Στο σκέλος των δανείων εντοπίζονται πλέον τα μεγαλύτερα εμπόδια στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς καθυστερούν οι υπογραφές νέων δανειακών συμβάσεων, για λόγους γραφειοκρατίας ή έλλειψης σοβαρού επενδυτικού ενδιαφέροντος, ιδίως σε τομείς που δίνει προτεραιότητα η Κομισιόν, όπως η ψηφιοποίηση. Ετσι, ενώ στις αρχές του προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης τα δάνεια «έτρεχαν» πολύ πιο γρήγορα από τις επιχορηγήσεις, τώρα η φόρα τους έχει κοπεί.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, αυτό φάνηκε ξεκάθαρα τον Ιούλιο, όταν για πρώτη φορά, παρά τον προγραμματισμό, το 6ο αίτημα για τη δόση του Ταμείου Ανάκαμψης δεν είχε δανειακό σκέλος. Κι αυτό γιατί δεν είχε καλυφθεί το προαπαιτούμενο: ο αριθμός υπογεγραμμένων δανειακών συμβάσεων έπρεπε να είναι 9 δισ. ευρώ. Ομως, ακόμη και μέχρι τώρα, ο αριθμός των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί οριακά φτάνει τα 7,5-8 δισ. ευρώ.
Μια βασική αιτία που επικαλούνται οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες για την καθυστέρηση είναι η έλλειψη επαρκών επενδύσεων ψηφιακού περιεχομένου, αφού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Ταμείο Ανάκαμψης, τα δάνεια για την ψηφιακή μετάβαση πρέπει να αποτελούν το 20% του συνόλου. Το γεγονός είναι από μόνο του ανησυχητικό, καθώς η ελληνική οικονομία πάσχει στον τομέα της ψηφιακής μετάβασης και οι επενδυτές θα έπρεπε κανονικά να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία των χαμηλότοκων δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης για να καλύψουν το κενό αυτό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής διείσδυσης είναι 59,7% στην Ε.Ε. και 43,3% στην Ελλάδα, οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης είναι 13,5% στην Ε.Ε. και 9,8% στην Ελλάδα, ο τζίρος των επιχειρήσεων από πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου είναι 19,1% στην Ε.Ε. και 8,4% στην Ελλάδα, το μερίδιο του τομέα τεχνολογίας πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών στην προστιθέμενη αξία είναι 5,5% στην Ε.Ε. και 3% στην Ελλάδα, οι απασχολούμενοι ειδικοί στον τομέα τεχνολογίας πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών είναι 5% στην Ε.Ε. και 2,5% στην Ελλάδα, οι εταιρείες που αγοράζουν υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους είναι 45,3% στην Ε.Ε. έναντι 23,6% στην Ελλάδα. Προφανώς, το κενό είναι μεγάλο.
Ωστόσο, όπως εξηγούν τραπεζικές πηγές, στην Ελλάδα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας δεν υπάρχουν αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις για να πραγματοποιήσουν επενδύσεις στην ψηφιακή τεχνολογία. Αντιθέτως, ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων κατευθύνθηκε στις επενδύσεις σε ΑΠΕ, που έχουν αρχίσει ήδη και αποτελούν πρόβλημα, λόγω υπερπροσφοράς.
Πέραν των ελλείψεων επενδύσεων ψηφιακού περιεχομένου, η καθυστέρηση στα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης οφείλεται, σύμφωνα πάντα με τραπεζικές πηγές, στην πολυπλοκότητα της εγκριτικής διαδικασίας.
Τέλος, το γεγονός ότι στο δανειακό σκέλος οι τράπεζες έχουν τον τελικό λόγο για την προώθηση ή μη των επενδύσεων, αφού οι ίδιες συμμετέχουν με δάνειο ίσο με το 30% του συνολικού ύψους της επένδυσης, σημαίνει ότι οι αξιολογήσεις γίνονται με τραπεζικά κριτήρια και συνεπώς «κόβονται» επιχειρήσεις που δεν τα πληρούν. Το 50% της επένδυσης είναι η συμμετοχή του Ταμείου Ανάκαμψης και το 20% η ίδια συμμετοχή των επενδυτών.
Στην κυβέρνηση υπολογίζουν ότι θα φτάσουν το όριο των 9 δισ. ευρώ που απαιτούνται για το 6ο αίτημα δανείου, 1,8 δισ. ευρώ, τον Σεπτέμβριο με Οκτώβριο, οπότε θα κατατεθεί για να αξιολογηθεί μαζί με το 6ο αίτημα για τις επιχορηγήσεις, 2,1 δισ. Συνολικά το αίτημα θα φτάσει τα 3,9 δισ. ευρώ, που ελπίζεται να εισπραχθούν έως το τέλος του έτους. Αλλο ένα αίτημα μεικτό, δάνεια και επιχορηγήσεις, 3,5 δισ. ευρώ, σχεδιάζεται να υποβληθεί έως το τέλος του χρόνου, αλλά απαιτεί να έχουν υπογραφεί συμβάσεις 11 δισ., κάτι δύσκολο. Θα ακολουθήσουν άλλα δύο αιτήματα τον επόμενο χρόνο, έως το τέλος Αυγούστου που λήγει το Ταμείο Ανάκαμψης.
Δεν είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να απορροφήσει όλα τα δάνεια που δικαιούται, 16,4 δισ. ευρώ (τα επενδυτικά σχέδια πρέπει να έχουν εγκριθεί έως τις 30 Ιουνίου 2026). Ετσι, στην κυβέρνηση, παρότι υποστηρίζουν πάντα ότι ο στόχος της πλήρους απορρόφησης είναι εφικτός, επισημαίνουν παράλληλα πως το σημαντικό είναι να μη χαθούν λεφτά που δικαιούται η Ελλάδα δωρεάν.
Πηγή: moneyreview.gr