Ειδήσεις

Τι εκτιμά το Βερολίνο για το προσφυγικό και τους ελληνικούς χειρισμούς

Οταν ξεκίνησε το 2015, οι Γερμανοί συνομιλητές της ελληνικής κυβέρνησης κρατούσαν «μικρό καλάθι». Επειτα ήρθε το εφιαλτικό τετράμηνο της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο του δεύτερου προγράμματος και στη συνέχεια για τους όρους του τρίτου. Διάστημα που κυρίως «σφραγίσθηκε» από την υπουργία Γιάνη Βαρουφάκη, πρόσωπο που το Βερολίνο θεωρούσε ότι δύσκολα θα συνέβαλε στην εξομάλυνση των σχέσεων της νέας κυβέρνησης με τον σημαντικότερο δανειστή της χώρας. Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Ο Ιούλιος και τα δύο νομοσχέδια με τα προαπαιτούμενα βελτίωσαν το κλίμα ανάμεσα στη νέα κυβέρνηση και την κυβέρνηση Μέρκελ.

Εως τις αρχές Σεπτεμβρίου, όταν το προσφυγικό άλλαξε εντελώς τη γερμανική ατζέντα. Από μία άποψη το προσφυγικό έφερε πιο κοντά την καγκελάριο Μέρκελ και τον κ. Τσίπρα, καθώς η αριστερή κυβέρνηση στην Αθήνα βλέπει στο πρόσωπο της Γερμανίδας ηγέτιδος το αντίβαρο πολιτικών επιλογών σαν και εκείνες που ευαγγελίζονται οι υπεραντιδραστικοί ανατολικοευρωπαίοι.

Μισή αλήθεια

Αυτή είναι, ωστόσο, η μισή αλήθεια λέει στην «Κ» στέλεχος της Κ.Ο. του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος που στήριξε και στηρίζει την κ. Μέρκελ στην πολιτική της στο μεταναστευτικό. «Αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν συμβάλλει στην ουσιώδη μείωση του αριθμού των προσφύγων και παράνομων μεταναστών, τότε η κυβέρνηση στην Αθήνα θα είναι ο πρώτος αποδέκτης της κριτικής της καγκελαρίου».

Πηγές που γνωρίζουν καλά το πώς σκέφτεται η γραφειοκρατία στο Βερολίνο, διαβεβαίωναν ότι η κριτική της Αθήνας αποκλειστικά στην Ε.Ε για την έλλειψη χρηματοδότησης είναι δυσάρεστη «για τα αυτιά πολλών στο Βερολίνο». Και φέρνουν ως συγκεκριμένο παράδειγμα το πρόγραμμα επιδότησης ενοικίων που διαχειρίζεται ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός που αδυνατεί να προχωρήσει όσο γρήγορα απαιτείται, διότι δεν έχει ρυθμισθεί το ζήτημα της «συμμόρφωσης» των ιδιοκτητών των ακινήτων που θα εκμισθωθούν με το καθεστώς στον περιορισμό της κίνησης κεφαλαίων. Κάποιοι ιδιοκτήτες δεν έχουν αναγκαίους λογαριασμούς, άρα θα χρειασθεί να «ανοίξουν», κάτι που πρέπει να προβλεφθεί ρητά από την κείμενη νομοθεσία.

Πάντως, για την ώρα το Βερολίνο συνεχίζει την πολιτική ενίσχυσης της Αθήνας υλικοτεχνικά, κυρίως διότι προσωπικό «δεν του περισσεύει». Θεωρεί ότι η Λέσβος και το Μόναχο είναι άκρες του ίδιου προβλήματος.

Κριτικές, όπως του επικεφαλής της Κ.Ο. του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ, που ήγειρε θέμα εξόδου της Ελλάδας από τη συνθήκη Σένγκεν, θεωρούνται στο Βερολίνο σκέλος της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης στη Γερμανία. Εκτιμάται ότι θα βρεθεί στο επίκεντρο σε πέντε τοπικές εκλογές, στα κρατίδια το 2016, με κρισιμότερη διαδικασία αυτή στη γενέτειρα του κ. Σόιμπλε τη Βάδη-Βυτεμβέργη. Η διαδικασία συμπίπτει στις 13 Μαρτίου με τις εκλογές στο «ανατολικογερμανικό» κρατίδιο του Σάξεν-Ανχαλτ και του μικρότερου δυτικογερμανικού κρατιδίου Ρηνανίας-Παλατινάτου.

Το εκλογικό ημερολόγιο περιλαμβάνει το φθινόπωρο εκλογές στην εκλογική περιφέρεια της κ. Μέρκελ (Μεκλεμβούργο-Πομερανία) και στη συνέχεια τοπικές εκλογές στο Βερολίνο.

Διμερής συνεργασία

Η πρόσφατη αναφορά των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών Κοτζιά και Σταϊνμάγερ σε τομείς διμερούς συνεργασίας που και η ελληνική πλευρά επιδιώκει πρόοδο, δείχνει ότι εκεί που τα ζητήματα έχουν μια σημαντική τεχνική παράμετρο –π.χ. στην ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ή τον τομέα της Ερευνας όπου υπάρχει συγκεκριμένη πρόοδος– τα πράγματα καθίστανται πιο εύκολα, καθώς και η γερμανική διοίκηση «απελευθερώνεται», θεωρώντας ότι η νέα πολιτική ηγεσία επιθυμεί να προχωρήσουν οι διμερείς σχέσεις. Δυσκολότερη είναι η πρόοδος της συνεργασίας σε τομείς με τεχνική παράμετρο αλλά που συνδέονται στενά με το πρόγραμμα προσαρμογής όπως ο τομέας της Υγείας.

Η δημιουργία μιας ελληνικής διοίκησης που να μπορεί να λύνει προβλήματα ενός σύγχρονου κράτους αποτελεί τη βασική επιδίωξη του Βερολίνου «καθ’ οδόν» προς την ολοκλήρωση και του τρίτου προγράμματος.

Αλλά αν αυτό ολοκληρωθεί, είναι κάτι που όλοι σχεδόν οι συνομιλητές της «Κ» αμφισβητούν, ακριβώς επειδή… δεν υπάρχει αυτή η διοίκηση. Σε αυτό το ζήτημα υπάρχει απόλυτη ταύτιση με το ΔΝΤ, η συμμετοχή του οποίου εξακολουθεί να θεωρείται sine qua non για την πρόοδο του προγράμματος. Η άλλη προϋπόθεση είναι η δημιουργία του Ταμείου Αξιοποίησης της Περιουσίας του Δημοσίου. Στο υπουργείο του κ. Σόιμπλε τονίζουν ότι αυτό θα έπρεπε να έχει δημιουργηθεί από τον Οκτώβριο. «Αλλά έχουμε συνηθίσει τις καθυστερήσεις στο ελληνικό πρόγραμμα. Από όλες τις κυβερνήσεις» λένε…

Καθημερινή

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου