Στη δέσμευση του 50% των καταθέσεων της ΚΑΪΡ σε τράπεζες του νησιού αλλά και των λογαριασμών προέδρων και αντιπροέδρων, που θήτευσαν στην επιχείρηση από το 2007 έως το 2011, προχώρησε η ΔΟΥ Ρόδου για την εξασφάλιση απαιτήσεών της, ύψους 1,7 εκατ. ευρώ, για φορολογικές παραβάσεις.
Πιο συγκεκριμένα στην επιχείρηση και στα πρώην στελέχη της διοίκησης επιδόθηκαν φύλλα ελέγχου για τη μη καταβολή Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών ύψους 600.000 ευρώ περίπου, Φ.Α.Π. κι άλλων φόρων, ύψους 200.000 ευρώ. Το πρόστιμο, συμπεριλαμβανομένων των προσαυξήσεων που επιβλήθηκε, ανέρχεται σε 1,7 εκατ. ευρώ και η εταιρεία καταβάλλει προσπάθειες για τη ρύθμισή του, με την καταβολή του 1/5, όπως προβλέπει η κείμενη νομοθεσία.
Το θέμα έχει προκαλέσει «πονοκέφαλο» στη νέα διοίκηση, που ευελπιστεί να το έχει ρυθμίσει το αργότερο μέχρι το τέλος του μηνός.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για παρακρατούμενους φόρους από τη μισθοδοσία των εργαζομένων και εκφράζονται φόβοι ότι το όλο ζήτημα θα προσλάβει και ποινική διάσταση. Υποχρεωτική είναι εξάλλου εκ του νόμου για όλους τους οφειλέτες άνω των 5.000 ευρώ η υποβολή αίτησης στον αρμόδιο Εισαγγελέα για την άσκηση ποινικής δίωξης λόγω μη καταβολής των ληξιπρόθεσμων οφειλών μέσα στο διάστημα που ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως αυτό ισχύει σήμερα (ΠΟΛ.1151/13.7.2011).
Η ΔΟΥ έχει ξεκινήσει κατασχέσεις και δημεύσεις περιουσιακών στοιχείων από όσους έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο.
Προτεραιότητα για το «κυνήγι» των εφοριακών, αποτελούν οι οφειλέτες που εισπράττουν ενοίκια ή διαθέτουν στην κατοχή τους πολυτελή αυτοκίνητα ή είναι δικαιούχοι απαιτήσεων από τρίτα πρόσωπα καθώς και όσους έχουν οφειλές άνω των 3.000 ευρώ και διαθέτουν ακίνητη περιουσία.
Μάλιστα το υπουργείο έδωσε εντολή να γίνονται κατασχέσεις τραπεζικών καταθέσεων των οφειλετών του Δημοσίου, τη διενέργεια αυτεπάγγελτων συμψηφισμών απαιτήσεων των οφειλετών κατά του Δημοσίου με τα υφιστάμενα βεβαιωμένα χρέη τους (έστω και εάν αυτά τελούν υπό αναστολή), καθώς και την άσκηση ποινικών διώξεων σε βάρος οφειλετών για χρέη άνω των 5.000 ευρώ.
Σε εγκύκλιο του Υπουργείου αναφέρεται ότι η λήψη των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης πρέπει να γίνεται χωρίς διακρίσεις. Τα κριτήρια για τη λήψη των μέτρων πρέπει να είναι απολύτως αντικειμενικά, ήτοι να σχετίζονται με το ύψος της οφειλής ή την παλαιότητα αυτής ή το είδος αυτής και ποτέ επιλεκτικά (να μη σχετίζονται με το πρόσωπο του οφειλέτη). Όσον αφορά την αποδοτικότητα των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης πρέπει τα μέτρα που θα λαμβάνονται να επιφέρουν κατά προτεραιότητα άμεση είσπραξη της οφειλής και όχι απλώς να λαμβάνονται μέτρα μόνο για τη διακοπή ή αναστολή της παραγραφής.















