«Παρόν και μέλλον του ελληνικού τουρισμού»

Με την ευκαιρία της λήξεως της τουριστικής σεζόν του 2012, με τα καλά και τα κακά της, και ενόψει της ενάρξεως της νέας, του 2013, που στέλλει εδώ και καιρό, από όλες σχεδόν τις τουριστικές αγορές μηνύματα αισιοδοξίας, η «δημοκρατική» απευθύνθηκε στους τρεις κορυφαίους τουριστικούς παράγοντες της χώρας, τους κ.κ. Α. Ανδρεάδη, πρόεδρο του ΣΕΤΕ, Γ. Τσακίρη, πρόεδρο του ΞΕΕ και Γ. Ρέτσο, πρόεδρο της ΠΟΞ με το ακόλουθο ερώτημα:

«Παρόν και μέλλον του ελληνικού τουρισμού. Το δέον γενέσθαι»
Είναι σίγουρο ότι όσοι ενημερωθούν για τις απόψεις των τριών αυτών παραγόντων, θα γίνουν πλουσιότεροι σε ιδέες και θα ατενίζουν εφεξής με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον. Γιατί ο ελληνικός τουρισμός έχει, σίγουρα, και παρόν και μέλλον.
Ακολουθούν τα κείμενα που εγράφησαν αποκλειστικά για την «δημοκρατική» από τους τρεις κορυφαίους παράγοντες του ελληνικού τουρισμού.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΕΤΕ: «Αισιόδοξα είναι τα μηνύματα που λαμβάνουμε για τις προοπτικές του 2013»
Aισιόδοξα είναι τα μηνύματα που λαμβάνουμε για τις προοπτικές του 2013. Ήδη οι παραδοσιακές αγορές της Βρετανίας και της Γερμανίας έχουν δείξει σαφή θετική μεταστροφή. Η Βρετανική αγορά είναι παραδοσιακά η πρώτη από τις βασικές αγορές που ξεκινά από νωρίς τον προγραμματισμό και τις προκρατήσεις. Στην αγορά αυτή καταγράφεται αύξηση της τάξης του 15% σε ένα δείγμα 300.000 επισκεπτών οι οποίοι ήδη έχουν κλείσει τις διακοπές τους για το 2013 στην χώρα μας. Στη Γερμανική αγορά υπάρχει αναθέρμανση και εκεί της ζήτησης και προγραμματισμός 10% περισσότερων αεροπορικών θέσεων από Γερμανία προς Ελλάδα. Τα πρώτα αυτά στοιχεία σε συνδυασμό με τη σημαντική περαιτέρω δυναμική των νέων αγορών όπως της Ρωσίας, Ουκρανίας, Βαλκανικών χωρών, Τουρκίας κλπ, αλλά και το αυξημένο ενδιαφέρον από ΗΠΑ και για την κρουαζιέρα, μας κάνει αισιόδοξους για την επίτευξη των στόχων του 2013 για 17 εκατ. αφίξεις και 11 δισ. σε άμεσα έσοδα.
Παρατηρούμε επίσης μια σαφή μεταστροφή της διεθνούς κοινής γνώμης υπέρ της χώρας μας. Αυτό συνέβη διότι πλέον το θέμα σχετικά με την παραμονή της χώρας στο Ευρώ έχει λήξει και παράλληλα τα 16 εκατ. επισκεπτών που ήρθαν στη χώρα μας το 2012 διαπίστωσαν πως η αρνητική δημοσιότητα του πρώτου εξαμήνου ήταν εξαιρετικά υπερβολική, αλλά και αντιλήφθηκαν τον μεγάλο αγώνα του ελληνικού λαού. Οι ελληνικοί προορισμοί παρέμειναν ασφαλείς και όμορφοι, προσφέροντας την καλύτερη από ποτέ σχέση ποιότητας – τιμής στις υπηρεσίες τους.
