Απερρίφθη η αίτηση του Δημοσίου για αποβολή της Περιφέρειας

Με την υπ΄αριθμ. 139/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) απορρίφθηκε η αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για την αποβολή της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (πρώην Νομαρχίας Δωδεκανήσου) από το ακίνητο που χρησιµοποιούσε η 95 ΑΔΤΕ στο κέντρο της πόλης.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι κακώς το Ειρηνοδικείο θεώρησε εαυτό αναρμόδιο για να αποφανθεί επί της ένδικης διαφοράς, καθώς, όπως τονίζεται στην απόφαση, η διένεξη μεταξύ των διαδίκων δεν δημιουργεί διοικητική διαφορά ουσίας.
Πιθανολόγησε παραπέρα ότι η πράξη αποβολής από τη νομή έλαβε χώρα το Μάρτιο του 2009 με αποτέλεσμα το δικαίωμα του Ελληνικού Δημοσίου να έχει ήδη υποπέσει σε παραγραφή!
Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη απόφαση δεν αφορά την κυριότητα του ακινήτου που θα κριθεί από το Εφετείο Δωδεκανήσου.
Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου επιδιώκει την ακύρωση της υπ’ αριθµ. 248/2009 απόφασης του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Ρόδου µε την οποία δικαιώθηκαν οι θέσεις του Ελληνικού Δηµοσίου σχετικά µε την κυριότητα του ακινήτου στο οποίο στεγαζόταν η Μεραρχία της 95 ΑΔΤΕ στο κέντρο της πόλης αλλά και σε ακόµη 7 ακίνητα τα οποία κατελήφθησαν αυθαιρέτως.
Η Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση συγκεκριµένα, αφού κατέλαβε παρανόµως το ακίνητο της 95 ΑΔΤΕ και εκτέλεσε εργασίες αποκατάστασης, συνεχίζει να το χρησιµοποιεί αυθαίρετα για τη στέγαση υπηρεσιών της, υποστηρίζοντας ότι ανήκει στην ιδιοκτησία της.
Θυμίζουμε ότι το Ειρηνοδικείο µε την υπ’ αριθµ. 42/2011 απόφασή του είχε κρίνει ότι σε περίπτωση που αµφισβητείται η νοµή ή η κατοχή δηµοσίου κτήµατος (ακινήτου) µεταξύ του Δηµοσίου και Οργανισµού Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως εν προκειµένω η Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου, που αποτελεί ΟΤΑ δεύτερης βαθµίδας, αρµόδια να επιλύσουν τη διαφορά είναι τα διοικητικά όργανα.
Το Ελληνικό Δηµόσιο είχε προσφύγει αρχικώς µε αίτηση ασφαλιστικών µέτρων ενώπιον του Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Ρόδου αναπτύσσοντας τους ίδιους ισχυρισµούς περί παράνοµης κατάληψης του ακινήτου από τη Νοµαρχία.
Ο Εισαγγελέας Πληµµελειοδικών µε απόφασή του είχε κρίνει ότι αναρµοδίως το Ελληνικό Δηµόσιο είχε προσφύγει σ’ αυτόν.
Το Ελληνικό Δηµόσιο υποστηρίζει ότι το συγκεκριµένο κτήριο ανέκαθεν στέγαζε τόσο διοικητικές, όσο και στρατιωτικές υπηρεσίες. Κατά το χρόνο έναρξης λειτουργίας της αιρετής Νοµαρχίας στο ακίνητο αυτό στεγάζονταν Yπηρεσίες του Δηµοσίου, ήτοι στρατιωτικές υπηρεσίες, η Aστυνοµική Διεύθυνση Δωδεκανήσου και η Διεύθυνση Δασών Δωδεκανήσου, καθώς επίσης και υπηρεσίες υπαγόµενες στη Nοµαρχία.
Mε την από 20-6-95 αίτησή του προς το Kτηµατολόγιο Pόδου, ο Nοµάρχης Δωδ/σου ζήτησε τη µεταγραφή υπέρ της Nοµαρχιακής Aυτοδιοίκησης Δωδ/σου, σύµφωνα µε το άρθρο 39 ν.2218/94, µεταξύ άλλων και του ακινήτου µε KM I 31 οικ. Pόδου.
Eιδικότερα, σύµφωνα µε την ως άνω διάταξη οι υφιστάµενες κατά την έναρξη ισχύος του νόµου αυτού δηµόσιες πολιτικές υπηρεσίες που συγκροτούν τη Νοµαρχία καθώς και τα επαρχεία και οι διοικητικές τους υπηρεσίες, καταργούνται αυτοδικαίως, µε την έναρξη λειτουργίας της Nοµαρχιακής Aυτοδιοίκησης.
Η ανωτέρω διάταξη, όµως, έχει εφαρµογή µόνο στις περιπτώσεις που στο δηµόσιο κτήµα στεγάζονται αποκλειστικώς και αµιγώς υπηρεσίες, οι οποίες µε την έναρξη λειτουργίας της Nοµαρχιακής Aυτοδιοίκησης καταργούνται αυτοδικαίως και δεν εφαρµόζεται όταν συστεγάζονται (Γνωµ. NΣK 565/1995).
Παρά τα ανωτέρω και ενώ επί του επίδικου ακινήτου, κατά το χρόνο έναρξης λειτουργίας της αιρετής Νοµαρχίας, στεγάζονταν περισσότερες µη καταργούµενες υπηρεσίες σε αριθµό, αλλά και υπαλληλικό προσωπικό από τις καταργούµενες, όλως εσφαλµένως και χωρίς να εξετάσει αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του νόµου, η επί του Kτηµατολογίου Δικαστής µε την αριθµ. 4501/21-6-1995 διάταξή της, διέταξε την καταχώρηση στα κτηµατολογικά βιβλία της ως άνω αίτησης του Nοµάρχη Δωδεκανήσου.