Tην παράταση μέχρι την 21η Οκτωβρίου 2013 της προσωρινής κράτησης της υπηκόου Αλβανίας L. G. του D. 26 ετών, κατοίκου Νέας Ιωνίας Αττικής και του Τ. Γ. του Γ. 24 ετών, κατοίκου Αρχαγγέλου, που ενεπλάκησαν σε υπόθεση διακίνησης µεγάλης ποσότητας κάνναβης, αποφάσισε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Η αλλοδαπή κατηγορείται συγκεκριµένα για µεταφορά, κατοχή και παράδοση ναρκωτικών κατ’ επάγγελµα και κατά συνήθεια και ο 24χρονος για κατοχή και αγορά ναρκωτικών κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελµα και κατά συνήθεια.
Ελεύθερος χωρίς όρους έχει αφεθεί ο κατηγορούµενος για απλή συνέργεια σε αγορά ναρκωτικών Σ. Φ. του Α. 29 ετών, κάτοικος Αρχαγγέλου, γιατί δεν φαίνεται να έχει σχέση µε την υπόθεση.
Για πώληση κατ’ εξακολούθηση ναρκωτικών ουσιών, για οργάνωση, κατεύθυνση, χρηµατοδότηση και εποπτεία µεταφοράς, κατοχής και παράδοσης ναρκωτικών ουσιών κατ’ επάγγελµα και κατά συνήθεια διώκεται στην ίδια υπόθεση ο Αλβανός υπήκοος D. B. του X. 33 ετών, αγνώστου διαµονής.
Την 21η Οκτωβρίου 2012 και περί ώραν 14.30 αστυνοµικοί του Τµήµατος Δίωξης Ναρκωτικών, που εκτελούσαν περιπολία και ελέγχους υπόπτων ατόµων στον εµπορικό λιµένα της Ρόδου, αποφάσισαν να ελέγξουν την πρώτη κατηγορούµενη. Σε ταξιδιωτική βαλίτσα που μετέφερε βρέθηκαν 10 αυτοσχέδιες πλαστικές συσκευασίες µε ακατέργαστη κάνναβη βάρους 10.980 γραµµαρίων. Η 26χρονη παρέδωσε στους αστυνοµικούς ένα κινητό τηλέφωνο και ένα ακτοπλοϊκό εισιτήριο για την αναχώρησή της από τη Ρόδο.
Προανακρινόµενη ισχυρίστηκε ότι µετέφερε τα ναρκωτικά κατ’ εντολήν του Αλβανού, ο οποίος τυγχάνει γνωστός στις αστυνοµικές αρχές και καταζητείται από την 21η Αυγούστου 2012 για εµπλοκή του σε υπόθεση ναρκωτικών στη Ρόδο µε ένταλµα του τακτικού ανακριτή.
Ενώ ήταν κρατούµενη στο Τµήµα Δίωξης, η 26χρονη δέχτηκε τηλεφωνικές κλήσεις από τον οµοεθνή της ο οποίος της έδωσε εντολή να µεταβεί σε ξενοδοχείο, στο κέντρο της πόλης και να περιµένει κάποιο άτοµο που θα παρελάµβανε τα ναρκωτικά.
Η 26χρονη συνεργάστηκε µε τους αστυνοµικούς και µετέβη στο ξενοδοχείο. Κατά την παραµονή της εκεί δέχτηκε αλλεπάλληλες τηλεφωνικές κλήσεις από τον οµοεθνή της και περί ώραν 17.50 εµφανίστηκαν εκεί µε µοτοσυκλέτα δύο άτοµα.
Ο συνοδηγός εισήλθε στο ξενοδοχείο και κατευθύνθηκε στο δωµάτιο της. Όταν ανέλαβε την βαλίτσα µε τα ναρκωτικά ακινητοποιήθηκε από τους αστυνοµικούς και συνελήφθη µαζί µε τον οδηγό της µοτοσυκλέτας.
Οι αστυνοµικοί πήραν τα στοιχεία των δύο Αρχαγγελιτών και εν συνεχεία κατάσχεσαν τα κινητά τους τηλέφωνα. Ο Γ. Τ. ισχυρίστηκε ότι είχε αγοράσει και στο παρελθόν ναρκωτικά από τον Αλβανό, ενώ ο Σ. Φ. υποστήριξε ότι δεν εγνώριζε τίποτε για την αγοραπωλησία και ότι µετέφερε απλώς τον φίλο του στο ξενοδοχείο.
Ο 24χρονος δήλωσε εξαρτηµένος και ζήτησε τη διενέργεια ψυχιατρικής πραγµατογνωµοσύνης, ενώ τόνισε ότι γνώρισε τον B. D. από τον οποίο και προµηθεύτηκε για δική του χρήση ποσότητα 150 γραµµαρίων ινδικής κάνναβης αντί του ποσού των 450 ευρώ. Επειδή η τιµή ήταν καλή του ζήτησε να του βρει 750 γραµµάρια και συµφώνησαν στην αγορά τους έναντι 2.300 ευρώ.
Την 21η Οκτωβρίου 2012 τον πήρε τηλέφωνο, όπως είπε, λέγοντάς του ότι του έχει στείλει την ποσότητα και ότι θα του την παρέδιδε η εξαδέλφη του, η οποία είχε κι άλλες παραγγελίες. Ισχυρίστηκε ότι δεν έχει καµία σχέση µε την ποσότητα των 10.980 γραµµαρίων και ότι για την αγορά της θα έπρεπε να πληρώσει 33.000 ευρώ πράγµα αδύνατο γι’ αυτόν. Ήθελε µόνο 750 γραµµάρια για δική του χρήση, όπως τόνισε, προσθέτοντας ότι δεν έχει απασχολήσει ποτέ τις αρχές και ότι δεν έχει διαθέσει σε κανέναν οποιαδήποτε ποσότητα ναρκωτικών, ούτε για κέρασµα.
Πρόσθεσε επίσης ότι δεν εγνώριζε ότι η τσάντα περιείχε 10 κιλά κάνναβη και ότι δεν θα την παρελάµβανε. Θεωρεί ότι η αλλοδαπή επέλεξε αυτόν για να του φορτώσει όλη την ποσότητα, αφενός για να παρουσιαστεί ως δήθεν συνεργάσιµη και αφετέρου για να µην αποκαλυφθεί ότι η ποσότητα αυτή αφορούσε αρκετά άτοµα και επιβαρυνθεί η θέση της.















