• Προσωρινή διαταγή «ξεκλειδώνει» την κίνηση λογαριασμών και ανατρέπει τον ρυθμό της εκτέλεσης υπέρ ροδίτικης εταιρείας • Προηγήθηκε βούλευμα που είχε αποδεσμεύσει εταιρικούς
λογαριασμούς.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου χορήγησε προσωρινή διαταγή και έκανε δεκτό εν μέρει αίτημα αναστολής που υπέβαλε Ροδίτικη εταιρεία κατά της από 12.11.2025 κατάσχεσης εις χείρας τρίτου, επιτρέποντας πλέον την ελεύθερη κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών για ποσά που θα εισρεύσουν από 17.12.2025 και μετά, διατηρώντας όμως δεσμευμένα τα ήδη κατασχεθέντα μέχρι 16.12.2025.
Τι ορίζει η προσωρινή διαταγή
Το κρίσιμο απόσπασμα της προσωρινής προστασίας είναι σαφές: «Δέχεται εν μέρει» το αίτημα περί αναστολής εκτέλεσης του κατασχετηρίου εγγράφου της Προϊσταμένης του Τελωνείου Ρόδου, που είχε επιβάλει κατάσχεση στους λογαριασμούς των αιτούντων μέχρι του ποσού των 26.079.805,61 €, με τρίτη την Εθνική Τράπεζα.
Από 17.12.2025 και εφεξής, οι νέες εισροές δεν θα δεσμεύονται, ενώ τα ήδη δεσμευμένα μέχρι 16.12.2025 ποσά δεν αποδεσμεύονται, εκτός εάν είχαν ήδη αποδοθεί.
Πρόκειται για στοχευμένο «πάγωμα» της εκτέλεσης προς το μέλλον, που διασφαλίζει λειτουργική ρευστότητα χωρίς να αναιρεί την υφιστάμενη δέσμευση.
Το διακύβευμα και το μέγεθος της απειλής
Η κατάσχεση που επιβλήθηκε στις 12.11.2025, για την ικανοποίηση ισόποσης χρηματικής απαίτησης του Ελληνικού Δημοσίου, άγγιζε τα 26.079.805,61 €.
Η αναστολή που ζητήθηκε στόχευε ακριβώς στην ανακοπή των άμεσων συνεπειών μιας καθολικής δέσμευσης, συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής αδυναμίας πληρωμών προμηθευτών, μισθοδοσίας και λοιπών υποχρεώσεων.
Τα δικόγραφα τονίζουν τον κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης, την ανάγκη αναλογικότητας και τις εκκρεμείς αναιρετικές διαδικασίες για τον κύριο τίτλο της οφειλής.
Το νομικό πλαίσιο της αναστολής και η οικονομική επιβάρυνση
Η επιχειρηματολογία στηρίχθηκε σε δύο άξονες. Πρώτον, στην κλασική προϋπόθεση της ανεπανόρθωτης βλάβης που δικαιολογεί την προσωρινή προστασία σε διοικητικές διαφορές με υψηλό χρηματικό αντικείμενο. Δεύτερον, στη διαπίστωση ότι ακόμη και με εκκρεμή αίτηση αναστολής ή προσφυγή, η είσπραξη ορισμένων ποσών μπορεί να προχωρεί κατά νόμο, κάτι που επιβαρύνει υπέρμετρα τον αιτούντα έως ότου κριθεί το κύριο ένδικο βοήθημα. Τα σχετικά αποσπάσματα από το Τελωνειακό Δίκαιο και την πάγια νομολογία αναδεικνύουν το δίλημμα μεταξύ ταχύτητας είσπραξης και ουσιαστικής δικαστικής προστασίας.
Ιστορική διαδρομή της υπόθεσης και τα δικονομικά αποτυπώματα
Το ιστορικό είναι πολυετές και περνά τόσο από διοικητικές καταλογιστικές πράξεις όσο και από ποινικές δεσμεύσεις. Στο ποινικό σκέλος, το 2020 το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου, κατόπιν εισαγγελικής πρότασης, έκανε εν μέρει δεκτή προσφυγή και αποδέσμευσε εταιρικούς λογαριασμούς, διατηρώντας όμως άλλα μέτρα, όπως περιορισμούς σε ακίνητη περιουσία.
Η κρίση αυτή έθεσε όρια στη γενικευμένη δέσμευση, χωρίς να εξαλείψει τις διοικητικές απαιτήσεις του Δημοσίου.
Πώς «κουμπώνει» το ποινικό βούλευμα με τη διοικητική εκτέλεση
Το βούλευμα του 2020 είχε ήδη αφαιρέσει από το τραπέζι ένα τμήμα μέτρων, αποδεσμεύοντας εταιρικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, η διοικητική διαδικασία συνέχισε να παράγει έννομα αποτελέσματα με αιχμή την αναγκαστική εκτέλεση του 2025.
Η προσωρινή διαταγή λειτουργεί έτσι ως γέφυρα: διασφαλίζει ρευστότητα για τις τρέχουσες ανάγκες, ενώ αφήνει ανέπαφα τα προϋπάρχοντα δεσμευμένα ποσά και τον πυρήνα της διαφοράς που θα κριθεί στο ακροατήριο. Η αλληλουχία αυτή δείχνει ότι οι δύο κλάδοι δικαιοσύνης συνομιλούν με κοινό παρονομαστή την αρχή της αναλογικότητας.
Η ουσία των λόγων ανακοπής και οι πλημμέλειες που καταγγέλλονται
Στα δικόγραφα προβάλλονται ισχυρισμοί για ελλείψεις στην κοινοποίηση κρίσιμων πράξεων, για ασυμφωνίες στους πίνακες χρεών και για καταστρατήγηση της αναλογικότητας ενόψει εκκρεμούς αναιρέσεως. Η επίκληση ότι ορισμένες οφειλές δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα, καθώς και ότι η καθολική δέσμευση οδηγεί σε πρακτική κατάρρευση λειτουργιών, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο αφήγημα οικονομικής βιωσιμότητας που τα διοικητικά δικαστήρια εξετάζουν με αυστηρά κριτήρια.
Η οικονομική πραγματικότητα ως στοιχείο κρίσης
Οι αιτούντες περιγράφουν δυσχερή οικονομική κατάσταση, με την καθολική δέσμευση να παγώνει συναλλαγές και να εμποδίζει ακόμη και ρεαλιστικά σενάρια ρύθμισης μέσω μηχανισμών εξυγίανσης. Στα έγγραφα αποτυπώνεται η προσπάθεια ένταξης των οφειλών σε δομημένη ρύθμιση, κάτι που, εφόσον ευδοκιμήσει, θα επιτρέψει σταδιακή αποπληρωμή. Η προσωρινή διαταγή, σε αυτό το φόντο, λειτουργεί ως βαλβίδα αποσυμπίεσης μέχρι την τελική κρίση.
Την υπόθεση χειρίστηκαν οι δικηγόροι κ.κ. Μηνάς Τσέρκης και Στεφανία Κουλουμπρή της εταιρείας «Μηνάς Τσέρκης και Συνεργάτες».














