Στην προχθεσινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ρόδου, ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΡ, Σωτήρης Βαγιανός, επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά τον εαυτό του, επιδιδόμενος σε μια άνευ προηγουμένου επίδειξη πολιτικής μνησικακίας και μικροψυχίας, με κραυγαλέα ψεύδη και τόνους λάσπης κατά του ΦοΔΣΑ Νοτίου Αιγαίου.
Της Ρένας Παυλάκη
Αφορμή ήταν η απόφαση της διοίκησης των ΕΛΤΑ να κλείσει υποκαταστήματα σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων τριών στη Ρόδο, που έδωσε την ευκαιρία στον Σωτήρη Βαγιανό να καταφερθεί κατά του ΦοΔΣΑ, μέσα από μια απολύτως αδόκιμη σύγκριση, που φανέρωσε όμως πιο είναι το πραγματικό πρόβλημά του, τι είναι εκείνο που τον ενοχλεί: η επιτυχία του άλλου, η οποία, αναπόφευκτα, λειτουργεί ως μέτρο σύγκρισης ως προς την αποτελεσματικότητα και την παραγωγή έργου.
Σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν στη συνεδρίαση, ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΡ ισχυρίστηκε ότι:
– Υπάρχει «κρατικό πρόγραμμα διάσωσης των ΦοΔΣΑ»
Μια δήλωση που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς δεν υφίσταται τέτοιο πρόγραμμα. Είναι απολύτως ψευδές.
– Ο ΦοΔΣΑ Νοτίου Αιγαίου «θα χρηματοδοτηθεί με 700 εκατ. ευρώ»
Δεύτερο κραυγαλέο ψέμα. Αποσιωπά ο Σωτήρης Βαγιανός ότι τα κονδύλια αυτά δεν είναι «κρατικές επιχορηγήσεις”, που θα μπορούσαν να δοθούν στα ΕΛΤΑ όπως είπε, αλλά αποτέλεσμα διεκδίκησης και σχεδιασμού — μια “προίκα” που εξασφάλισε ο ΦοΔΣΑ μέσα από ευρωπαϊκά και εθνικά χρηματοδοτικά εργαλεία λόγω ικανότητας, προγραμματισμού και τεχνογνωσίας. Κανείς δεν του τα χάρισε. Τα διεκδίκησε και τα πήρε!
Άρα το ερώτημα που επιχειρεί να θέσει ο Σωτήρης Βαγιανός “γιατί δεν δόθηκαν στα ΕΛΤΑ;” είναι ο ορισμός της φαιδρότητας και του φτηνού και ανέξοδου λαϊκισμού. Τα χρήματα αυτά δεν τα δίνει το κράτος για να μοιράζονται όπου εξυπηρετεί ο πολιτικός λόγος κάποιων, αλλά κατευθύνονται σε ώριμες και αποτελεσματικές διοικήσεις που έχουν τη δυνατότητα να τα φέρουν. Και ο ΦοΔΣΑ ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, όσο κι αν αυτό αδυνατεί να το καταπιεί ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΡ. Όπως επίσης αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η επιτυχία δεν εξυγιαίνεται — χτίζεται. Λογικό και αναμενόμενο βέβαια από κάποιον που βλέπει τις χρηματοδοτήσεις ως… κουβάδες!
Οι ευθύνες του Αλέξανδρου Κολιάδη
Η προσπάθεια υποτίμησης της δουλειάς του ΦοΔΣΑ Νοτίου Αιγαίου δεν έρχεται τυχαία. Όσο ένας φορέας παραδίδει έργο, τόσο περισσότερο εκτίθεται και αναδεικνύεται η αδυναμία άλλων να πράξουν το ίδιο. Και εδώ βρίσκεται η ουσία. Δεν πρόκειται για πολιτική επιχειρηματολογία. Πρόκειται για επικοινωνιακή επίθεση προς έναν επιτυχημένο οργανισμό, με μοναδικό σκοπό τη συγκάλυψη της ανεπάρκειας εκείνων που επιχειρούν – ανεπιτυχώς – να τον υποβαθμίσουν.
Και οι ευθύνες δεν περιορίζονται στον Βαγιανό. Εξίσου σοβαρό είναι το γεγονός ότι ο δήμαρχος, ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου και το σύνολο των δημοτικών συμβούλων άφησαν τα ψεύδη να εκστομίζονται χωρίς αντίλογο.
Αδιαφορία; Άγνοια; Αδυναμία να υπερασπιστούν το αυτονόητο; Ή απλώς φόβος απέναντι στο δίδυμο Βαγιανού–Κολιάδη;
Ειδικά για τον Αλέξανδρο Κολιάδη, η ευθύνη της λασπολογίας εναντίον του ΦοΔΣΑ από τον Σωτήρη Βαγιανό τον αφορά στο ακέραιο, με την ιδιότητά του ως Αντιπροέδρου του ΦοΔΣΑ. Ήταν ο πρώτος που όφειλε να επαναφέρει τον Βαγιανό στην τάξη και να υπερασπιστεί την αλήθεια για τον φορέα του οποίου είναι αντιπρόεδρος. Δεν το έκανε. Για πολλοστή φορά ο Αλέξανδρος Κολιάδης γίνεται «ουρά» του Βαγιανού. Για πολλοστή φορά, μένει άφωνος και άβουλος μπροστά του.
Τελικά, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για να καταλάβει κανείς τι συνέβη. Έχει συμβεί πολλές φορές στο πολύ πρόσφατο παρελθόν: Όταν ένας φορέας φέρνει αποτελέσματα, προσελκύει πόρους, σχεδιάζει και υλοποιεί έργα, κάποιοι άλλοι νιώθουν άβολα. Κι εκεί που η σύγκριση θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή αυτοκριτικής και βελτίωσης, επιλέγεται ο δρόμος της στρέβλωσης, του ψέματος, της λάσπης. Η πραγματικότητα παραμορφώνεται εσκεμμένα, για να χωρέσει σε μικρά σχήματα πολιτικής επιβίωσης, σε προσωπικές ατζέντες, σε πολιτικές σκοπιμότητες, σε πολιτικά συμπλέγματα.
Μόνο που η πραγματικότητα, αργά ή γρήγορα, επιβάλλεται. Και έχει τον κακό συνήθειο να δικαιώνει όσους δουλεύουν και να εκθέτει όσους απλώς μιλούν, πολύ περισσότερο όταν αυτοί ψεύδονται, λασπολογούν, ασχημονούν.