Οι αριθμοί αυτοί μπορούν όχι μόνο να επιτευχθούν αλλά και να ξεπεραστούν για το 2013 στη περίπτωση που προχωρήσουν άμεσα μεταρρυθμίσεις σε προβλήματα όπως αυτό της έκδοσης visa. H εκτίμηση του ΣΕΤΕ είναι ότι η σημερινή γραφειοκρατική διαδικασία χορήγησης, στερεί τη χώρα τουλάχιστον από 3 εκατ. επισκέπτες, 5 δισ. ευρώ άμεσα και έμμεσα έσοδα και 60.000 – 100.000 νέες θέσεις εργασίας. Το θέμα έχει τεθεί ως πρώτη προτεραιότητα, τόσο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, όσο και από τον Αντιπρόεδρο της Ε.Ε. και Ευρωπαϊκό Επίτροπο Βιομηχανίας & Επιχειρήσεων, κ. Α. Ταγιάνι.
Επιπλέον, θεωρούμε πως πρέπει άμεσα να προχωρήσει το νέο ειδικό χωροταξικό για τον τουρισμό επανεξετάζοντας κρίσιμα θέματα, όπως τα βελτιωμένα πολεοδομικά κίνητρα σε τουριστικές επενδύσεις αιχμής ή υψηλής ποιότητας με αντίστοιχα αντικίνητρα σε νέα τουριστική δόμηση χαμηλών κατηγοριών και απόδοσης, όπως και το κρίσιμο θέμα της τοποθέτησης των τουριστικών επενδύσεων από τον αιγιαλό. Δεν είναι δυνατόν στη χώρα μας με 19.000 χλμ ακτών (με βάση τη νέα φωτογράφιση ακριβείας από την Κτηματολόγιο ΑΕ), δηλαδή υπερδεκαπλάσιο μήκος από την Γαλλία ή Ισπανία, να τοποθετούνται τα ξενοδοχεία ή άλλες τουριστικές επενδύσεις στα 100μ. – 200μ. από τη γραμμή του αιγιαλού, όταν επιτρέπεται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή κατοικίες να τοποθετούνται στα 30μ. Απόλυτα αναγκαία είναι και η επανεξέταση του επενδυτικού νόμου που ήδη βρίσκεται σε διαβούλευση, ώστε να γίνει λιγότερο γραφειοκρατικός και περισσότερο αποτελεσματικός, να προσαρμοσθεί στα νέα οικονομικά δεδομένα της χώρας και να συμπεριλάβει και άλλες τουριστικές δραστηριότητες π.χ. επίγειες και θαλάσσιες μεταφορές.
Πρέπει να προσθέσουμε ότι η μείωση του ΦΠΑ στη διαμονή οπωσδήποτε επηρέασε θετικά τη ζήτηση. Δεν είχε όμως το ίδιο αντίκτυπο και στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι η μείωση αυτή πέρασε στον καταναλωτή. Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ωφέλειας χάθηκε από την αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 11% στο 23% που επίσης επηρέασε εξαιρετικά αρνητικά τις επιχειρήσεις εστίασης. Χάσαμε από αυτή την εξαιρετικά εσφαλμένη κίνηση, δεκάδες χιλιάδες θέσεις απασχόλησης, ενώ και τα φορολογικά έσοδα δεν αυξήθηκαν αφού ουσιαστικά ενθαρρύνθηκε η φοροδιαφυγή. Σε μια χώρα όπου ο τουρισμός είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας – αν όχι ο βασικότερος – η σωστή πολιτική, οικονομική και τουριστική προσέγγιση, πρέπει να υπαγορεύει ενιαίο και χαμηλό επίπεδο ΦΠΑ σε όλο το φάσμα των τουριστικών υπηρεσιών και όχι μόνο στα καταλύματα. Εξαιρετικής σημασίας είναι και ο νέος υπό εξέλιξη φορολογικός νόμος, τόσο για τις υφιστάμενες τουριστικές επιχειρήσεις, όσο και για τις νέες επενδύσεις στον τουρισμό. Κύρια χαρακτηριστικά με βάση τις προτάσεις του ΣΕΤΕ πρέπει να είναι η απλότητα, η διάρκεια, η φιλικότητα στον επενδυτή και η ενίσχυση της απασχόλησης.
