Το Μονομελές Εφετείο Δωδεκανήσου ανέβαλε χθες για τις 6 Φεβρουαρίου 2026 την εξέταση των αντίθετων εφέσεων που έχουν ασκηθεί ως προς την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης για τον θάνατο του 26χρονου Κρητικού ιχθυολόγου και δύτη Νικόλαου Τζανόπουλου.
Η υπόθεση, που εξελίσσεται σε πολλαπλά επίπεδα δικαιοδοσίας, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς οι κανόνες ασφάλειας στις καταδυτικές εργασίες σε θαλάσσιες μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας μεταφράζονται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις του εργοδότη και σε αντίστοιχες συνέπειες όταν αυτές παραβιάζονται.
Στο επίκεντρο βρίσκονται αφενός το αίτημα ακύρωσης της πρώτης αστικής κρίσης και αφετέρου η στήριξη ή η αναθεώρησή της ως προς το πεδίο και την ένταση της ευθύνης. Το διακύβευμα δεν είναι μόνο τα επιδικασθέντα ποσά, αλλά και η ερμηνεία κανόνων ασφάλειας που αφορούν κλάδο με έντονη δραστηριότητα και υψηλό επιχειρηματικό ρίσκο.
Η πρώτη αστική κρίση μετά την ποινική καταδίκη
Η υπ’ αριθ. 468/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου εκδόθηκε έπειτα από συζήτηση στο ακροατήριο στις 18 Μαρτίου 2025 και αποτελεί την πρώτη αστική απόφανση που ακολούθησε χρονικά την επικύρωση της ποινικής καταδίκης των εμπλεκομένων από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου στις 11 Μαΐου 2025 για το θανατηφόρο εργατικό δυστύχημα με θύμα τον Νικόλαο Τζανόπουλο σε μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας της Ρόδου τον Δεκέμβριο του 2018. Σημειώνεται εξάλλου ότι έχει ήδη ασκηθεί και αίτηση αναιρέσεως.
Το ιστορικό του δυστυχήματος
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανασυγκρότησε τα περιστατικά της 13ης Δεκεμβρίου 2018. Ο 26χρονος, πτυχιούχος θαλάσσιων βιοεπιστημών και κάτοχος ερασιτεχνικού διπλώματος αυτόνομης κατάδυσης, εργαζόταν στη θαλάσσια μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας και είχε αναλάβει και καταδυτικά καθήκοντα, όπως έλεγχο και αντικατάσταση διχτυών και συλλογή νεκρών ιχθύων, παρότι είχε προσληφθεί ως ανειδίκευτος εργάτης και δεν διέθετε επαγγελματική άδεια αυτοδύτη. Στην ίδια μονάδα απασχολούνταν δύο ακόμη εργαζόμενοι πακιστανικής υπηκοότητας. Σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα της δικογραφίας, ο 26χρονος καταδύθηκε μόνος, χωρίς δεύτερο δύτη ασφαλείας, εγκλωβίστηκε στα εξωτερικά αντιαρπακτικά δίχτυα μεταξύ δύο κλωβών και ανελκύστηκε αργότερα από επαγγελματία δύτη γειτονικής μονάδας. Η ιατροδικαστική έκθεση κατέγραψε ως αιτία θανάτου πνιγμό εξ εισροφήσεως ύδατος.
Το Πρωτοδικείο δέχθηκε ρητά ότι πρόκειται για εργατικό ατύχημα. Το συμβάν εκτυλίχθηκε εντός του χώρου εργασίας, στον χρόνο της βάρδιας και κατά την εκτέλεση καθηκόντων που είχαν ανατεθεί στον θανόντα. Την κρίση ενίσχυσαν διοικητικές διαπιστώσεις, όπως η σχετική αναγνώριση από τον ΕΦΚΑ και αποδοχές της ίδιας της εταιρείας. Κεντρική θέση στην αιτιολογία είχε ο Γενικός Κανονισμός Λιμένων αρ. 10, που προβλέπει ότι οι καταδύσεις με έργο εκτελούνται τουλάχιστον από δύο δύτες, με πρόβλεψη επιπλέον δύτη ασφαλείας όταν υπάρχει κίνδυνος παγίδευσης, και μετά από ενημέρωση ή άδεια της λιμενικής αρχής.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι προϋποθέσεις αυτές δεν τηρήθηκαν. Επίσης, από περιβαλλοντικούς όρους και τεχνικές μελέτες προέκυπτε υποχρέωση αντικατάστασης παλαιών κλωβών και τήρησης ελάχιστης απόστασης 3,10 μέτρων μεταξύ τους αντί του 1 μέτρου που διαπιστώθηκε στην πράξη, στοιχείο που ενίσχυσε τον κίνδυνο σύγκλισης και παγίδευσης.
Οι θέσεις της υπεράσπισης και η αποτίμηση του Δικαστηρίου
Οι εναγόμενοι υποστήριξαν ότι η κατάδυση έγινε για αναψυχή και εκτός καθηκόντων και ότι ο θανών συνέβαλε συντριπτικά στην πρόκληση του αποτελέσματος με ποσοστά έως 99% ή 95%. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμους τους ισχυρισμούς αυτούς. Έκρινε ότι οι καταδύσεις αποτελούσαν μέρος των ανατεθειμένων εργασιών, ότι η κατάδυση έγινε εντός ωραρίου και στον χώρο της μονάδας και ότι η απόκλιση από τις υποχρεωτικές δικλείδες ασφάλειας, όπως η παρουσία εξειδικευμένου συνεργείου, δεύτερου δύτη ασφαλείας και η ενημέρωση του Λιμεναρχείου, βαρύνει πρωτίστως τον εργοδότη και τα αρμόδια όργανα.
Το διατακτικό και τα ποσά
Στο διατακτικό της 468/2025, το Πρωτοδικείο απέρριψε την αγωγή κατά του τέταρτου εναγομένου, επιβάλλοντας στους ενάγοντες τα δικαστικά του έξοδα ύψους 700 ευρώ. Αντιθέτως, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή κατά της εταιρείας και δύο συνδεδεμένων φυσικών προσώπων και τους υποχρέωσε εις ολόκληρον να καταβάλουν άμεσα 100.000 ευρώ στην πρώτη ενάγουσα με νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επιπλέον αναγνώρισε ότι οφείλουν εις ολόκληρον 150.000 ευρώ στην ίδια, 250.000 ευρώ στον δεύτερο ενάγοντα, 200.000 ευρώ στην τρίτη ενάγουσα και 50.000 ευρώ στον τέταρτο ενάγοντα, όλα με νόμιμο τόκο από την επίδοση μέχρι εξόφλησης. Επιβλήθηκαν ακόμη δικαστικά έξοδα 10.000 ευρώ σε βάρος των τριών πολιτικών εναγομένων για το μέρος της αγωγής που έγινε δεκτό.
Τους ενάγοντες εκπροσώπησε η δικηγόρος Θεοδώρα Τζήκα. Για την εταιρεία και δύο εκ των εναγομένων παρέστη ο δικηγόρος Δημήτριος Μαρκάτος, ενώ ο τέταρτος εναγόμενος εκπροσωπήθηκε από τη δικηγόρο Μαργαρίτα Καρπαθάκη.















