Θα βγει από το ψυχιατρείο ο δολοφόνος του συνταξιούχου

Την ανάκληση της απόφασης του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, το έτος 2009, για τον εγκλεισμό σε ψυχιατρικό ίδρυμα, του 35χρονου εποχικού δασοπυροσβέστη Ν. Ρ. του Μ., δράστη του ιδιαζόντως ειδεχθούς φόνου του 66χρονου Γεωργίου Βολιτάκη και της δολοφονικής επίθεσης µε µαχαίρι στη σύζυγο, τη µητέρα και την αδελφή του, την 16η Μαΐου 2009, σε πολυκατοικία της οδού Πειραιώς, ζήτησε αρμοδίως η διοίκηση του Θεραπευτηρίου Λέρου.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου με το υπ’ αριθµ. 121/2009 βούλευµά του είχε αποφασίσει να µην γίνει κατηγορία κατά του ανωτέρω για το αδίκηµα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, και ταυτόχρονα τον εγκλεισµό του σε δηµόσιο ψυχιατρικό ίδρυµα για όσο χρόνο κριθεί απαραίτητο για τη δηµόσια ασφάλεια από τους θεράποντες ιατρούς.
Το δικαστικό συµβούλιο αναγνώρισε συγκεκριµένα ότι ο 35χρονος διέπραξε το αδίκηµα έχοντας ωστόσο έλλειψη καταλογισµού λόγω διατάραξης πνευµατικών λειτουργιών και συνείδησης.
Το δικαστικό συµβούλιο βασιζόµενο και σε σχετικές ιατρικές πραγµατογνωµοσύνες διαπίστωσε ότι ο δράστης πάσχει από καταθλιπτική ψύχωση µε αποτέλεσµα να µην έχει την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο των πράξεών του.
Ο Ροδίτης συνελήφθη την 16-05-2009 και περί ώρα 08:00. Την 15-05-2009 και περί ώρα 20:30 περίπου, ευρισκόµενος εντός της οικίας του στην οδό Πειραιώς, άρχισε να παρουσιάζει µη φυσιολογική συµπεριφορά, κινούµενος συνεχώς πάνω κάτω στο δωµάτιό του. Από τη σύζυγό του Τ. Π.του Ε., 26 ετών, νοικοκυρά και από τη µητέρα του Χ. Φ. του Γ., 57 ετών, συνταξιούχο, του προτάθηκε να µεταβεί στο Νοσοκοµείο Ρόδου, όµως αυτός άλλαζε συνεχώς την απόφασή του για µετάβαση στο Νοσοκοµείο.
Κάποια στιγµή όταν έµεινε µόνος µε τη σύζυγό του, αφού άνοιξε τα συρτάρια της κουζίνας, πήρε ένα µαχαίρι και της επιτέθηκε. Σημειώνεται ότι η γυναίκα κρατούσε στην αγκαλιά της το ηλικίας ενάµιση έτους παιδί τους, τραυµατίζοντάς την, στο αριστερό χέρι, κοντά στον ώµο.
Προς βοήθεια της έσπευσαν η αδερφή του κατηγορουµένου Ρ. Μ. του Μ. 34 ετών, νοικοκυρά και η µητέρα του Χ. Φ., στις οποίες επίσης επιτέθηκε τραυµατίζοντάς τες µε µαχαίρι, που κρατούσε, σε διάφορα µέρη του σώµατός τους.
Στην ακτινογραφία απεικονίζεται λάµα αιχµηρού, οδοντωτού κατά τη µία του πλευρά, µαχαιριού, σφηνωµένη στο άνω τµήµα του θώρακός της. Ηταν τόση η µανία του που το µαχαίρι έσπασε µέσα στο σώµα της αδερφής του!
Στη µητέρα του µε το µαχαίρι προκάλεσε 14 διάσπαρτα σε όλη τη ράχη θλαστικά τραύµατα, τοµές µήκους 3,5 εκατ. περίπου έκαστη και µικρού βάθους 1,5 εκατ. περίπου, εκχύµωση 5 εκατ. περίπου στη δεξιά πλάγια τραχηλική χώρα και διάσπαρτες επιφανειακές τοµές στη δεξιά παλάµη. Ο κατηγορούµενος µε άλλο µαχαίρι τραυµάτισε θανάσιµα τον Βολιτάκη Γεώργιο του Εµµανουήλ, 66 ετών, κάτοικο εν ζωή Ρόδου, συνταξιούχο, ο οποίος πήγε εκεί για να βοηθήσει τις τρεις γυναίκες.
Εξεταζόµενος από τους αστυνοµικούς ο κατηγορούµενος ισχυρίστηκε ότι, λόγω της επιµονής της συζύγου του και της µητέρας του για τη λήψη των φαρµάκων του, νευρίασε και αφού πήρε από το συρτάρι της κουζίνας ένα µαχαίρι, πάνω στα νεύρα του χτύπησε την µητέρα του, την αδελφή του και τον συµπέθερό του Βολιτάκη Γεώργιο. Δήλωσε δε ότι µετάνιωσε για ό,τι έκανε. Σύμφωνα με τις πληροφορίες οι ιατροί του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου αποφάνθηκαν ότι ο 35χρονος πάσχει από σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου έχοντας οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις. Διαπιστώθηκαν παραπέρα διαταραχές της διάθεσης, απόπειρες αυτοκτονίας και ετεροεπιθετική συμπεριφορά.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του ο ασθενής τελούσε υπό φαρμακευτική αντιψυχωσική αγωγή, ψυχολογική υποστήριξη και ήταν ήρεμος και απόλυτα συνεργάσιμος στη θεραπεία. Φέρεται να εργάζεται την τελευταία 3ετία στον Κοινωνικό Συνεταιρισμό του Τομέα Ψυχικής Υγείας Δωδεκανήσου και να αμείβεται. Λαμβάνει συχνά άδειες εξόδου από το ψυχιατρείο κατά τη διάρκεια των οποίων επισκέπτεται μέλη της οικογένειάς του, καφενεία και εστιατόρια.
Οι ιατροί έκριναν ότι η ψυχική του κατάσταση έχει βελτιωθεί και σταθεροποιηθεί και ότι δεν συντρέχουν λόγοι περαιτέρω παραμονής του στο ψυχιατρείο. Εκτιμούν εξάλλου ότι έχει τη δυνατότητα να επανενταχθεί κοινωνικά χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η δημόσια ασφάλεια, εφόσον πληρούνται βέβαια οι προϋποθέσεις συνέχισης της αντιψυχωτικής φαρμακευτικής, της τακτικής ψυχιατρικής παρακολούθησης και εξασφαλίζεται η διατήρηση ενός κατάλληλου υποστηρικτικού οικογενειακού και κοινωνικού πλαισίου.