Η πρόσφατη έκθεση της Τρόικα κάνει λόγο για ένα 2013 εξίσου δύσκολο αφού η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε περίοδο ύφεσης. Είναι πλέον βέβαιο ότι πολλά έχουν ήδη αλλάξει στη χώρα μας, ακόμα και αν είναι δύσκολο να τα ξεχωρίσουμε. Η νέα γενιά των επιχειρηματιών, η νέα γενιά των εργαζομένων, αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να επιβιώσει και να εξελιχθεί χωρίς εξωστρέφεια, αποκομμένη από τη διεθνή πραγματικότητα. Όλοι μας δεν πρέπει λεπτό να σταματήσουμε να οραματιζόμαστε τη σύγχρονη Ελλάδα. Την Ελλάδα που θέλουμε όχι μόνο να δουλεύουμε σε αυτή, αλλά να εργαζόμαστε, να αναπτύσσουμε επιχειρηματικότητα, να δημιουργούμε αξία, να σχεδιάζουμε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, να ηγούμαστε σε παγκόσμιο επίπεδο και φυσικά να χαιρόμαστε την κάθε στιγμή της ζωής μας σε αυτό το πανέμορφο μέρος της γής, το καλύτερο οικόπεδο του κόσμου.
Με συγκεκριμένα, στοχευμένα μέτρα, που η Κυβέρνηση συνεργασίας έχει ξεκινήσει να λαμβάνει, πρέπει όμως να επιταχύνει, είναι βέβαιο ότι ο ελληνικός τουρισμός μπορεί σε ορίζοντα 2-3 ετών, να φτάσει στα 20 εκατ. διεθνείς αφίξεις, προσφέροντας συνολικά επιπλέον 3 μονάδες κάθε χρόνο στο ΑΕΠ της χώρας και δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Ήδη για το 2013 θέσαμε τον πήχη ψηλότερα, στα 17 εκατ. διεθνών αφίξεων και τα 11 δισ. ευρώ άμεσων εσόδων.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΕΞ.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ
Πρόεδρος Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος
«Η χώρα μας έχει μπει
πλέον σε μια νέα εποχή»

Η χώρα μας έχει μπει πλέον σε μια νέα εποχή. Τα δύο τελευταία χρόνια είδαμε και νοιώσαμε όλοι, να αλλάζουν όλα γύρω μας.
Το τουριστικό μοντέλο της χώρας μας που μας συνόδεψε από τις αρχές τις δεκαετίας του ΅70 μοιάζει, τουλάχιστον όσον αφορά την προοπτική του, να εξαντλείται έχοντας πιάσει ταβάνι όσον αφορά τις επιδόσεις του. Εδώ και μια δεκαετία τα αμιγή τουριστικά έσοδά μας είναι καθηλωμένα στα ίδια επίπεδα των +- 10 δις ευρώ. Το μοντέλο αυτό ξεκίνησε από τον λεγόμενο περιηγητικό τουρισμό και στη συνέχεια εξελίχθηκε στο σημερινό τουριστικό μοντέλο μας. Ένα μοντέλο, που παρόλα αυτά, εισφέρει στη χώρα το 18% του ΑΕΠ και συγχρόνως απασχολεί, άμεσα και έμμεσα, 750.000 εργαζόμενους όντας αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας.
Είναι ιδιαίτερα κρίσιμο και σημαντικό να κατανοήσουμε όλοι μας, ότι ένας διεθνοποιημένος κλάδος όπως ο Τουρισμός διασφαλίζει την ελκυστικότητα του προϊόντος του μέσα, αφενός από την ευκολία προσαρμογής του στις διεθνείς τουριστικές τάσεις και αφετέρου από την τιμολογιακή ανταποδοτικότητα με βάση την τουριστική πληρότητα του ίδιου του προϊόντος. Εφόσον «πλήττεται» οποιαδήποτε από τις δύο αυτές παραμέτρους, οδηγούμαστε σε υστέρηση της ζήτησης και κατά συνέπεια σε χαμηλότερες οικονομικές αποδόσεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα οδηγήσουν, νομοτελειακά, σε χαμηλότερες δημοσιονομικές επιδόσεις και σε χαμηλότερα επίπεδα απασχόλησης.
Στόχευσή μας στα πλαίσια μιας νέας τουριστικής στρατηγικής μας πρέπει να είναι:
Πρώτον η διαμόρφωση ενός τουριστικού πακέτου για ολόκληρο τον χρόνο, σε αντίθεση με την τωρινή πρακτική που κινείται με μια υπερ-συγκέντρωση της τουριστικής κίνησης στους τρεις μήνες του καλοκαιριού. Το μεσογειακό κλίμα και η τοποθεσία της χώρας μας το επιτρέπουν, εφόσον αναπτυχθούν και ενισχυθούν παράλληλα νέες μορφές τουρισμού όπως ο συνεδριακός τουρισμός, ο ιατρικός, ο τουρισμός τρίτης ηλικίας, ο θρησκευτικός, οι κρουαζιέρες, το yachting, η τουριστική κατοικία, κ.α.
Δεύτερον : η αναβάθμιση της τουριστικής μας πρότασης με τον εμπλουτισμό του βασικού τουριστικού μας προϊόντος αυτό του «ήλιος και θάλασσα» πρωτίστως με τον πολιτισμό και δευτερευόντως με τον τρόπο ζωής μας, το lifestyle και εμπειρίες.
Και όταν αναφέρομαι σε εμπειρίες αναφέρομαι στα υποπροϊόντα που οφείλουν να αναπτύξουμε και θα εξελίξουμε και τα οποία θα προσθέσουν δυνατότητες εμπειριών και υπεραξία στα βασικά τουριστικά προϊόντα μας. Ως παράδειγμα τέτοιου υποπροϊόντος μπορώ να αναφέρω την προσπάθεια του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος με το «Ελληνικό Πρωινό» το οποίο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρων , τόσο κλαδικό όσο επικοινωνιακό και κοινωνικό. Το Ελληνικό πρωινό είναι μια αμιγής και αυτοχρηματοδοτούμενη προσπάθεια και για τον λόγο αυτό έχει σημαντική προοπτική ανάπτυξης και καθιέρωσής του.
Όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν βέβαια και μια ανάλογη στρατηγική προώθησής τους, η οποία με δεδομένη την στενότητα των πόρων θα πρέπει να είναι στοχευμένη, καινοτόμος και σύγχρονη, αλλά κυρίως να χαρακτηρίζεται από συνέχεια και συνέπεια. Η προσήλωσή μας στο διαδίκτυο ως κυρίου μέσου προβολής και προώθησης του προϊόντος μας, πρέπει να είναι αδιάλειπτος και απαρέγκλιτος.
Πέρα από την στρατηγική της προβολής και προώθησης του τουρισμού μας, θεωρώ ότι εξίσου σημαντικό να εξετάσουμε και την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος μας, τις προοπτικές επιβίωσης των επιχειρήσεων του κλάδου και κυρίως των ξενοδοχείων.
Πολλοί ίσως έχουν την πεποίθηση ή πιστεύουν ότι εφόσον έρχονται στη χώρα μας κάθε χρόνο 16-17 εκατομμύρια τουρίστες, αρκεί για να λυθούν, αυτόματα όλα τα προβλήματά μας. Κανένας δεν εξετάζει τις άλλες παραμέτρους που από κοινού με τον αριθμό των αφίξεων επηρεάζουν την αποδοτικότητα της τουριστικής παραγωγής μας. Παράγοντες όπως οι τιμές που αναγκαζόμαστε να πουλάμε το προϊόν μας δηλαδή τα τουριστικά έσοδα μας, η μείωση κατά 70-80% του εγχώριου τουρισμού, η κατάργηση της εργατικής εστίας και κατ’ επέκταση του κοινωνικού τουρισμού, η τουριστική απαξίωση πολλών περιοχών της χώρας μας, η αύξηση της παράνομης ενοικίασης ιδιωτικών καταλυμάτων που αποστερεί από την Ελληνική οικονομία έσοδα της τάξης του 7%-9% των εισροών μας, η πραγματική δαπάνη ανά επισκέπτη διαμορφώνουν μια άλλη πραγματικότητα που πολύ απέχει από την ευημερία των αριθμών αφίξεων και εσόδων, η οποία μπορεί να ευνοεί τα δημοσιονομικά νούμερα αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό επηρεάζει την συνολικά τουριστική παραγωγή της χώρας.
Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος εκπροσωπώντας τους 9.500 Ελληνες ξενοδόχους και ιδιοκτήτες camping οφείλει να παρουσιάζει την κατάσταση όπως πραγματικά διαμορφώνεται. Ούτε υπεραισιόδοξα ούτε απαισιόδοξα, απλά ρεαλιστικά.
Το τουριστικό προϊόν έχει εξελιχθεί στην διεθνή αγορά σε commodity.
Μπορεί η διεθνής τουριστική κίνηση να αυξάνεται από χρόνο σε χρόνο, φέτος 5%, αλλά ο ανταγωνισμός σε διεθνές επίπεδο είναι ιδιαίτερα σκληρός. Η ανταγωνιστικότητα των τουριστικών επιχειρήσεων πρέπει να συμβαδίζει με τις απαιτήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος. Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητο πριν από κάθε δημοσιονομική μας απόφαση για επιβολή φόρων, αυξήσεων και όποιων άλλων υποχρεώσεων επιβάλλονται στις τουριστικές επιχειρήσεις, να συνεκτιμούμε σε τι πεδίο και με ποιους όρους οι Ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις θα αναγκασθούν να λειτουργήσουν. Εάν αλόγιστα επιβαρύνονται διαρκώς με φόρους και υποχρεώσεις και σε συνδυασμό με τα διαχρονικά εγγενή μας προβλήματα , θα καταλήξουμε να επιχειρούμε σε ένα περιβάλλον πλήρους οικονομικής αναποτελεσματικότητας, θέτοντας συγχρόνως σε αμφιβολία τη βιωσιμότητα των 6-7000 ξενοδοχείων μικρής και μεσαίας δυναμικότητας σε όλη την χώρα.
Ολοκληρώνοντας θα έλεγα ότι όσο η στρατηγική στην τουριστική προβολή της χώρας είναι απαραίτητη άλλο τόσο απαραίτητη είναι και η εθνική στρατηγική για τον τουρισμό .Και μια τέτοια στρατηγική είναι απαραίτητο να γίνει συνείδηση σε όλους όσους αποφασίζουν για τον τουρισμό και οι αποφάσεις τους με διάφορους τρόπους επηρεάζουν ή επιβαρύνουν την τουριστική λειτουργία της χώρας μας. Δεν αρκεί η ευαισθησία και δραστηριοποίηση του Υπουργείου Τουρισμού και της ίδιας της υπουργού προσωπικά για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις που επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητά μας. Χρειάζεται, εφόσον πραγματικά αναγνωρίζουμε την δυνατότητα του τουρισμού να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας , να υποστηρίξουμε την ορθολογική και διεθνιστική λειτουργία του προς όφελος όλης της κοινωνίας.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΕΤΣΟΣ,
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ
ΞΕΝΟΔΟΧΩΝ:
«Το 2013 να είναι η χρονιά της Κοινής Λογικής»

Είθισται τη συγκεκριμένη περίοδο, σε κοινωνικό επίπεδο να ανταλλάσσουμε ευχές και να εκμυστηρευόμαστε προσδοκίες και σε επιχειρηματικό επίπεδο να κάνουμε τους απολογισμούς μας και να ξεδιπλώνουμε τους σχεδιασμούς μας για τη νέα χρονιά, τη νέα περίοδο.
Αξιολογούμε τα δεδομένα και τα εισερχόμενά μας, ζυγίζουμε τις καταστάσεις και τις προοπτικές και προγραμματίζουμε τις κινήσεις μας.
Για την Ελληνική Ξενοδοχία, που πάντα αποτελεί ενεργό κύτταρο της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, αναμφίβολα, οι καιροί είναι ζοφεροί και οι ορίζοντες ομιχλώδεις.
Με όλες τις προηγούμενες αλλαγές της τελευταίας τετραετίας, ο κλάδος μας έκλεινε με απώλειες και δυσκολίες την περίοδο που έφευγε και ατένιζε με ολοένα εντεινόμενο προβληματισμό τις περιόδους που έρχονταν.
