Ποινή κάθειρξης 7 ετών για αποδοχή εικονικών τιμολογίων

Σε ποινή κάθειρξης 7 ετών, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, υπό τον όρο καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 4.000 ευρώ, καταδικάστηκε χθες από το Μονομελές Εφετείο Δωδεκανήσου έμπορος έτοιμων ενδυμάτων, που δραστηριοποιείται στη Μεσαιωνική Πόλη, γιατί κρίθηκε ένοχος κακουργηματικής αποδοχής 15 εικονικών τιμολογίων.
Αθώα κρίθηκε από το ίδιο δικαστήριο κόρη γνωστού αντικέρ, που πραγµατοποιούσε τηλεπωλήσεις στο νησί της Ρόδου και εφέρετο να ήταν εκείνη που εξέδωσε τα τιμολόγια επιχείρησης, που λειτουργούσε υπό την επωνυμία της αφού προέκυψε ότι εκδότης ήταν ο πατέρας της!
Ο τελευταίος, όπως έγραψε η “δ”, συνελήφθη σε εκτέλεση εντάλματος σύλληψης την 29η Ιανουαρίου 2013 για τη συγκεκριμένη υπόθεση αλλά αφέθηκε ελεύθερος καθώς με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Δωδεκανήσου έχει διαταχθεί η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος του για την ίδια υπόθεση.
Η κόρη του ακολουθεί πρόγραµµα υποκατάστασης από τα ναρκωτικά στον ΟΚΑΝΑ.
Ο έµπορος βρέθηκε συγκεκριµένα, µετά από έλεγχο του ΣΔΟΕ Νοτίου Αιγαίου, να έχει καταχωρίσει στα λογιστικά του βιβλία τιµολόγια αξίας 665.194 ευρώ, που αφορούν αγορές εµπορευµάτων, από επιχείρηση που είχε διακόψει στον χρόνο της έκδοσής τους, τη λειτουργία της, στην Παστίδα και η οποία ανήκε στην κόρη του αντικέρ.
Κατά τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, εµπορεύµατα, ρούχα, δερµάτινα και χρυσά αλλά και εξοπλισµός καταστήµατος υγειονοµικού ενδιαφέροντος, βρέθηκαν στην επιχείρηση του κατηγορούµενου.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η επιχείρηση, που φέρεται να πώλησε τα εµπορεύµατα, δεν διαθέτει οργανωµένη επαγγελµατική εγκατάσταση µε εκθεσιακό χώρο και πρόσβαση στο κοινό.
Ως έδρα της είχε δηλωθεί η οικία της, η οποία βρέθηκε κλειδωµένη από την οµάδα ελέγχου. Η επιχείρηση δεν είχε αγορές, ικανές να δικαιολογήσουν τις πωλήσεις, που φαίνεται να πραγµατοποίησε στον έµπορο, αφού ούτε η ίδια δήλωσε αγορές, ούτε δηλώθηκε από προµηθευτές της, πλην ελαχίστων.
Από το έτος 2005 και µετά δεν ανταποκρίθηκε σε καµία φορολογική της υποχρέωση, ενώ αρνήθηκε να προσκοµίσει στον έλεγχο τα φορολογικά βιβλία και στοιχεία της.
Ο λήπτης των στοιχείων, δεν απέδειξε τις συναλλαγές, αφού, όχι µόνο δεν εξόφλησε τα κρινόµενα τιµολόγια µε τραπεζικές καταθέσεις ή δίγραµµες επιταγές, όπως ορίζει ο νόµος, ή έστω µε απλές επιταγές δικές του ή τρίτων αλλά µε µετρητά συνολικού ποσού 665.194 ευρώ.
Η κατηγορούµενη επεσήμανε ότι ξεκίνησε νόµιµα το έτος 2003 επιχείρηση εµπορίας κοσµηµάτων και αντικών µε έδρα την Παστίδα και ότι θεώρησε όλα τα απαιτούµενα βιβλία και στοιχεία. Ακολούθως έµπλεξε µε τα ναρκωτικά, σταµάτησε να λειτουργεί την επιχείρηση και σήµερα είναι άρρωστη, τοξικοµανής και συµµετέχει σε πρόγραµµα υποκατάστασης.
Υποστήριξε ότι τα βιβλία και τα στοιχεία της έχουν χαθεί και αρνείται ότι υπέγραψε κάποιο από τα 15 τιµολόγια που βρέθηκαν στο κατάστηµα του εµπόρου. Ισχυρίστηκε επιπλέον ότι δεν γνωρίζει ποιος πλαστογράφησε την υπογραφή της και ποιος κυκλοφόρησε τα τιµολόγια και ζήτησε τη διενέργεια πραγµατογνωµοσύνης.
Η γραφολογική πραγµατογνωµοσύνη πράγµατι έδειξε ότι τα τιµολόγια δεν είχαν υπογραφεί από την ίδια ενώ προέκυψε ότι η τεθείσα επί των 15 φερόµενων ως εικονικών φορολογικών στοιχείων υπογραφή ανήκει στον πατέρα της.
Ο πατέρας της φέρεται συγκεκριμένα να κατάρτισε εικονικά τιµολόγια εκδόσεως της κόρης του, συνολικής αξίας 588.670 ευρώ προς τον έµπορο για να τα χρησιµοποιήσει στις φορολογικές αρχές.
Την κατηγορούμενη εκπροσώπησε η δικηγόρος κ. Μαριέττα Ξενάκη και τον έμπορο ο δικηγόρος κ. Δημ. Καραγεώργης.