Αθέμιτος ανταγωνισμός στην αγορά από το στρατιωτικό πρατήριο

Ένα επιπλέον ανταγωνιστή, εκτός από τις μεγάλες αλυσίδες των μεγάλων καταστημάτων, έχουν να αντιμετωπίσουν οι επαγγελματίες και οι έμποροι της Ρόδου, οι οποίοι βλέπουν τον τζίρο τους να μειώνεται με σταθερούς ρυθμούς.
Πρόκειται για το στρατιωτικό πρατήριο το οποίο καταγγέλλουν για αθέμιτο ανταγωνισμό, αφού διαθέτει τα είδη του χωρίς διάκριση σε όλους τους καταναλωτές και όχι μόνο στους ανθρώπους των σωμάτων ασφαλείας.
Το στρατιωτικό πρατήριο λειτουργεί στην περιοχή «Ζέφυρος», σε μικρή απόσταση από το κέντρο της πόλης, διαθέτοντας τρόφιμα, είδη ρουχισμού και ηλεκτρολογικά είδη σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές αφού αγοράζει και πουλά με ευνοϊκούς όρους προς εξυπηρέτηση των αναγκών του στρατιωτικού προσωπικού στο οποίο οφείλει να απευθύνεται αποκλειστικά.
Φέρεται να προσελκύει καταναλωτές απ’ όλο το νησί, επιφέροντας έτσι μεγάλο πλήγμα στην αγορά.
Για το θέμα υπήρξε ήδη παρέμβαση του Εμπορικού Συλλόγου Ρόδου προς τον Διοικητή της 95 ΑΔΤΕ Υποστράτηγο Δημήτριο Ρέσκο ενώ το έγγραφο κοινοποιήθηκε στο Λοχαγό Διοικητή του Πρατηρίου κ. Αντώνιο Κουτούδη, στο Σύλλογο Παντοπωλών Ρόδου “Ο Ερμής” και στους έμπορους κ.κ. Αντωνία Καρασαντζιάν και Φωτεινή Σπανού.
Στην επιστολή του Εμπορικού Συλλόγου Ρόδου αναφέρονται τα εξής:
“Στρατηγέ,
Με την παρούσα θα θέλαμε να σας γνωστοποιήσουμε ότι μέλη του συλλόγου κατήγγειλαν τη δράση του στρατιωτικού πρατηρίου στο οποίο, σύμφωνα με τις καταγγελίες, πωλούνται προϊόντα σε πολίτες χωρίς να φέρουν την ειδική κάρτα. Παρακαλούμε όπως λάβετε υπ’ όψιν σας τις επισυναπτόμενες επιστολές και να επιληφθείτε του θέματος.
Με εκτίμηση ο Πρόεδρος κ. Νικόλαος Κουκούλης, ο Γεν. Γραμματέας κ. Κ. Σπανός”.
O πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου κ. Γιάννης Πάππου δήλωσε χθες στη “δ” τα εξής:
«Στις δύσκολες μέρες που λειτουργεί ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας όλες οι υπηρεσίες του κράτους θα πρέπει να είναι αρωγοί και όχι δήμιοι της εναπομείνασας επιχειρηματικότητας. Το στρατιωτικό πρατήριο Ρόδου θα πρέπει να λειτουργεί με γνώμονα την εξυπηρέτηση των στρατευμένων νέων του τόπου αλλά ταυτόχρονα να διαφυλάσσει τη βιωσιμότητα των τοπικών επιχειρήσεων».
Των ως άνω παρεμβάσεων προηγήθηκαν επιστολές εμπόρων.
Η κ. Φωτεινή Σπανού κατήγγειλε τα εξής:
“Κύριοι σας ενημερώνω ότι διατηρώ κατάστημα Στρατιωτικών Ειδών. Τον τελευταίο καιρό το Στρατιωτικό Πρατήριο πωλεί στρατιωτικά είδη σε πολίτες και ιδίως σε νέους πριν καταταγούν στο στρατό. Επειδή αυτό απαγορεύεται από το νόμο και είναι αθέμιτος ανταγωνισμός και υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες οδηγεί σε καταστροφή την επιχείρησή μας, θα σας παρακαλούσα να προβείτε στις δέουσες ενέργειες προς τις στρατιωτικές αρχές ώστε να σταματήσει αυτό το απαράδεκτο φαινόμενο”.

Η έμπορος κ. Αντωνία Καρασαντζιάν κατήγγειλε με επιστολή της τα εξής:
“Κύριοι, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι διατηρώ κατάστημα κυνηγετικών και στρατιωτικών ειδών. Τον τελευταίο χρόνο το στρατιωτικό πρατήριο έχει αρχίσει να πωλεί στρατιωτικά είδη σε πολίτες και ειδικά σε νέους πριν καταταγούν στο στρατό. Επειδή αυτό απαγορεύεται από τον νόμο και συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό και υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες οδηγεί σε οικονομικό στραγγαλισμό την επιχείρησή μας, θα σας παρακαλούσα να προβείτε στις δέους ενέργειες προς τις στρατιωτικές αρχές ώστε να σταματήσει αυτό το απαράδεκτο φαινόμενο”.