Η ΠΟΞ, χαρακτηριζόμενη μάλιστα και ως «μάντης δεινών», τότε, ήταν ο πρώτος από τους επαγγελματικούς φορείς πανελλαδικά, που, από το Μάρτιο του 2008 επισήμανε τα «νέφη» της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και των πιθανών επιπτώσεών τους στην εθνική μας οικονομία.
Και καλούσε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές να λάβουν τα μέτρα τους, με αιχμή προσοχής, φυσικά, τον ελληνικό τουρισμό.
Σήμερα, η κοινωνία και η οικονομία της Ελλάδας βρίσκονται σε μία κατάσταση που κανείς από εμάς δεν φανταζόταν ή μπορούσε να προβλέψει πριν από λίγα χρόνια.
Την τελευταία διετία βιώσαμε καταστάσεις και εξελίξεις πρωτόγνωρες και σαρωτικές. Σε όλα τα επίπεδα.
Οπωσδήποτε, το περιβάλλον μέσα στο οποίο ξεκίνησε το 2012, ήταν πολύ πιο σκοτεινό και δραματικό από το κλίμα που βλέπουμε τις τελευταίες, μόλις, μέρες.
Χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι ξεπεράσαμε τους υφάλους και την τρικυμία που μας καταπονεί.
Το 2012, ο τουρισμός και ειδικά τα ελληνικά ξενοδοχεία, έδειξαν τις αντοχές τους και ανέλαβαν στην πλάτη τους την επίπονη προσπάθεια περιορισμού των ανησυχητικών απωλειών που βλέπαμε μέχρι και το τέλος του πρώτου εξαμήνου.
Είναι πασιφανές ότι τα ελληνικά ξενοδοχεία πρωτοστάτησαν, με μεγάλο κόστος, σε αυτήν την προσπάθεια και βγαίνουν από μία σκληρή δοκιμασία, περισσότερο αποδυναμωμένα και ευάλωτα παρά ποτέ.
Το 2013, όπως δείχνουν τα πρώτα στοιχεία και μηνύματα που έχουμε, κινείται σε θετική τροχιά. Τα ελληνικά ξενοδοχεία, όμως, βρίσκονται βαθιά βυθισμένα στην ύφεση, στις ασφυκτικές υποχρεώσεις, στην υπέρμετρη φορολόγηση, στις αυξανόμενες επιβαρύνσεις, φορολογικές και πάσης άλλης φύσεως.
Κοινώς, με απλά λόγια, τα ξενοδοχεία έδωσαν τα ρέστα τους. «Στέρεψαν», εξασθένησαν στα κατώτατα αποδεκτά όρια, «κινούνται με αναθυμιάσεις» για να δανειστώ και έναν όρο από τις αερομεταφορές. Και χρειάζονται επειγόντως οξυγόνο και εφόδια.
Και έρχομαι στο σημείο αυτό, στην «ευχή» μας για τη νέα περίοδο.
«Κοινή Λογική». Περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, στην πολιτική, στην τουριστική πολιτική, στην οικονομία, στην επιχειρηματικότητα, στη λειτουργία της αγοράς, θέλουμε «κοινή λογική».
Όχι απλώς να πρυτανεύσει η «κοινή λογική» στις πολιτικές και στις νοοτροπίες, αλλά να ενσωματωθεί σε αυτές και να αποτελεί τη βασική «φιλοσοφία» κάθε στρατηγικής και κάθε σχεδιασμού.
Ποια η σχέση Τουρισμού και κοινής λογικής;
Κατ’ αρχάς, επειδή ο Τουρισμός στηρίζει με τον καλύτερο τρόπο, ενδεικτικά:
1. τις θέσεις εργασίας και την απασχόληση σε κάθε μορφή (όχι μόνο στις τουριστικές επιχειρήσεις, αλλά και σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας μιας περιοχής),
2. τις μεταφορές (εντός κι εκτός χώρας και με κάθε μέσο),
3. τις δομές κατά τόπους και τις υπηρεσίες (ακόμη και σε υποβαθμισμένους κατά τα άλλα ή ακριτικούς προορισμούς),
4. την επανασύνταξη και επαναλειτουργία των περιοχών, αφού περιορίζει την ερήμωση και την εγκατάλειψη και τις ουσιαστικές απώλειες από τη μετανάστευση, δημιουργώντας με τα κατάλληλα κίνητρα νέες θέσεις εργασίας, βοηθώντας ταυτόχρονα τον επαναπατρισμό ανθρώπων και κεφαλαίων,
5. τη σύνδεση με το πρωτοποριακό ή έστω το σύγχρονο (προκειμένου να υπάρχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα) -άρα παρασύρει προς τα «εμπρός» την επιχειρηματικότητα, την εκπαίδευση, την ποιότητα της προσφοράς, τις κατά τόπους υποδομές και εκσυγχρονίζει τους μηχανισμούς…
6. Τέλος, ασκεί πιέσεις προς την όποια κατά τόπους κρατική μηχανή (μέσω των αναγκών φιλοξενίας και καλύτερης εξυπηρέτησης των τουριστών), παρασύρει δηλαδή σε δράσεις είτε την τοπική αυτοδιοίκηση, είτε τους εμπλεκόμενους φορείς.
