Η μακρά και πολυεπίπεδη ποινική διαμάχη για υπόθεση διακεκριμένης ρευματοκλοπής που απασχόλησε τα ακροατήρια της Δωδεκανήσου αλλά και το ανώτατο ακυρωτικό της χώρας έλαβε οριστική κατάληξη με την υπ’ αριθμ. 1532/15-12-2025 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου.
Το δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό της την αίτηση αναίρεσης του καταδικασμένου επιχειρηματία, επιβεβαιώνοντας την κρίση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου για πράξεις που αποτιμήθηκαν σε ιδιαίτερα υψηλό οικονομικό αντίκτυπο.
Το ιστορικό και το αποτύπωμα της υπόθεσης
Η υπόθεση συνδέεται με πολυκατάστημα που λειτουργούσε στη Ρόδο από το 2005 και το οποίο επεκτάθηκε με την πάροδο των ετών σε 4 υποκαταστήματα στο νησί και 1 κατάστημα στη Λέρο.
Το 2016, μετά από τεχνικό έλεγχο στον μετρητή του κεντρικού καταστήματος, καταγράφηκε κατά την υπηρεσιακή εκδοχή παρέμβαση στη λειτουργία μέτρησης της κατανάλωσης. Η κοστολόγηση της διαφυγούσας ενέργειας υπολογίστηκε αρχικά σε 534.077 ευρώ προ ΦΠΑ, με το συνολικό ποσό να υπερβαίνει τα 590.000 ευρώ.
Η υπόθεση οδηγήθηκε σε ποινική δίωξη για κακούργημα.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης 3 ετών με αναστολή, ενώ σε δεύτερο βαθμό το εφετείο αναμόρφωσε την ποινή σε 2 έτη με αναστολή.
Η προσφυγή στον
Άρειο Πάγο και οι αιτιάσεις της αναίρεσης
Ο καταδικασθείς επιχειρηματίας προσέφυγε στον Άρειο Πάγο προβάλλοντας σειρά ουσιαστικών και δικονομικών λόγων. Καταρχάς υποστήριξε ότι το εφετείο δεν απάντησε επαρκώς στον αυτοτελή ισχυρισμό περί αοριστίας του κατηγορητηρίου, ιδίως ως προς τον ακριβή χρόνο τέλεσης της πράξης και τον κρίσιμο χρόνο διαπίστωσης. Επέμεινε ότι η αιτιολογία εμφάνιζε εσωτερικές αντιφάσεις για την έκταση και τη χρονική περίοδο της ρευματοκλοπής. Επιπλέον αμφισβήτησε τη νομιμοποίηση παράστασης της ΔΕΔΔΗΕ ως πολιτικής αγωγής, θέτοντας ζήτημα άμεσης και έμμεσης ζημίας. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στον χρονικό ορίζοντα της κοστολόγησης, υποστηρίζοντας ότι με βάση κανονιστικές προβλέψεις ο υπολογισμός δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 24 μήνες από τη διαπίστωση, ενώ εδώ η εκτίμηση επεκτάθηκε σε περίοδο 2008 έως 2015. Τέλος, προέβαλε ότι ακόμη και υπό την παραδοχή μη καταγεγραμμένης κατανάλωσης το ύψος της ζημίας δεν υπερέβαινε το όριο των 120.000 ευρώ, με συνέπεια ο νομικός χαρακτηρισμός να όφειλε να είναι πλημμεληματικός και συνακόλουθα παραγεγραμμένος.
Με την απόφαση 1532/15-12-2025 ο Άρειος Πάγος απέρριψε τους προβληθέντες λόγους αναίρεσης.
Πώς διαμορφώθηκε
το δικαστικό μονοπάτι
Από τον πρώτο έλεγχο του 2016 στον μετρητή του κεντρικού καταστήματος μέχρι την τελεσίδικη κρίση του 2025 η υπόθεση πέρασε από διαδοχικά στάδια που επηρέασαν το αποδεικτικό της φορτίο.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ένοχο τον επιχειρηματία και επέβαλε ποινή 3 ετών με αναστολή. Το εφετείο επανεκτίμησε τα δεδομένα, επικύρωσε την ενοχή και διαμόρφωσε την ποινή στα 2 έτη με αναστολή. Η αίτηση αναίρεσης στράφηκε κατά της υπ’ αριθμ. 78-104-134/2024 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου, θέτοντας ζητήματα αιτιολογίας, νομιμοποίησης πολιτικής αγωγής, χρονικού ορίζοντα κοστολόγησης και νομικού χαρακτηρισμού. Με την 1532/15-12-2025 το ακυρωτικό απέρριψε όλα τα επιχειρήματα.
Η ΔΕΗ εκπροσωπήθηκε από τους δικηγόρους κ.κ. Γιώργο Μαυρομμάτη και Άγγελο Κωνσταντινίδη, ενώ την αίτηση αναίρεσης είχε υποβάλει ο επιχειρηματίας με συνήγορο τον δικηγόρο κ. Μανώλη Κουτσούκο.
Απορρίφθηκε αίτηση αναίρεσης καταδικαστικής απόφασης για διακεκριμένη ρευματοκλοπή γνωστής εταιρείας