Ο Σύλλογος Παντοπωλών Ρόδου ανέφερε σε επιστολή του τα ακόλουθα:
“Το σωματείο Παντοπωλών Ρόδου ο «Ερμής» μετά από παράπονα τα οποία δέχθηκε από μέλη του θα ήθελε και αυτό με τη σειρά του να σας ενημερώσει για τη δράση του Στρατιωτικού πρατηρίου το οποίο διαπιστώθηκε ότι πουλάει προϊόντα σε πολίτες χωρίς την ειδική κάρτα. Όπως καταλαβαίνετε η πράξη αυτή δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό. Παρακαλούμε όπως επιληφθείτε του θέματός μας”.
Όπως φαίνεται ενώ οι ελεγκτικοί μηχανισμοί εξαντλούν όλη την αυστηρότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αφήνουν μια κρατική μονάδα να λειτουργεί ανεξέλεγκτα και ασύδοτα.
Είναι αδύνατον μάλιστα να αποτρέψεις τους καταναλωτές να κάνουν τις αγορές τους από μια τέτοια μονάδα, όπου τη δουλειά των υπαλλήλων εκτελούν στρατιώτες, με αποτέλεσμα οι τιμές να διατηρούνται χαμηλές.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει εξάλλου και το γεγονός ότι η Διεύθυνση Οικονομικού του ΓΕΣ έχει αποστείλει οδηγίες προς τους διοικητές των στρατιωτικών μονάδων να αποφεύγουν τους εφοριακούς που επιδιώκουν να ελέγξουν αν αποδίδεται κανονικά ο ΦΠΑ στα στρατιωτικά πρατήρια και τα ΚΜΨ, με αποτέλεσμα οι πύλες των στρατοπέδων να παραμένουν κλειστές γι’ αυτούς.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του «Έθνους», έπειτα από παλιότερες αποκαλύψεις της εφημερίδας ότι σε όλα τα στρατόπεδα και τα στρατιωτικά πρατήρια σημειώνεται μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή διότι δεν αποδίδεται ο ΦΠΑ, το υπουργείο Οικονομικών έδωσε εντολή στις κατά τόπους εφορίες να ξεκινήσουν εξονυχιστικούς ελέγχους. Οι ΔΟΥ έχουν ήδη υποβάλει αιτήματα σε σχηματισμούς για χορήγηση άδειας εισόδου εφοριακών σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, προκειμένου να προβούν σε διενέργεια ελέγχου στα πρατήρια και τα ΚΨΜ για την τήρηση φορολογικών διατάξεων, όπως κανονική απόδοση ΦΠΑ και υποχρέωση καταβολής άλλων φόρων.
Την ίδια στιγμή, η Διεύθυνση Οικονομικών του ΓΕΣ επιμένει να υποστηρίζει ότι τα στρατιωτικά πρατήρια και τα ΚΨΜ δεν πρέπει να αποδίδουν ΦΠΑ. Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ της εφημερίδας, ο νόμος 246/90 καθορίζει ότι, εφόσον ένα ταμείο κάνει τζίρο άνω των 24.000 ευρώ ετησίως, υποχρεούται αυτός που το κατέχει να το δηλώνει στο μητρώο ΦΠΑ. Επομένως τα ΚΨΜ των μονάδων, που κάνουν τζίρο άνω των 100.000 ευρώ ετησίως, εμπίπτουν στις προϋποθέσεις του νόμου και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «ασήμαντες», όπως θέλει να τις εμφανίσει η ΔΟΙ/ΓΕΣ. Τα δε στρατιωτικά πρατήρια των σχηματισμών κάνουν ετήσιο τζίρο περίπου 300.000 ευρώ. Επομένως και αυτά εμπίπτουν στις προϋποθέσεις του Ν. 246/90. Ωστόσο προβλήματα απόδοσης ολόκληρου του ΦΠΑ έχουν παρουσιαστεί κατά καιρούς και στα «χακί» σούπερ μάρκετ, τα (ΕΚΕΜΣ) που λειτουργούν στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου έχουν αναλάβει την τροφοδοσία των κατά τόπους μονάδων, αλλά και την εξυπηρέτηση των στρατιωτικών οικογενειών.
Σύμφωνα με τον υποστράτηγο, πάντως, η οργάνωση και λειτουργία των πρατηρίων και των στρατιωτικών κυλικείων (ΚΨΜ) εμπίπτουν στον νόμο 1642/1986, που εξαιρούνται από την απόδοση ΦΠΑ λόγω «ασήμαντου κύκλου εργασιών» και δεν είναι υποχρεωμένα να τηρούν ταμειακές μηχανές δηλωμένες στο μητρώο ΦΠΑ. Ο νόμος 1642/1986, όμως, που επικαλείται στο έγγραφό του αφορά την εξαίρεση ΦΠΑ σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών (είδη πολυτελείας), που ωστόσο έχει αντικατασταθεί από τον νόμο 246/90, που καθορίζεται ΦΠΑ για όλα τα προϊόντα.