Ελεύθερος χωρίς να του επιβληθούν νέοι περιοριστικοί όροι αφέθηκε χθες μετά την απολογία του με ομόφωνη απόφαση της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου κ. Μ. Κωτούλα και του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Κ. Μπούτσικου ο Σ. Σ. του Α., που φέρεται ως ο «εγκέφαλος» του κυκλώματος εξαπάτησης τραπεζών με τη χρήση πλαστών στοιχείων για τη σύναψη δανείων που έδρασε με διάρκεια στη Ρόδο, Αθήνα και Λαμία, κατά τα έτη 2006, 2007 και 2008.
Για την υπόθεση, όπως έγραψε η «δ», διώκονται συνολικά 14 άτομα για τις πράξεις της συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης άνω των 3 ατόμων με δομημένη οργανωτική δράση που επεδίωκε τη διάπραξη των κακουργημάτων της πλαστογραφίας και της απάτης κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, για πλαστογραφία με χρήση κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, για άμεση συνέργια σε απάτη κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, για χρήση πλαστού εγγράφου, για απάτη, για άμεση συνέργια σε πλαστογραφία και απάτη και για ηθική αυτουργία κατά συρροή σε πλαστογραφία.
Για την ίδια υπόθεση κατέθεσαν χθες ακόμη δύο κατηγορούμενοι οι οποίοι αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς όρους.
Απολογούμενος ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας ο Σ. Σ. αποδέχτηκε την κατηγορία της πλαστογραφίας αλλά αρνήθηκε και απέκρουσε τις υπόλοιπες κατηγορίες τις οποίες χαρακτήρισε «αβάσιμες, αστήρικτες και απότοκες της υπερβολικής ποινικής δίωξης που ασκήθηκε σε βάρος του».
Επανέφερε εξάλλου ένσταση απόλυτης ακυρότητας της προανάκρισης που διενήργησε η Υποδ/νση Ασφαλείας Ρόδου και ζήτησε να επιληφθεί σχετικά το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Έκανε συγκεκριμένα λόγο για κατάφωρη παραβίαση των διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας που αναφέρονται στην αυτόφωρη διαδικασία και τη διενέργεια της αστυνομικής προανάκρισης.
Τόνισε ότι το μοναδικό «αποδεικτικό» μέσο από το οποίο θα μπορούσε κανείς να αντλήσει το επιχείρημα της ύπαρξης εγκληματικής ομάδας με διαρκή δράση είναι η κατάθεση αστυνομικού της Υποδ/νσης Ασφαλείας Ρόδου ο οποίος φέρεται να έχει καταθέσει ενόρκως στις 4/6/2008 και ώρα 16.00 ενώπιον υπαστυνόμου και ισχυρίστηκε ότι η ένορκη αυτή κατάθεση ήταν «κατασκευασμένη», προχρονολογημένη, άκυρη, παράνομη και ποινικά ελεγκτέα, διότι δόθηκε μετά τη σύλληψη του και κυρίως μετά την απολογία του και την απολογία των υπόλοιπων συγκατηγορουμένων του.
Τόνισε δε ότι στην κατάθεση του αυτή ο αστυνομικός δεν έχει δική του γνώση ούτε καταθέτει περιστατικά που περιήλθαν στη γνώση του από τρίτα πρόσωπα για την ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης αλλά αναφέρεται στις απολογίες των συγκατηγορουμένων του Θ. Μ., Σ. Μ., Σ. Σ. Φ. και Μ. Λ.. Είναι προφανές, όπως επεσήμανε ο Σ.Σ., ότι αφού εξετάσθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι στη συνέχεια κατέθεσε ο αστυνομικός, η κατάθεση του οποίου προχρονολογήθηκε για να τηρηθούν οι τύποι.
Σε ό,τι αφορά την ουσία της υπόθεσης ο κατηγορούμενος επεσήμανε ότι ο δανεισμός της Σ. Φ. έγινε για να «διευκολυνθεί» ταμιακά ο σύντροφος της Σ. Μ.. Το δάνειο των 15.000 που ζήτησε η Π. Χ. δεν εκταμιεύθηκε ποτέ επειδή ο έλεγχος των υπαλλήλων της Ε.Τ.Ε. κατέδειξε ότι δεν είχε τις απαραίτητες προϋποθέσεις διότι η βεβαίωση αποδοχών που προσκόμισε αποδείχθηκε ότι δεν ήταν γνήσια. Το δάνειο που έλαβε ο συγκατηγορούμενος του Μ. Π. ύψους 10.609,40 ευρώ έχει πλήρως αποπληρωθεί. Για τα δάνεια που έλαβε η Δ. Π., έχει καταβάλει άνω των 7.000 ευρώ.
Για τα δάνεια των υπολοίπων τόνισε ότι δεν γνωρίζει αν και πόσα χρήματα έλαβαν ούτε ποτέ έλαβε οποιοδήποτε ποσό ως αμοιβή για να τους βοηθήσει με τη χορήγηση της βεβαίωσης εργασίας και αποδοχών για να δανειοδοτηθούν.
Ομολόγησε ότι κατάρτισε ο ίδιος τις πλαστές βεβαιώσεις αποδοχών χωρίς αμοιβή προκειμένου να διευκολύνει την ταμιακή δυσχέρεια αρχικά του φίλου του Σ. Μ. του αδελφού του Θ. Μ. και του Μ. Λ.
Σημείωσε ότι μόνο με την πλαστή βεβαίωση αποδοχών που κατάρτισε δεν ήταν δυνατή η δανειοδότηση των συγκατηγορουμένων του αλλά απαιτούντο και άλλα πρόσθετα δικαιολογητικά με σπουδαιότερο τις βεβαιώσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούσαν τους δανειολήπτες συγκατηγορουμένους του οι οποίες συντάχθηκαν από τον καταζητούμενο Γ. Κ. κάτοικο Λαμίας, με τον οποίο ο μόνος που επικοινωνούσε τηλεφωνικά ήταν ο Μ. Λ..
Ο Γ. Κ. για κάθε δήλωση που «κατασκεύαζε» ελάμβανε ως αμοιβή το ποσό των 600 ευρώ, γεγονός που δείχνει την «αυτοτέλεια» και την «ατομικότητα» στη φερόμενη εγκληματική του δράση να «φροντίζει» για τη σύνταξη και υποβολή των δηλώσεων στην αρμόδια ΔΟΥ χωρίς τη σύμπραξη ή συνεργασία κανενός.
Ως συνήγορος υπεράσπισης του παρέστη ο δικηγόρος κ. Μ. Κουτσούκος.













