Τοπικές Ειδήσεις

Ανατροπή σε υπόθεση λαθρεμπορίας ποτών: Το ΣτΕ επανεξετάζει τα όρια της ποινικής αθώωσης και της διοικητικής συνυπευθυνότητας

• Η απόφαση 599/2025 του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας ανασχηματίζει τη νομική γραμμή για τη δέσμευση των διοικητικών δικαστηρίων από αθωωτικές ποινικές αποφάσεις σε υποθέσεις τελωνειακής παράβασης

Στην καρδιά της έννομης τάξης, όπου συναντώνται το διοικητικό δίκαιο με το ποινικό, και η διοικητική ευθύνη με τις αρχές της δίκαιης δίκης και της ποινικής τεκμηρίωσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας επανήλθε με μία κρίσιμη και πολυσήμαντη απόφαση. Με την υπ’ αριθμ. 599/2025 απόφασή του, το Β΄ Τμήμα του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου εν μέρει έκανε δεκτή αίτηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ασκώντας ουσιαστικό έλεγχο επί της απόφασης 49/2018 του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, η οποία είχε ακυρώσει σειρά καταλογιστικών πράξεων για λαθρεμπορία οινοπνευματωδών ποτών.
Η υπόθεση αφορούσε αποστολές αλκοολούχων ποτών από την Ελλάδα προς το Βέλγιο κατά το διάστημα 2003-2004, οι οποίες τελούσαν υπό καθεστώς αναστολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης. Η τελωνειακή αρχή Ρόδου, κατόπιν ελέγχου και διασταυρώσεων μέσω διεθνούς διοικητικής συνεργασίας, διαπίστωσε ότι οι αποστολές δεν έφτασαν ποτέ στον δηλωθέντα προορισμό και ότι τα έγγραφα παραλαβής έφεραν πλαστές σφραγίδες. Επικαλούμενη ευθύνη του αποστολέα και του μεταφορέα, προχώρησε σε πράξεις καταλογισμού διαφυγόντων φόρων και επιβολής πολλαπλών τελών συνολικού ύψους άνω των 11 εκατομμυρίων ευρώ.
Ειδικότερα, κατόπιν ελέγχου και διοικητικής έρευνας, ο διαχειριστής της εταιρείας και ο μεταφορέας των προϊόντων χαρακτηρίστηκαν συνυπαίτιοι τέλεσης λαθρεμπορικής παράβασης. Εκδόθηκαν τρεις καταλογιστικές πράξεις από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου Ρόδου, με τις οποίες επιβλήθηκαν:
• Καταβολή διαφυγόντων φόρων (2.771.188,07 €),
• Πολλαπλό τέλος (4.256.437,37 €),
• Κήρυξη αστικής συνυπευθυνότητας της εταιρείας για το σύνολο των παραπάνω ποσών.
Η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου και η αίτηση αναίρεσης
Το Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς έκανε δεκτές τις προσφυγές των εναγομένων και ακύρωσε τις παραπάνω πράξεις, βασιζόμενο κυρίως στην αμετάκλητη αθώωση του διαχειριστή από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Δωδεκανήσου, η οποία έκρινε ότι δεν προέκυψε με βεβαιότητα συμμετοχή ή γνώση του διαχειριστή για την τέλεση λαθρεμπορίας. Το ποινικό δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι δεν προέκυπτε γνώση ή πρόθεση συμμετοχής του κατηγορουμένου στη λαθρεμπορία, θεωρώντας επαρκείς τις εξηγήσεις του ως προς την κανονικότητα των εξαγωγών.
Το εφετείο υιοθέτησε τη λογική ότι η απόφαση αυτή δεσμεύει πλήρως και το διοικητικό δικαστήριο. Ως εκ τούτου, ακύρωσε όχι μόνο την επιβολή πολλαπλών τελών αλλά και τον καταλογισμό των διαφυγόντων φόρων, καθώς και την αστική συνευθύνη της εταιρείας για το σύνολο των καταλογισμών.
