• Τέσσερις υπήκοοι Λιβάνου που αθωώθηκαν υπέβαλαν αιτήσεις αποζημίωσης, οι οποίες έγιναν δεκτές από το Εφετείο
Υπόθεση που αφορούσε τη μεταφορά 166 μεταναστών από την Τρίπολη του Λιβάνου προς την Ευρώπη με κατηγορούμενους 4 Λιβανέζους Λιβάνου ηλικίας από 25 έως 61 ετών, που είχαν συλληφθεί το καλοκαίρι του 2022 και κρατήθηκαν επί έντεκα μήνες στο Κατάστημα Κράτησης Κω, κατηγορούμενοι για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και μεταφορά αλλοδαπών χωρίς δικαίωμα εισόδου στη χώρα, απασχόλησε χθες το Κακουργιοδικείο.
Η υπόθεση κατέληξε σε πλήρη απαλλαγή, αφού το Δικαστήριο, έπειτα από διεξοδική ακροαματική διαδικασία, αποδέχθηκε το βασικό επιχείρημα της υπεράσπισης περί έλλειψης ελληνικής δικαιοδοσίας. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, το σκάφος στο οποίο επέβαιναν οι κατηγορούμενοι έπλεε σε διεθνή ύδατα, δεν έφερε ελληνική σημαία και δεν είχε προορισμό την Ελλάδα αλλά την Ιταλία. Κατά συνέπεια, η ελληνική δικαιοσύνη δεν είχε αρμοδιότητα να τους δικάσει για τις πράξεις που τους αποδίδονταν.
Από την προσωρινή κράτηση στην αποκατάσταση
Οι τέσσερις άνδρες είχαν τεθεί υπό προσωρινή κράτηση με εντάλματα του Ανακριτή Πλημμελειοδικών Κω, από τις 15 Ιουλίου 2022 έως τις 21 Ιουνίου 2023, οπότε και αφέθηκαν ελεύθεροι μετά την απαλλακτική απόφαση του Εφετείου. Μετά την αμετάκλητη κρίση του Δικαστηρίου ότι η δίωξη ήταν απαράδεκτη, οι ίδιοι υπέβαλαν διαδοχικά αιτήσεις αποζημίωσης που προβλέπουν χρηματική ικανοποίηση για όσους κρατήθηκαν αδίκως.
Και οι τέσσερις αιτήσεις έγιναν δεκτές, με το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων να διατάσσει την καταβολή αποζημίωσης ύψους 20 ευρώ για κάθε ημέρα κράτησης.
Το ποσό αυτό αποτελεί τη χαμηλότερη προβλεπόμενη αποζημίωση από τον νόμο, ωστόσο αναγνωρίζει ρητά την άδικη στέρηση της ελευθερίας τους και τη βλάβη που υπέστησαν εξαιτίας της λανθασμένης δίωξης.
Οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν κρατούμενοι για πράξεις που, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, δεν τελέστηκαν εντός της ελληνικής επικράτειας ούτε σε περιοχή υπό ελληνική δικαιοδοσία.
Το δικαστήριο, αξιοποιώντας τις μαρτυρικές καταθέσεις των λιμενικών και τα στοιχεία της δικογραφίας, κατέληξε ότι το πλοίο στο οποίο επέβαιναν οι αλλοδαποί δεν είχε οποιαδήποτε πρόθεση ή προορισμό να προσεγγίσει ελληνικό λιμένα, ούτε να εισέλθει στην αιγιαλίτιδα ζώνη της χώρας. Έτσι, η ελληνική ποινική δικαιοδοσία δεν μπορούσε να εκταθεί επί των κατηγορουμένων, καθιστώντας την ποινική δίωξη απαράδεκτη.
Μετά την απαλλαγή τους, οι τέσσερις υπήκοοι Λιβάνου κινήθηκαν νομικά ζητώντας αποζημίωση για την άδικη κράτηση.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος Αχιλλέας Δασκαλάκης, ο οποίος είχε αναλάβει την εκπροσώπηση των κατηγορουμένων και στις αιτήσεις αποζημίωσης. Με νομική επιχειρηματολογία που βασίστηκε σε διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και διεθνείς συμβάσεις, κατόρθωσε να αποδείξει ότι οι κατηγορούμενοι στερήθηκαν την ελευθερία τους χωρίς νόμιμη αιτία και ότι το κράτος όφειλε να τους αποζημιώσει.