεις αλλά με συγκεκριμένα ευρήματα, αναζητήσεις, αποθηκευμένες μικροεικόνες και προσωρινές μνήμες που, κατά την εκτίμηση των αρχών, δεν αφήνουν περιθώριο αμφιβολίας για την κατεύθυνση της δραστηριότητας.
Η δεύτερη δίκη στη Ρόδο και ο 29χρονος με περιοριστικούς όρους
Την ίδια ημερομηνία, 12 Ιανουαρίου 2026, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Ρόδου οδηγείται μια δεύτερη υπόθεση, που αποδίδεται σε άνδρα 29 ετών, ημεδαπό. Εδώ, το πλαίσιο των κατηγοριών περιγράφεται ως κατοχή και διανομή υλικού παιδικής πορνογραφίας, με τη δικογραφία να συνδέει το υλικό με τη χρησιμοποίηση κοριτσιών κάτω των 12 ετών. Το Δικαστικό Συμβούλιο αποφάσισε την παραπομπή στο Μικτό Ορκωτό της περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου και, κρίσιμο στοιχείο, διατήρησε τους περιοριστικούς όρους, με εγγύηση 1.500€, έως την οριστική εκδίκαση.
Η υπόθεση έχει συγκεκριμένο χρονικό πυρήνα: κομβικές ημερομηνίες είναι η 25.6.2019 και η 27.6.2019, όταν ο κατηγορούμενος φέρεται να κατείχε και να διένειμε μέσω διαδικτυακής εφαρμογής 2 φωτογραφίες με απεικονίσεις ανηλίκων. Η εξέλιξη της έρευνας οδήγησε σε κατ’ οίκον έρευνα στις 27.5.2021, κατά την οποία κατασχέθηκαν ψηφιακές συσκευές και εντοπίστηκαν πρόσθετα αρχεία.
Η εργαστηριακή πραγματογνωμοσύνη, όπως καταγράφεται, αφορούσε κατασχεθέν κινητό τηλέφωνο, φορητό υπολογιστή και εξωτερικό αποθηκευτικό μέσο. Το πόρισμα κατέγραψε συνολικά 13 αρχεία εικόνας και 7 αρχεία βίντεο με απεικονίσεις νεαρών ατόμων, ενώ ιδιαίτερο βάρος απέκτησαν 2 επιπλέον φωτογραφίες που βρέθηκαν αποθηκευμένες στη συσκευή κατά τον χρόνο της έρευνας. Στην προδικασία έχει κριθεί αρμοδίως ότι οι απεικονίσεις εντάσσονται στην έννοια του υλικού παιδικής πορνογραφίας και ότι συνδέονται με ανήλικες κάτω των 12 ετών, αξιοποιώντας περιγραφικά χαρακτηριστικά που αναφέρονται στη δικογραφία και στην πραγματογνωμοσύνη.
Η ενεργοποίηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τα στοιχεία, ξεκίνησε μετά από ενημέρωση αρμόδιας υπηρεσίας που εντόπισε αναρτήσεις σε συγκεκριμένη εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων. Η τεχνική ανάλυση απέδωσε τη δραστηριότητα σε λογαριασμό και συσκευή που χρησιμοποιούσε ο 29χρονος, ενώ δεδομένα δικτύου και ηλεκτρονικές διευθύνσεις αποτέλεσαν κρίσιμα στοιχεία τόσο στο στάδιο της προανάκρισης όσο και στην κύρια ανάκριση. Το συνδυαστικό ψηφιακό αποτύπωμα, όπως αποτυπώνεται στη συλλογιστική της παραπομπής, λειτούργησε ως η γέφυρα που συνέδεσε την ηλεκτρονική δραστηριότητα με συγκεκριμένο χρήστη, χρόνο και συσκευές.
Σε επίπεδο θέσης κατηγορουμένου, ο 29χρονος παραδέχθηκε διακίνηση υλικού, αλλά αμφισβήτησε την ηλικία των απεικονιζόμενων και υποστήριξε ότι πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό. Το Συμβούλιο, ωστόσο, έκρινε ότι ο όγκος του υλικού και η φύση των ευρημάτων δεν συνάδουν με τον ισχυρισμό της μεμονωμένης πράξης. Σημείωσε ότι για τη στοιχειοθέτηση της κατοχής και της διανομής δεν απαιτείται ο δράστης να είναι παραγωγός του υλικού και ότι η κατ’ εξακολούθηση τέλεση προκύπτει από πολλαπλές πράξεις σε διακριτούς χρόνους. Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Βασίλης Μπέης.
Κοινός παρονομαστής το κινητό τηλέφωνο και η τεχνική αλήθεια των δεδομένων
Παρότι οι δύο υποθέσεις έχουν διαφορετικό ποινικό αποτύπωμα, κοινός παρονομαστής είναι ο ρόλος της ψηφιακής τεκμηρίωσης. Στην πρώτη περίπτωση, το βάρος πέφτει στην ανάλυση ενός κινητού τηλεφώνου και στην ερμηνεία του τι σημαίνει να βρίσκονται αρχεία σε thumbnails της λανθάνουσας μνήμης ή σε cache εφαρμογών. Εκεί ακριβώς χτίζεται και η κεντρική αντιπαράθεση: είναι αυτά ίχνη που μπορούν να προκύψουν χωρίς συνειδητή αποθήκευση, ή είναι αποτύπωμα στοχευμένης δραστηριότητας που αποδεικνύεται και από το ιστορικό αναζήτησης, από την αυτόματη συμπλήρωση και από τη συνολική χρήση εφαρμογών επικοινωνίας;
Στη δεύτερη υπόθεση, η τεχνική εικόνα δείχνει πιο εκτεταμένη, με πολλαπλές συσκευές, εξωτερικό αποθηκευτικό μέσο, εργαστηριακή πραγματογνωμοσύνη και κρίσιμες ημερομηνίες που αποδίδουν διακριτές πράξεις σε διαφορετικούς χρόνους. Εδώ η δικογραφία δεν μένει στην ύπαρξη υλικού, αλλά επιχειρεί να δείξει διανομή μέσω εφαρμογής, δηλαδή μια ενεργή πράξη που ξεφεύγει από το όριο της απλής κατοχής.