Η Α.Α.Δ.Ε. προσέφυγε στο ΣτΕ, προβάλλοντας ότι το εφετείο ερμήνευσε εσφαλμένα τις διατάξεις περί δέσμευσης του διοικητικού δικαστηρίου από αθωωτική ποινική απόφαση και δεν έκρινε επί της ουσίας τους διοικητικούς καταλογισμούς.
Η παρέμβαση του Συμβουλίου της Επικρατείας
Η Α.Α.Δ.Ε., με την αίτηση αναίρεσης, αμφισβήτησε το εύρος αυτής της δέσμευσης. Το ΣτΕ, αφού αξιολόγησε τη νομολογία του και τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρο 5 παρ. 2), επιβεβαίωσε ότι η αμετάκλητη ποινική απόφαση δεσμεύει πράγματι τα διοικητικά δικαστήρια, αλλά μόνο ως προς τις κυρώσεις που προϋποθέτουν υπαιτιότητα — δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση, ως προς τα πολλαπλά τέλη που επιβλήθηκαν στον φυσικό πρόσωπο.
Το ΣτΕ επεσήμανε ότι η φορολογική υποχρέωση για καταβολή των διαφυγόντων φόρων δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα και άρα δεν καλύπτεται από τη δεσμευτικότητα της ποινικής κρίσης. Κατά συνέπεια, το διοικητικό εφετείο όφειλε να εξετάσει αυτοτελώς την υπόθεση ως προς τον καταλογισμό των φόρων. Το ανώτατο δικαστήριο παρέπεμψε το συγκεκριμένο ζήτημα πίσω στο εφετείο για νέα εκτίμηση.
Παράλληλα, το ΣτΕ έκρινε ως εσφαλμένη την ακύρωση της αστικής συνευθύνης της εταιρείας. Υπογράμμισε ότι η ευθύνη νομικού προσώπου δεν ταυτίζεται με την ποινική αθωότητα του εκπροσώπου του, ιδίως όταν παραμένει σε ισχύ η καταλογιστική πράξη κατά άλλου φυσικού προσώπου που συμμετείχε στην ίδια παράβαση (συγκεκριμένα, του μεταφορέα). Το δικαστήριο τόνισε ότι πρόκειται για αυτοτελή ευθύνη, που μπορεί να στηριχθεί στον νόμο ακόμη και ανεξαρτήτως υπαιτιότητας.
Η απόφαση του ΣτΕ επανεπιβεβαιώνει κρίσιμες αρχές του διοικητικού δικαίου και θέτει σαφείς οριοθετήσεις μεταξύ ποινικής και διοικητικής ευθύνης. Αναγνωρίζεται ότι οι αμετάκλητες ποινικές αποφάσεις δεσμεύουν τα διοικητικά δικαστήρια μόνο ως προς τη διαπίστωση υπαιτιότητας, όχι όμως και ως προς την καθαυτό νομιμότητα του καταλογισμού φόρων ή της συνευθύνης νομικών προσώπων.
Αναδεικνύεται επίσης η σημασία του θεσμικού ρόλου του εγκεκριμένου αποθηκευτή στο τελωνειακό δίκαιο και οι αυξημένες ευθύνες του σε περιπτώσεις παραβάσεων. Το ΣτΕ, χωρίς να κάνει δεκτή τη γενική αρχή της “αντικειμενικής ευθύνης” του αποθηκευτή, διατηρεί τη θέση ότι το διοικητικό δικαστήριο έχει υποχρέωση να εξετάζει πλήρως και αυτοτελώς τα πραγματικά περιστατικά, έστω και αν αυτά συνδέονται με ήδη κριθείσες ποινικά πράξεις.
Κατά την τελική του κρίση, το Συμβούλιο της Επικρατείας:
• Ανέτρεψε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου κατά το μέρος που ακύρωνε τον καταλογισμό φόρων στον διαχειριστή,
• Κράτησε την υπόθεση για το σκέλος της αστικής συνευθύνης της εταιρείας και απέρριψε σχετικό λόγο προσφυγής,
• Επέβαλε δικαστικά έξοδα υπέρ του Δημοσίου, και
• Παρέπεμψε την υπόθεση στο εφετείο για νέα ουσιαστική κρίση, αποκλείοντας τη δεσμευτικότητα της ποινικής απόφασης σε θέματα που δεν προϋποθέτουν υπαιτιότητα.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου