Αντιμέτωπος με την κατηγορία της τοκογλυφίας θα βρεθεί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ρόδου ένας κάτοικος Ρόδου μετά από μήνυση γνωστού επιχειρηματία του νησιού.
Ο κατηγορούμενος φέρεται στη Ρόδο στις 4 Ιουνίου 2007 να χορήγησε στον επιχειρηματία δάνειο ύψους 30.000¤,για έξι μήνες με εξαμηνιαίο τόκο 9,75%. Ο φερόμενος ως παθών έδωσε στον κατηγορούμενο μια επιταγή της Συνεταιριστικής Τράπεζας, εκδόσεως ανωνύμου εταιρείας ιδιοκτησίας του, εις διαταγή του ιδίου ποσού 30.000¤, με λευκή ημερομηνία πληρωμής την οποία οπισθογράφησε.
Επί πλέον ενέγραψε προσημείωση υποθήκης υπέρ του ποσού των 35.000 ευρώ, επί ενός ακινήτου-οικίας ιδιοκτησίας του. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ενώ ο μηνυτής κατέβαλε τμηματικά στον κατηγορούμενο το ως άνω δάνειο, αυτός απαίτησε περί τις αρχές του 2007, ένεκα καθυστέρησης, στην ολοσχερή εξόφλησή του να κάνει νέα προφορική συμφωνία και να εξοφλήσει το ληφθέν δάνειο σε δέκα μήνες καταβάλλοντας 1250¤ μηνιαίως, αξιώνοντας παράνομα και καθ’ υπέρβαση του κατά Νόμο θεμιτού ποσοστού τόκου, 10% μηνιαίως.
Εξ αιτίας δε μερικής αδυναμίας καταβολής των υπερβολικών μηνιαίων τόκων από τον Ιούνιο 2008 έσπευσε να σφραγίσει την ανωτέρω επιταγή όχι στην ημερομηνία πληρωμής της αλλά έξι μήνες πριν, στις 30 Ιουλίου 2008.
Εξέδωσε δε διαταγή πληρωμής εις βάρος του μηνυτή επιδιώκοντας να εισπράξει τόκους 100% για δέκα μήνες, καθ’ υπέρβαση του κατά Νόμο θεμιτού ποσοστού τόκου, αφού ο τόκος δικαιοπραξίας το έτος 2008 ήταν 10% ετησίως και από τον Ιούλιο του 2008 ήταν 10,25% ετησίως.
Ο ίδιος απολογούμενος ισχυρίστηκε ότι τα όσα καταγγέλθηκαν σε βάρος του αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας του εγκαλούντος, με αποκλειστικό και μόνο σκοπό να μην του καταβάλει το ποσό της οφειλής και να αποφύγει την εκπλειστηρίαση ακινήτου συνιδιοκτησίας του.
Υποστηρίζει ότι πράγματι έλαβε από εκείνον την επιταγή της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου, για την εξασφάλιση της απαίτησής του, που προέρχεται από σύμβαση δανείου. Διατείνεται όμως ότι ο εγκαλών δολίως παραλείπει να αναφέρει ότι η επιταγή αυτή αφού σφραγίσθηκε, καθώς ήταν ακάλυπτη του επιστράφηκε και ότι έχει στα χέρια του μια άλλη της Εμπορικής Τράπεζας.
Η επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος όπως τονίζει, δεν αποτελεί προϊόν τοκογλυφίας και του δόθηκε σε αντικατάσταση της προηγούμενης το μήνα Μάιο του έτους 2008 και όχι τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2007, γιατί η εταιρεία του δεν είχε τη δυνατότητα να εκδώσει μπλοκ επιταγών.
Η συμφωνία τους, όπως λέει, για την αντικατάσταση της μίας επιταγής από την άλλη, αποδεικνύεται από το από 3 Μαϊου 2008 έγγραφο, το οποίο συνυπογράφεται και από τους δύο. Υποστηρίζει παραπέρα ότι αναληθέστατα ο εγκαλών κάνει λόγο για μερική καταβολή του οφειλομένου κεφαλαίου και τονίζει ότι στην πραγματικότητα ούτε ένα λεπτό του ευρώ δεν έχει εισπράξει για το οφειλόμενο κεφάλαιο των 30.000 ευρώ.
Υποστηρίζει επιπλέον ότι ο μηνυτής δεν ανέφερε στη μήνυσή του ότι του απέστειλε δύο επιστολές με τις οποίες τον καλούσε να του καταβάλει τις οφειλές του στις 11 Φεβρουαρίου 2008 και στις 14 Ιουλίου 2008, προσθέτοντας ότι αναγκάστηκε να εκδώσει διαταγή πληρωμής και σε σφράγισή της ενωρίτερα από τη λήξη της.
Επικαλούμενος το ως άνω έγγραφο συμφωνητικό τονίζει ότι μεταξύ τους συμφωνήθηκε ότι η δεύτερη επιταγή δόθηκε σε αντικατάσταση της ακάλυπτης σφραγισμένης, ότι με την υπογραφή του λαμβάνει το ποσό των 975 ευρώ για συμβατικούς τόκους και ότι θα τον αποπλήρωνε το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου 2009.
Υποστηρίζει ότι μετά την υπογραφή του 2ου συμφωνητικού στην κυριολεξία «εξαφανίσθηκε» για δεύτερη φορά, χάνοντας κάθε μορφής επικοινωνία μαζί του.













