Σημαντικά υψηλότερη είναι η οικονομική επιβάρυνση και συνεπώς και η αδυναμία πρόσβασης στην απόκτηση κατοικίας για όσους νοικιάζουν το σπίτι στο οποίο μένουν, ακόμα και σε σχέση με όσους είναι μεν ιδιοκτήτες, αλλά καλούνται να εξυπηρετήσουν και τραπεζικό δανεισμό.
Αυτό είναι ένα από τα συμπεράσματα που προκύπτει με βάση ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για την προσιτότητα της στέγης, η οποία περιλαμβάνεται στο 61ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της ΤτΕ και υπογράφουν οι κ. Νικόλαος Βέττας, Γιώργος Γατόπουλος, Αλέξανδρος Λουκά και Αντώνης Μαυρόπουλος από το ΙΟΒΕ, αλλά και ο εκλιπών Σωτήριος Σαπέρας (Διεύθυνση Στατιστικής της ΤτΕ).
Μια ήπειρος προσπαθεί να βρει… προσιτή στέγη
Με βάση την ανάλυση, το 2021 το 60% των νοικοκυριών που νοικιάζουν δαπανά πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για την κάλυψη των δαπανών που σχετίζονται με τη στέγασή του. Παρότι το ποσοστό αυτό είναι ελάχιστα υψηλότερο από το 2018 (59,2%), εντούτοις είναι υψηλότερο ακόμα και σε σχέση με όσους ιδιοκτήτες εξυπηρετούν στεγαστικό δάνειο. Μεταξύ αυτών, το ποσοστό που καλείται να δαπανήσει άνω του 40% για την κάλυψη δαπανών στέγασης διαμορφώνεται κάτω του 50% (49%), όντας μάλιστα ελαφρώς χαμηλότερο σε σχέση με το 2018, λόγω και της βελτίωσης που κατέγραψε η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών από το 2018 μέχρι το 2021. Στην καλύτερη θέση βρίσκονται ασφαλώς οι ιδιοκτήτες που δεν έχουν να καλύψουν στεγαστικό δάνειο, καθώς μόλις το 12,5% δαπανά άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για την κάλυψη στεγαστικών εξόδων (π.χ. ρεύμα, ΕΝΦΙΑ κ.τ.λ.).
Μειώνεται η ιδιοκατοίκηση στην Ελλάδα
Συνολικά στις αστικές περιοχές της Ελλάδας, το 31% των νοικοκυριών δαπανά άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για έξοδα που σχετίζονται με τη στέγασή του, ενώ στις αγροτικές περιοχές το ποσοστό αυτό υποχωρεί σε 25% του συνόλου των νοικοκυριών. «Τα ευρήματα αυτά ενισχύονται και από το γεγονός ότι η κρατική δαπάνη για τη στέγαση στην Ελλάδα είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση», τονίζουν οι μελετητές στην ανάλυσή τους. Οπως μάλιστα αναφέρουν, «οι πρόσφατες αυξήσεις που έχουν σημειωθεί στα εισοδήματα των νοικοκυριών δεν έχουν μεταφραστεί σε ανάλογη αύξηση της αγοραστικής δύναμης λόγω των υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, ενισχύοντας τις συζητήσεις για κανονιστικές παρεμβάσεις στήριξης των νοικοκυριών».
Περιορίζεται η προσφορά, καλπάζουν οι τιμές κατοικιών
Με διαφορά η μεγαλύτερη επιβάρυνση των νοικοκυριών εντοπίζεται στους ενοικιαστές στην Κρήτη και στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Σε αμφότερες τις περιοχές, το 85,3% των νοικοκυριών που νοικιάζουν δαπανά άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για τη στέγασή του. Με δεδομένη την αύξηση των ενοικίων που έχει μεσολαβήσει από το 2021 μέχρι σήμερα, τόσο στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης όσο και στην Πάτρα είναι πολύ πιθανό το ποσοστό αυτό να είναι ακόμα υψηλότερο σήμερα, δείγμα της οικονομικής πίεσης που ασκείται πλέον.
Σύμφωνα με την ανάλυση της ΤτΕ, όσον αφορά την προσιτότητα της στέγης, τη χειρότερη εικόνα εμφανίζουν η Αττική, η Θεσσαλονίκη, η Κεντρική Μακεδονία, το Νότιο Αιγαίο και η Ηπειρος. Σε αυτές τις περιοχές, το στεγαστικό κόστος σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα για κάθε νοικοκυριό είναι υψηλότερο συγκριτικά με άλλα σημεία της χώρας. Οπως είναι αναμενόμενο, τις μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης σε προσιτή στέγη έχουν τα νοικοκυριά με νέους ανθρώπους (κάτω των 30 ετών), καθώς το ζήτημα αφορά πάνω από το 50% αυτών, ενώ κάτι ανάλογο ισχύει και για τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ηλικιωμένους ανθρώπους (άνω των 85 ετών), που επίσης πιέζονται οικονομικά λόγω των χαμηλών εισοδημάτων τους.
Πηγή: kathimerini.gr