Απρόβλεπτες εξελίξεις θα πρέπει να αναμένονται, στα πλαίσια των ερευνών που ξεκίνησαν χθες αστυνομικοί του ΑΤ Αρχαγγέλου για τον εντοπισμό και τη σύλληψη άγνωστου δράστη, που πυροβόλησε, πιθανότατα με κυνηγετική καραμπίνα, κατά σταθμευμένου περιπολικού και του κτηρίου του αστυνομικού τμήματος προκαλώντας πανικό και ανησυχία στους κόλπους της τοπικής ΕΛΑΣ.
Για το πρωτοφανές για τα δεδομένα της Ρόδου συμβάν επιχειρήθηκαν χθες το πρωί ελεγχόμενες διαρροές από την Α¶ Αστυνομική Διεύθυνση Δωδεκανήσου παρότι την προηγούμενη μέρα το απόγευμα στο χωριό επικρατούσε αναστάτωση που εντάθηκε για συγκεκριμένα άτομα μετά την ανεύρεση, παρουσία Εισαγγελικού λειτουργού σε παράγκα («κελί») δύο όπλων, τα στοιχεία των οποίων είχαν σβηστεί επιμελώς!
Πιο συγκεκριμένα άγνωστος ή άγνωστοι δράστες, πιθανότατα τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Φεβρουαρίου έβαλαν με κυνηγετικό όπλο στο κτήριο του Α. Τ. Αρχαγγέλου και σε ένα περιπολικό όχημα.
Το περιπολικό, που ήταν σταθμευμένο σε χώρο του αστυνομικού τμήματος, φέρει διαμπερές ίχνος στο σημείο του πορτμπαγκάζ και παρόμοιο ίχνος, φέρει εξωτερικός τοίχος του αστυνομικού τμήματος. Μετά από έρευνες που διεξήχθησαν βρέθηκαν τρεις βολίδες κυνηγετικού όπλου, η μια μέσα στο πορτμπαγκάζ του περιπολικού και οι άλλες δυο στο έδαφος, πλησίον του τοίχου.
Διαπιστώθηκε συγκεκριμένα ότι έγινε χρήση μονόβολων κυνηγετικών φυσιγγίων.
Ακολούθησε έρευνα στην γύρω περιοχή, όπου σε απόσταση 100 μέτρων βρέθηκαν και κατασχέθηκαν ένα κυνηγετικό όπλο (καραμπίνα), επιμελώς κρυμμένο σε υπαίθριο χώρο, κάτω από στρώμα, και σε παρακείμενη παράγκα κρυμμένο σε πρόχειρη χάλκινη κατασκευή ένα flobert και δυο κάλυκες κυνηγετικού όπλου.
Στα κυνηγετικά όπλα διαπιστώθηκε απόσβεση των αναγνωριστικών τους αριθμών.
Όλα τα κατασχεθέντα πειστήρια απεστάλησαν στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια. Σκοπός της έρευνας της ΔΕΕ είναι, να διαπιστώσει αφενός αν οι κάλυκες περιείχαν τα σκάγια που βρέθηκαν, αν τα σκάγια προέρχονται από τα όπλα που κατασχέθηκαν και αν στα όπλα υπάρχει γενετικό υλικό ή και αποτυπώματα που μπορεί να οδηγήσουν στην ταυτοποίησή τους, με συγκεκριμένα άτομα.
Στο μεταξύ ενώ οι έρευνες για την εξιχνίαση της υπόθεσης ευρίσκοντο σε πλήρη εξέλιξη, ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου παρουσιάστηκε, συνοδευόμενος από τη μητέρα του και τον δικηγόρο, του προσωρινά κρατούμενου πατέρα του, ένας 15χρονος, ο οποίος αναζητήθηκε για εξέταση από αστυνομικούς.
Ο 15χρονος, που αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το συμβάν και η μητέρα του υποστήριξαν, ενώπιον του κ. Εισαγγελέα ότι η παράγκα, όπου βρέθηκαν τα δύο όπλα, δεν ανήκει σε συγγενικό τους πρόσωπο. Το ίδιο δήλωσαν και για τα δύο όπλα, δηλώνοντας παραπέρα ότι ο προσωρινά κρατούμενος σύζυγος και πατέρας τους κατέχει ένα κυνηγετικό όπλο με νόμιμη άδεια. Εξέφρασαν παραπέρα ανησυχία για την αντιμετώπιση, που θα έχουν στα πλαίσια της προανάκρισης.
Σε κάθε περίπτωση μέχρι χθες το απόγευμα δεν είχε προκύψει οποιαδήποτε σχέση του ανήλικου με το συγκεκριμένο συμβάν, ενώ δεν είχε διαπιστωθεί με ασφάλεια ότι η παράγκα στην οποία βρέθηκαν τα όπλα, ανήκει στην οικογένεια τους.
Σημειώνεται ότι το σπίτι τους γειτνιάζει με το αστυνομικό τμήμα που δέχτηκε την γκαγκστερική επίθεση ενώ δεν έχουν ακόμη προκύψει ίχνη από DNA ή δακτυλικά αποτυπώματα.
Είναι εξαιρετικά πρόωρο δηλαδή και παρακινδυνευμένο να προβεί κανείς σε συμπεράσματα στηριζόμενος μόνο σε εικασίες και πιθανολογήσεις.
Θυμίζουμε ότι την 26η Φεβρουαρίου 2013 είχαν κριθεί προσωρινά κρατούμενοι για απόπειρα ληστείας εις βάρος μιας 77χρονης γυναίκας ένας 23χρονος Αλβανός υπήκοος και ένας 44χρονος ημεδαπός.
Θύµα τους είναι η κ. Χρυσαφίνα Ξετρίχη που δέχτηκε επίθεση το βράδυ της 21ης Φεβρουαρίου 2013, στην οικία της, στον Αρχάγγελο.
Ο πρώτος κατηγορούµενος ζήτησε, απολογούμενος, συγγνώµη από την ηλικιωµένη κυρία, υποστηρίζοντας ότι δεν άσκησε βία και ότι αποπειράθηκε απλώς να την κλέψει. Ισχυρίστηκε συγκεκριµένα ότι όταν η 77χρονη ξύπνησε αυτός έβαλε το χέρι του για να καλύψει το στόµα της, για να µην φωνάξει και ότι δεν την χτύπησε. Υποστήριξε ότι ο Ελληνας συγκατηγορούµενός του δεν είχε σχέση µε την απόπειρα κλοπής.
Ο ημεδαπός αρνήθηκε κατηγορηµατικά ότι είχε οποιαδήποτε σχέση µε την απόπειρα, υποστήριξε ότι έχει στοχοποιηθεί από συγκεκριµένο αστυνοµικό και ότι κατά τη διάρκεια της κράτησής του, χτυπήθηκε στο πρόσωπο.
Οι αστυνοµικοί από την άλλη διαψεύδουν τα καταγγελλόµενα, επισηµαίνοντας ότι οι συγκεκριµένοι ισχυρισµοί διατυπώθηκαν σε µια προσπάθεια να αποδυναµωθεί η προανακριτική οµολογία του πρώτου κατηγορούµενου, ως δοθείσα υπό καθεστώς βίας.













