Αμφισβητείται η πραγματογνωμοσύνη για το θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα

Σοβαρές ενστάσεις γύρω από την ποιότητα της πραγματογνωμοσύνης, που διενεργήθηκε από ιδιώτη, τον οποίο όρισε η Τροχαία Ρόδου, για τη διακρίβωση των συνθηκών κάτω από τις οποίες βρήκε τραγικό θάνατο σε τροχαίο ατύχηµα, που σημειώθηκε την 05.50 ώρα της 14ης Ιουλίου 2012, στην περιοχή Κρητικά Ρόδου, πλησίον του νυχτερινού κέντρου “Αστρα”, ο 36χρονος Ροδίτης Σταύρος Αυγέρης του Αθανασίου, εκφράζει σε επιστολή διαμαρτυρίας του προς την Αστυνομική Διεύθυνση Δωδεκανήσου, το γνωστό δικηγορικό γραφείο “Βήτας και Συνεργάτες”.
Ο 36χρονος διέσχιζε πεζός το οδόστρωµα και παρασύρθηκε από το υπ’ αριθµ. ΡΟΚ2218 ΙΧ αυτοκίνητο, τύπου Volkswagen Polo, που οδηγούσε ένας 24χρονος και είχε κατεύθυνση προς την Ιαλυσό.
Από το δικηγορικό γραφείο εντοπίστηκαν πρωτοφανή σφάλματα και αυθαίρετα συμπεράσματα στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης.
Όπως τονίζεται στην πολυσέλιδη επιστολή με την πραγματογνωμοσύνη εμφανίζεται ότι το θύμα έπεσε πάνω στο μέσον του καπό του αυτοκινήτου, ενώ η αρχική επαφή-σύγκρουση αναμφίβολα έγινε μπροστά και αριστερά αρχικώς, καθώς το θύμα χτυπήθηκε ενώ βάδιζε και ακολούθως έπεσε διαδοχικά στο καπό και το παρμπρίζ του αυτοκινήτου. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι η αλήθεια των περιστατικών, όπως περιγράφεται, αποδεικνύεται και από την ιατρική πραγματογνωμοσύνη, όπου αναφέρεται ότι το θύμα υπέστη συντριπτικό κάταγμα στην κνήμη και την περόνη του δεξιού ποδιού. Τούτο σημαίνει ότι το αρχικό χτύπημα-επαφή έγινε χαμηλά.
Πέραν τούτου σε φωτογραφία εμφανίζεται η “πορεία” του θύματος και η διέλευση του δρόμου από αυτό, τουλάχιστον 10 μέτρα μετά από την διάβαση πεζών. Προσδιορίζεται το σημείο σύγκρουσης με το θύμα όχι μόνο δέκα μέτρα από τη διάβαση, αλλά επιπλέον σχεδόν στην τέρμα δεξιά πλευρά του δρόμου. Τούτο συμβαίνει διότι έχει ανακαλυφθεί στο σημείο της υποτιθέμενης σύγκρουσης, ίχνος από το υπόδημα του θύματος, όταν είναι εμφανής στην φωτογραφία η παντόφλα του θύματος η οποία μάλιστα εκτινάχθηκε από την σφοδρή σύγκρουση στα δεξιά του δρόμου και τουλάχιστον πέντε μέτρα εγγύτερα προς τη διάβαση.
Παρουσιάζεται περαιτέρω το θύμα να παρασύρεται βίαια από αυτοκίνητο, του οποίου η ταχύτητά του αναμφίβολα, με βάση τα στοιχεία, υπερέβαινε τα 120 χιλιόμετρα την ώρα και το υπόδημά του να εκτινάσσεται παραδόξως προς την αντίθετη πλευρά, ήτοι προς τα πίσω.
Επιπλέον, όπως επισημαίνεται, αυθαιρέτως παραλείπεται η αναφορά ύπαρξης ιχνών πεδήσεως πάνω στη διάβαση παρόλο που φαίνονται ξεκάθαρα. Το δικηγορικό γραφείο διατείνεται ότι είναι προφανές ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου πάτησε φρένο αφού χτύπησε το θύμα και αφού ως τότε δεν το έβλεπε.
Σε άλλο σημείο της πραγματογνωμοσύνης αναφέρεται ότι δεν υπάρχουν πινακίδες για τα όρια ταχύτητας, παρόλο που υπάρχουν τουλάχιστο δύο πινακίδες ταχύτητας από την έναρξη της μεγάλης ευθείας, μήκους τουλάχιστον δύο χιλιομέτρων.
Περιέργως, όπως καταγγέλλεται, δεν αναφέρονται ούτε οι έξι συνεχόμενες διαβάσεις πεζών προ της διάβασης του τόπου του ατυχήματος, ούτε και οι διαδοχικές σημάνσεις σε κάθε διάβαση και ειδικότερα η ειδική σήμανση και στην επίδικη διάβαση του ατυχήματος, δημιουργώντας στο φυσικό δικαστή επίπλαστη εικόνα του σημείου.