Σαν τα μανιτάρια ξεφυτρώνουν στη Ρόδο τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος

Αποδόμηση και βίαιη αλλαγή χαρακτήρα προκαλεί η κρίση στην αγορά της Ρόδου όπου αρχίζει να δημιουργείται σταδιακά μία νέα «φούσκα», αυτή των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος πάσης φάσεως και… γεύσεως, τα οποία ξεφυτρώνουν σαν «μανιτάρια» καταλαμβάνοντας κάθε κενό κατάστημα που αφήνει πίσω του το εμπόριο που παραπαίει.
Η δημιουργία νέων καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος εκτιμάται ότι από τις αρχές του έτους έχει αυξηθεί πάνω από 20%, ενώ σε ορισμένες περιοχές του ιστορικού κέντρου της Ρόδου και ορισμένων προνομιακών εμπορικών οδών περιφερειακών δήμων, ίσως το ποσοστό αυτό να είναι πολύ μεγαλύτερο.
Η λειτουργία τέτοιων σημείων, είτε αυτά ανήκουν σε αλυσίδες, είτε είναι μεμονωμένα, έχει λάβει τόσο μαζική μορφή, που αυτή η «μόδα» αρχίζει να φοβίζει, κυρίως όσους τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν βιώσει και άλλα φαινόμενα «φούσκας», πρώτα με τα αναρίθμητα καταστήματα video-club, αργότερα με τα Internet-cafe κ.ά.
Η κατάληξη όλων αυτών των ακραίων αντιδράσεων της αγοράς και του επιχειρείν είναι πως κατά κανόνα όταν η «μόδα» υποχωρεί, τα περισσότερα από αυτά τα σχεδόν ομοειδή καταστήματα κλείνουν και οι νεόκοποι επιχειρηματίες συνήθως υφίστανται μεγάλες απώλειες. Σήμερα η «επιχειρηματικότητα ανάγκης» είναι η κινητήριος δύναμη υλοποίησης αυτών των κινήσεων, καθώς η ανεργία αυξάνει τις «ανησυχίες», ιδιαίτερα των νέων, οι οποίοι, εάν διαθέτουν ένα μικρό κεφάλαιο, δικό τους ή δανεικό, πολλές φορές το κατευθύνουν στη δημιουργία ενός καφέ ή ενός αρτοζαχαροπλαστείου.
Τίποτε το επιλήψιμο δεν υπάρχει σης επιχειρηματικές πρωτοβουλίες τέτοιου είδους, οι οποίες δημιουργούν και κάποιες θέσεις εργασίας, έστω ημιαπασχόλησης ή ελαστικής μορφής.
Οι κίνδυνοι, όμως, που είναι ορατοί πλέον σε κάποιες περιοχές της Ρόδου ξεκινούν όταν μέσα σε λίγες εκατοντάδες μέτρα μίας εμπορικής οδού, ανοίγουν πολλά τέτοια ίδια καταστήματα, τα οποία με πρωταγωνιστικό προϊόν τον καφέ, τα αρτοποιήματα και τα διάφορα snack, επιδίδονται σε «μάχη» τιμών και σε αγώνα επιβίωσης.
Πιο έντονο είναι το φαινόμενο στους πεζόδρομους ιδιαιτέρως πέριξ της πλατείας Κύπρου.
Είναι πολύ σπάνιο να ανοίξει σήμερα στη Ρόδο ένα νέο κατάστημα ένδυσης ή υπόδησης, καθώς όλη η επιχειρηματική «ενέργεια» διοχετεύεται σχεδόν αποκλειστικά στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, τα οποία δεν απαιτούν καμία ιδιαίτερη εξειδίκευση ή τεχνογνωσία για να λειτουργήσουν. Τον δικό τους ρόλο διαδραματίζει και το γεγονός πως ο «αέρας» για να ενοικιαστεί ένα κενό κατάστημα πλέον δεν υπάρχει, τα ενοίκια είναι σημαντικά μειωμένα, ενώ και το εργατικό κόστος έχει επίσης υποχωρήσει. Ετσι, παρ’ όλο που ο τιμολογιακός ανταγωνισμός είναι μεγάλος, εντούτοις το περιθώριο κέρδους παραμένει σε πολύ αποδεκτά επίπεδα και προσελκύει ακόμη περισσότερους επαγγελματίες στον συγκεκριμένο τομέα.

ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΓΣΒΕΕ
Ούτε έξι μήνες δεν αντέχουν ανοιχτά τα περισσότερα από τα νέα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος που «φυτρώνουν εν μια νυκτί» στις μεγάλες πόλεις, «θεωρούν πως είναι εύκολη δουλειά, ωστόσο κανείς δεν αντιλαμβάνεται τα έξοδα που συνεπάγεται η λειτουργία ενός σουβλατζίδικου, ενός τυροπιτάδικου, ενός ουζερί κρύου πιάτου, είτε ενός καταστήματος που διαθέτει “παγωμένο παγωτό” (frozen yogurt) και ως εκ τούτου σε λιγότερο από έξι μήνες αναγκάζονται να κλείσουν», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΓΣΒΕΕ και πρόεδρος των εστιατόρων Ελλάδας, Γιώργος Καββαθάς. Όπως λέει ο ίδιος, οι περισσότεροι που επιλέγουν να ακολουθήσουν αυτό τον δρόμο είναι νέοι, συνήθως φοιτητές, οι οποίοι δεν έχουν άλλη διέξοδο, αφού οι «πόρτες» των εταιρειών παραμένουν ερμητικά κλειστές. Επιπλέον, το σχετικά χαμηλό κόστος που απαιτείται για τη δημιουργία μιας τέτοιας επιχείρησης, το οποίο ξεκινά από 15.000 ευρώ και δεν υπερβαίνει τα 30.000 ευρώ, -ποσό που ακόμη και σήμερα μπορεί κάποιος να συγκεντρώσει- αλλά και το γεγονός πως δεν χρειάζεται να προχωρήσουν σε προσλήψεις προσωπικού αυξάνει το κίνητρό τους.
Ωστόσο, ο κ. Καββαθάς υπογραμμίζει πως η έξαρση αυτού του φαινομένου ελλοχεύει τεράστιους κίνδυνους για την υπόλοιπη αγορά και κυρίως για τις παραδοσιακές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν δαπανήσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και απασχολούν εκατοντάδες εργαζόμενους. Παρά την απειρία τους, δεν παύουν να κερδίζουν κάποιο μερίδιο και να αποσπούν πωλήσεις από τους υφιστάμενους παίκτες, και μάλιστα σε μια αγορά που συνεχώς υποχωρεί. Δεν είναι τυχαίο, προσθέτει ο κ. Καββαθάς, που ακόμη και μεγάλες αλυσίδες όπως τα Starbucks, η Pizza Hut, τα Goody’s και η La Pasteria έχουν περιορίσει σημαντικά το δίκτυό τους τα τελευταία χρόνια.