Aκόμη δύο υποθέσεις φοροαπάτης µε κατηγορούµενη µια υπήκοο Αλβανίας, που µετείχε σε επιχειρήσεις από τις οποίες διακινήθηκαν επί 4ετία πλαστά και εικονικά τιµολόγια αξίας 2,203 εκατ. ευρώ, η οποία έχει καταδικαστεί ερήµην από το Τριµελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργηµάτων σε ποινή κάθειρξης 7 ετών, θα απασχολήσουν το Τριµελές Πληµµελειοδικείο Ρόδου.
Η εταιρεία µε τη µορφή της ατοµικής επιχείρησης και µε ιδιοκτήτρια – διαχειρίστρια την Αλβανή, δήλωσε ως βασικό αντικείµενο δραστηριοτήτων την παροχή κατασκευαστικών υπηρεσιών. Συγχρόνως όµως έκανε επεκτάσεις σε διάφορες Δ.Ο.Υ. της επικράτειας µε δραστηριότητες που δεν είχαν σχέση µε την αρχική έναρξη, όπως ψητοπωλεία, οινοµαγειρεία, ξύλινες κορνίζες κτλ.
Κατά τους διενεργηθέντες ελέγχους του ΣΔΟΕ δεν βρέθηκε καµία έδρα επιχείρησης ενώ η εµπλεκόµενη Αλβανή υπήκοος διαπιστώθηκε ότι είναι κάτοχος µεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Συνολικά η αξία των τιµολογίων που διακινήθηκαν ανέρχεται στο ποσό των 2,203 εκατ. ευρώ και το επιβληθέν πρόστιµο σε 4,4 εκατ. ευρώ.
Η κατηγορούµενη κατέθεσε στα πλαίσια της κυρίας ανάκρισης ότι ήρθε ως οικονοµικός µετανάστης µε τα δύο αδέλφια της στην Ελλάδα και δραστηριοποιηθήκανε στις οικοδοµικές εργασίες. Προκειµένου να είναι ανταγωνιστικοί και να µπορέσουν να εργασθούν, δεν τήρησαν όλες τις απαραίτητες διαδικασίες ασφάλισης, όπως εξάλλου και οι περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες επικολλούν ως ένσηµα µόνο τα προβλεπόµενα ελάχιστα από τον νόµο. Η αλλοδαπή ισχυρίστηκε παραπέρα ότι όλες οι εργασίες για τις οποίες εκδόθηκαν φορολογικά παραστατικά έχουν πραγµατοποιηθεί.
Αναφορικά µε τα φορολογικά της στοιχεία ισχυρίστηκε πως όλα πετάχτηκαν από συγγενικά πρόσωπα του πρώην συζύγου της, µετά το χωρισµό τους, όπως επίσης και όλα τα ρούχα και τα υπάρχοντά της.
Στις δύο δίκες που θα συνεκδικαστούν η ίδια κατηγορείται για υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Φέρεται συγκεκριμένα τα έτη 2003 και 2004, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος να υπέβαλε ανακριβή δήλωση. Συγκεκριμένα απέκρυψε εισοδήματα ύψους 101.395,97 ευρώ το 2003 και εισοδήματα ύψους 40.951,14 ευρώ το 2004.
Εκκρεμούν εις βάρος της ακόμη δύο δίκες για τη διάπραξη όμοιων αδικημάτων. Φέρεται συγκεκριμένα την 31η Δεκεµβρίου 2007 προκειµένου να αποφύγει την πληρωµή φόρου εισοδήµατος να παρέλειψε να υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήµατος αποκρύπτοντας καθαρά εισοδήµατα. Συγκεκριµένα για την χρήση του οικονοµικού έτους 2007 δεν υπέβαλε δήλωση φορολογίας εισοδήµατος, ενώ όπως προέκυψε από τον διενεργηθέντα τακτικό φορολογικό έλεγχο, ασκούσε εµπορική δραστηριότητα µε αντικείµενο την εργολαβία οικοδοµών και θα έπρεπε να δηλώσει ως φορολογητέα κέρδη το ποσό των 81.000 ευρώ, στο οποίο αναλογούσε ως φόρος το ποσό των 26.725 ευρώ (το οποίο µετά των νοµίµων προσαυξήσεων ανέρχεται σε 41.278,49 ευρώ).
Στη δεύτερη υπόθεση κατηγορείται για παράβαση του άρθρου 25 του Ν. 1882/90. Φέρεται συγκεκριµένα από τον Αύγουστο του 2007 έως τον Σεπτέµβριο του 2010 να καθυστέρησε την καταβολή των βεβαιωµένων στις Δηµόσιες Οικονοµικές Υπηρεσίες χρεών προς το Δηµόσιο και συγκεκριµένα ποσού ύψους 1.967.023,89 ευρώ.