Και επειδή κοινή λογική χωρίς στοιχεία και αριθμούς, δεν δύναται να υποστηριχθεί, ερχόμαστε και σε αυτά.
Εδώ και δεκαετίες είναι ο σημαντικότερος και ο δυναμικότερα αναπτυσσόμενος τομέας της ελληνικής οικονομίας. Την τελευταία δεκαετία, ο τουρισμός συνεισφέρει σταθερά περισσότερο από το 16% του ΑΕΠ, απασχολεί το 20% του εργατικού δυναμικού (1.000.000 οικογένειες εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό) και καλύπτει το 1/3 του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. Προσελκύει περί τα 16 εκατομμύρια ξένους επισκέπτες ετησίως, υπερδιπλασιάζει δηλαδή ουσιαστικά τον πληθυσμό της χώρας. Και όλοι αυτοί, καταναλώνουν και αγοράζουν πάσης φύσεως υπηρεσίες.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη της McKinsey, μέχρι το 2021, η ¶μεση Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του τουρισμού (άμεση και έμμεση συνεισφορά) μπορεί να αυξηθεί κατά 20 δισ. Ευρώ και να φτάσει τα 54.7 δισ. Ευρώ, δημιουργώντας παράλληλα 220.000 νέες θέσεις εργασίας. Αυτό αντιστοιχεί στο 36% της εκτιμώμενης συνολικής ανάπτυξης της χώρας και στο 44% του αριθμού των νέων θέσεων εργασίας για την επόμενη δεκαετία. Ο ελληνικός τουρισμός, μεσούσης μιας πρωτοφανούς κρίσης, απεδείχθη ακόμη μια φορά εξαιρετικά ανθεκτικός.
Παρά την ιδιαίτερα αρνητική δημοσιότητα που έλαβε από το 2008, τη σχεδόν μηδενική προβολή του, αλλά και την εμφανή απουσία μάρκετινγκ, παρουσίασε έως και αύξηση. Ας μην ξεχνάμε πως η ελληνική κρίση δεν επιδρά σε μέγιστο βαθμό στα αποτελέσματα των περισσοτέρων κλασσικών τουριστικών προορισμών, παρά μόνο αυτών οι οποίοι στηρίζονται στον Έλληνα τουρίστα.
Επομένως ο Τουρισμός είναι:
1. Ο «συνδετικός κρίκος» για όλο τον «οικονομικό ιστό» μιας χώρας όπως η Ελλάδα,
2. Το «σημείο αναφοράς» των τομέων παραγωγής και πολλών διαφορετικών και ενίοτε ασύνδετων δραστηριοτήτων κατά τόπους, άρα και
3. Ο βασικός μοχλός της οικονομίας και της περιφερειακής ανάπτυξης κι αυτό δεν είναι λόγια-είναι μια τεκμηριωμένη αλήθεια.
Και τι ορίζει επί αυτών, η «κοινή λογική»;
Τα αυτονόητα. Μεταρρυθμίσεις και όχι διαιώνιση κατεστημένων και στεγανών. Δυναμικές παρεμβάσεις πνοής και καινοτομίας και όχι συντηρητικές προσεγγίσεις και υποτονικούς χειρισμούς.Ανάπτυξη και όχι εισπρακτικές και φορομπηχτικές επιλογές και «εύκολες λύσεις». Ολοκληρωμένα σχέδια, μελετημένες στρατηγικές, στοχευμένες κινήσεις.
