Ως άδικη, παράνομη, καταχρηστική και επιβλαβή για τα συμφέροντα των μετόχων προσβάλλουν με εξώδικη δήλωση προς την Εmporiki Bank, την Crédit Agricole S.A., την HSBC France S.A., την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τα Ελληνικά Χρηματιστήρια και το Συνήγορο του Καταναλωτή, τρεις κάτοικοι Ρόδου την διαδικασία υποχρεωτικής εξαγοράς μετοχών τους!
Στην Credit Agricole μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης περιήλθε ως γνωστόν το 93% της Εμπορικής Τράπεζας ή 476.371.723 μετοχές. Πριν τη δημόσια πρόταση, η Credit Agricole κατείχε το 91% της Εμπορικής και η θυγατρική Sacam 5%.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου αποδοχής, 2.729 μέτοχοι της Εμπορικής αποδέχθηκαν νόμιμα και έγκυρα τη δημόσια πρόταση προσφέροντας συνολικά 10.222.678 μετοχές οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 2% του ολοσχερώς καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Δηλαδή, συνολικά ο όμιλος της Credit Agricole μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης κατέχει το 98% της Εμπορικής Τράπεζας (93% απευθείας η Credit και 5% η Sacam).
Μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης, η Credit Agricole ενεργώντας κατά το άρθρο 27 του νόμου άσκησε το δικαίωμα εξαγοράς και συγκεκριμένα της απόκτησης των υπολοίπων μετοχών της δημόσιας πρότασης, που δεν προσφέρθηκαν και μεταβιβάσθηκαν στον όμιλο.
Το τίμημα που θα καταβληθεί στους εναπομείναντες μετόχους της Εμπορικής προσδιορίστηκε στο 1,76 ευρώ ανά μετοχή. Η περίοδος ενάσκησης του δικαιώματος εξαγοράς λήγει την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου.
Οι τρεις κάτοικοι Ρόδου στην εξώδικη δήλωση, “προάγγελο” προσφυγών τους και ενώπιον ποινικών και αστικών δικαστηρίων, εκθέτουν ότι ειδοποιήθηκαν προ ολίγων ημερών για την άσκηση δικαιώματος εξαγοράς μετοχών που ανήκουν στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή τους.
Τονίζουν ότι ο καθορισμός της ως άνω τιμής δεν ήταν δίκαιος ενώ υφίσταται και ελλιπής εκτίμηση χρηματοοικονομικού συμβούλου κατά τη διατύπωση δημόσιας πρότασης εξαγοράς.
Επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι από την ανάγνωση της εκθέσεως του ανεξάρτητου χρηματοοικονομικού συμβούλου HSBC France S.A. που δημοσιεύθηκε ως συνοδεύουσα την αιτιολογημένη γνώμη του δ.σ. της υπό εξαγορά εταιρείας αφενός προκύπτουν σημαντικά κενά αντικειμενικότητας και ελεγκτικού κύρους, αφετέρου απουσιάζει οποιαδήποτε μνεία στις ειδικές χρηματοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν παγκοσμίως και ειδικότερα στην Ελλάδα κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο, οι οποίες έχουν επιφέρει αναντίρρητα και ως κοινό τοις πάσι γεγονός πτώση των χρηματιστηριακών αξιών με ιδιαίτερη έμφαση εκείνων των τραπεζικών μετοχών.
Προσθέτουν ακόμη ότι δεν ελήφθησαν υπόψη οι δύο αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποίησε η εξαγοραζόμενη στις 26 Φεβρουαρίου 2009 και 14 Δεκεμβρίου 2009 με τιμές διάθεσης των μετοχών στα 5,50 και 4,39 ευρώ αντίστοιχα ανά μετοχή.
Εκτιμούν ακόμη ότι η άσκηση δικαιώματος εξαγοράς πάσχει με αποτέλεσμα να παράγεται ακυρότητα της διαδικασίας και θέμα αποζημιωτικής ευθύνης όλων των εμπλεκομένων για την τυχόν επελθούσα ή επενεχθησόμενη περιουσιακή ζημία.
Καθιστούν παραπέρα σαφές ότι σημειώθηκε παράβαση νόμων στην πληροφόρησή τους για την υποβολή δημόσιας πρότασης, ενώ τονίζουν ότι είναι ολότελα καταχρηστική η διαδικασία στο σύνολό της, απαράδεκτη νομικά και ηθικά, και από την άποψη ότι η περιέλευση της εξαγοραζόμενης Εμπορικής Τράπεζας στη σημερινή κατάσταση της οικονομικής της θέσης οφείλεται αποκλειστικά στις εκάστοτε διοικήσεις της και στην επί δεκαπέντε συναπτά έτη έλλειψη κερδοφορίας της, με άμεσο αντίκτυπο στην τιμή των μετοχών της που κινείται σε τεράστια απόσταση από την τιμή κτήσεώς τους από τους ίδιους.
Επισημαίνουν μάλιστα ότι με την εν λόγω διαδικασία επωφελούνται ορισμένοι μόνο ληστρικά για την απόσπαση των μετοχών αυτών, με τιμές στην κυριολεξία εξευτελιστικές.
Θεωρούν επιπλέον ως έχουσα άμεση συνέργεια και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία αν και νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, δεν προβαίνει σε διασφάλιση των συμφερόντων των μετόχων, οπωσδήποτε δε επιτρέπει ενέργειες που οδηγούν σε οπισθοδρόμηση και στρέβλωση των χρηματιστηριακών συναλλαγών.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κκ Στ. Στεφανίδης και Κ. Ταμπάκης.