Με αρνητικό πρόσημο ως προς τη μέση δαπάνη ανά ταξίδι έκλεισε ο Σεπτέμβριος για τον ελληνικό τουρισμό, με τους επισκέπτες να ξοδεύουν με περισσότερη φειδώ σε σχέση με πέρυσι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕΕΛΛ -0,66%), η μέση τουριστική δαπάνη διαμορφώθηκε τον πρώτο μήνα του φθινοπώρου στα 573,8 ευρώ έναντι 622,5 τον αντίστοιχο μήνα του 2024, παραπέμποντας σε μείωση 7,8% σε ετήσια βάση.
Ως εκ τούτου, παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των τουριστών που επισκέφθηκε την Ελλάδα ήταν αυξημένος κατά 3,6% σε σχέση με πέρυσι, τα έσοδα κατέγραψαν πτώση σε ποσοστό 3,6% και ανήλθαν σε 3,42 δισ. ευρώ έναντι 3,55 δισ. ευρώ το 2024.
Ως προς τις επιμέρους αγορές, η γερμανική, μία από τους… στυλοβάτες του ελληνικού τουρισμού, κατέγραψε τις μεγαλύτερες απώλειες τον Σεπτέμβριο, «ζημιώνοντας» τον κλάδο κατά 188,5 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που κάποιες άλλες μεγέθυναν το αποτύπωμά τους στην πίτα των εσόδων με αύξηση της μέσης δαπάνης.
Με αυτή την εξέλιξη συρρικνώνεται στο 1,66 δισ. ευρώ η αύξηση των εσόδων σε επίπεδο εννεαμήνου. Στο συγκεκριμένο διάστημα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ήταν 20,13 δισ. ευρώ έναντι 18,5 δισ. ευρώ ή 9% υψηλότερες.
Τα… στηρίγματα
Σε ισχυρό σύμμαχο του ελληνικού τουρισμού αναδεικνύονται οι χώρες της Ε.Ε. εκτός της ζώνης του ευρώ (Βουλγαρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σουηδία, Πολωνία, Ρουμανία), οι ταξιδιώτες από τις οποίες δαπάνησαν τον φετινό Σεπτέμβριο περισσότερα χρήματα σε σχέση με πέρυσι. Πιο αναλυτικά, η μέση δαπάνη των τουριστών από αυτές τις έξι χώρες διαμορφώθηκε στα 426 ευρώ έναντι 346 ευρώ, καταγράφοντας διψήφιο ποσοστό ανόδου της τάξης του 23% ετησίως.
Μπορεί η δαπάνη των εν λόγω ταξιδιωτών να παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με τα ποσά που ξόδεψαν οι τουρίστες των υπόλοιπων αγορών, ωστόσο, παρουσιάζει μεγάλη αύξηση που συνεπάγεται ενίσχυση του μεριδίου των χωρών της Ε.Ε. εκτός της ζώνης του ευρώ επί των συνολικών τουριστικών εισπράξεων. Συγκεκριμένα, το μερίδιο των αγορών αυτών αυξήθηκε στο 13,36% από 12,8% το 2024.
Σημειωτέον ότι οι Σουηδοί κάνουν τη διαφορά με μέση δαπάνη που κινείται πέριξ των 1.000 ευρώ, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕΕΛΛ -0,66% για το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Στους βασικούς τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού περιλαμβάνονται και οι Γάλλοι, οι οποίοι ξόδεψαν κατά μέσο όρο 697 ευρώ από 646 τον αντίστοιχο περσινό μήνα, ποσά που αντιστοιχούν σε αύξηση 8% περίπου σε ετήσια βάση. Βέβαια, το μερίδιο της γαλλικής αγορά συρρικνώθηκε λίγο στο 6,22% από 6,29% λόγω της μικρής μείωσης της ταξιδιωτικής κίνησης.
Παραδοσιακή δεξαμενή του ελληνικού τουρισμού παραμένει το Ηνωμένο Βασίλειο, με τη μέση δαπάνη να ανέρχεται στα 764 ευρώ από 712 ευρώ πέρυσι, παραπέμποντας σε αύξηση 7% σε ετήσια βάση. Η σημασία της συγκεκριμένης αγοράς στις επιδόσεις του κλάδου αντανακλάται στο μερίδιο 16,18% στη συνολική πίτα των εσόδων από 15,68% πέρυσι.
Αντίστοιχη είναι και η δυναμική των Αμερικανών, οι οποίοι, βέβαια, δαπανούν πολύ περισσότερα σε σχέση με τους υπόλοιπους ταξιδιώτες. Ούτως ειπείν, η μέση δαπάνη των τουριστών από την άλλη άκρη του Ατλαντικού ξεπέρασε το όριο των 1.000 ευρώ και ανήλθε σε 1.100 ευρώ έναντι 1.039 ευρώ το 2024, με αύξηση 6%. Ως εκ τούτου, το μερίδιο της αμερικανικής αγοράς επί του συνόλου διευρύνθηκε στο 7,31% από 7,10% πέρυσι.
Έκοψαν δαπάνες
Την ίδια στιγμή, μαχαίρι στις δαπάνες τους έβαλαν οι Γερμανοί. Η έτερη βασική πηγή ταξιδιωτών του ελληνικού τουρισμού περιόρισε τα έξοδά της στα 643 ευρώ ανά επίσκεψη έναντι 702 ευρώ το 2024, παραπέμποντας σε μείωση 8% σε ετήσια βάση. Μάλιστα, το μερίδιο της γερμανικής αγοράς συρρικνώθηκε στο 16,27% από 17,79% πέρυσι.
Τέλος, οριακή πτώση κατέγραψαν και οι δαπάνες των Ιταλών. Πιο συγκεκριμένα, οι τουρίστες της γειτονικής χώρας ψαλίδισαν κατά τι, στο -0,2%, το διαθέσιμο budget τους στα 614 ευρώ.
Πηγή: euro2day.gr
