Ειδικά για τον Τουρισμό, ομοίως τα αυτονόητα και επί χρόνια ζητούμενα:
• Σταθερό και φιλικό φορολογικό και επενδυτικό περιβάλλον.
• Εξόντωση – όχι απλώς περιορισμό – της γραφειοκρατίας.
• Στρατηγική Αερομεταφορών και αξιοποίησης ή αναβάθμισης Υποδομών.
• Τουριστική συνείδηση σε όλες τις βαθμίδες του Δημόσιου Τομέα, από τον πρωθυπουργό μέχρι το δημοτικό υπάλληλο.
•Οργανωμένη, συντονισμένη και στοχευμένη προβολή του τουριστικού μας προϊόντος και αξιοποίηση των στρατηγικών μας πλεονεκτημάτων.
•«Επιστροφή» με νέα εργαλεία και κίνητρα στις μεγάλες παραδοσιακές αγορές και άνοιγμα και αποτελεσματική διείσδυση στις νέες αναδυόμενες αγορές προέλευσης επισκεπτών για τον τουρισμό μας.
Για λόγους τάξης, επανέρχομαι και εξειδικεύω και στα πιο φλέγοντα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο μας.
Και κλείνω με αυτά τα ζητήματα, με την ελπίδα ότι σε ένα αντίστοιχο σημείωμα σε έναν χρόνο, θα κλείνουμε με προβληματισμούς πιο δημιουργικούς και ευτελέσφορους:
• Το καθεστώς πιστωτικής ασφυξίας κάτω από το οποίο λειτουργούν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Οι Τράπεζες πρέπει επιτέλους να καταστούν φορείς ανάπτυξης, στήριξης, προσφοράς λύσεων και όχι βρόγχοι και «σφαγείς».
• Την ανάγκη αποπληρωμής των οφειλών του Δημοσίου, ζήτημα υψίστης σημασίας κυρίως για τις μικρομεσαίες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
• Τη δυναμική αντιμετώπιση της παραοικονομίας, καθώς τα παράνομα τουριστικά καταλύματα εξακολουθούν να ανθούν και να απομυζούν τις νόμιμα λειτουργούσες επιχειρήσεις, ξεπερνώντας κάθε όριο αθέμιτου ανταγωνισμού.
• Την εξομοίωση του φόρου του πετρελαίου κίνησης με το θέρμανσης, που αυξάνει κατά 40% τουλάχιστον το ενεργειακό κόστος για πολλές ξενοδοχειακές μονάδες, μέσα σε λίγους μόλις μήνες και μάλιστα χωρίς να προσφέρεται εναλλακτική λύση. Η επιβάρυνση αυτή δε, έρχεται στην κλιμάκωση της κατέρρευσης της εσωτερικής αγοράς, μία κατάσταση που έχει πλήξει πολύ βαριά την τουριστική οικονομία και δεν αφορά μόνον τα ξενοδοχεία, αλλά τις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες περιοχών ολόκληρων στη χώρα μας.
• Την οριστική σχηματοποίηση και συγκεκριμενοποίηση, με χρονοδιαγράμματα, από το Υπουργείο Τουρισμού και τον ΕΟΤ των ενεργειών προβολής της χώρας την επόμενη χρονιά.
• Το υπό κατάρτιση νέο φορολογικό πλαίσιο καθώς οι ρυθμίσεις που θα προβλεφθούν σε αυτό θα έχουν σοβαρό αντίκτυπο στον ξενοδοχειακό κλάδο. Με ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα του επαναπροσδιορισμού της φορολόγησης των τουριστικών ακινήτων, μια αστοχία επί του οποίου μπορεί να επιφέρει ακόμη και το κλείσιμο ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Ο Κλάδος μας συνεχίζει ενωμένος και πιο ισχυρός – με συστράτευση όλων των τοπικών μας Ενώσεων – τις διεκδικήσεις και τα δίκαια αιτήματά του.
Γιατί μπορούμε να οδηγηθούμε σε καλύτερες μέρες και μαζί θα το πετύχουμε.