Στην κρισιμότητα της κλιματικής ανθεκτικότητας των υποδομών για τη διεθνή κοινότητα αλλά και της χώρας μας καθώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα δημιουργούν μία «νέα κανονικότητα» και στον τρόπο υλοποίησης και χρηματοδότησης βιώσιμων έργων αφιερώθηκε συζήτηση στο πλαίσιο του 2ου Διεθνούς Συνεδρίου που διοργανώνει το Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΜΕΔΕ). Στο θεματικό πάνελ που συντόνισε ο δημοσιογράφος κ. Ηλίας Παλιαλέξης, εκπρόσωποι κορυφαίων θεσμικών φορέων από την Ελλάδα και το εξωτερικό και εκπρόσωποι της αγοράς και του τεχνικού κόσμου ανέδειξαν τον τρόπο με τον οποίο η ενσωμάτωση κλιματικών παραμέτρων αποτελεί προϋπόθεση βιωσιμότητας για έργα, επενδύσεις και πολιτικές.
Το Συνέδριο «Redefining the Future Horizons: Σχεδιάζοντας τις βιώσιμες στρατηγικές του αύριο» πραγματοποιείται στις 9 και 10 Δεκεμβρίου, στο κτίριο του Συλλόγου Υπαλλήλων Τράπεζας Ελλάδος, επί της οδού Σίνα 16, στην Αθήνα. Η διοργάνωση τελεί υπό την αιγίδα της Τράπεζας της Ελλάδος και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, επιβεβαιώνοντας την υψηλή θεσμική σημασία και το αναβαθμισμένο επίπεδο διαλόγου, που προωθεί το ΤΜΕΔΕ στο κρίσιμο πεδίο της βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι επτά κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για ανθεκτικές κλιματικές υποδομές
Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος, Πρέσβης της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ και Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών που συμμετείχε στο πάνελ μέσω ψηφιακής σύνδεσης, παρουσίασε τη «μεγάλη εικόνα» σχετικά με τους κλιματικούς κινδύνους και τις υποδομές, τονίζοντας τη θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα η διεθνής κοινότητα. Όπως σημείωσε, από την οπτική του ΟΟΣΑ οι κλιματικοί κίνδυνοι αποτελούν έναν από τους πλέον κρίσιμους παράγοντες που επηρεάζουν τις υποδομές στο σύνολό τους, ενεργειακές, ψηφιακές και μεταφορικές. Η αυξανόμενη συχνότητα και ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων συνιστά πλέον τη νέα κανονικότητα είπε, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι οι οικονομικές συνέπειες των κλιματικών κινδύνων είναι τεράστιες, περιλαμβάνοντας το κόστος αποκατάστασης, την απώλεια παραγωγικότητας και την αύξηση του ασφαλιστικού κόστους. Ο κ. Παγουλάτος υπογράμμισε ότι χωρίς τη συστηματική ενσωμάτωση των κλιματικών κινδύνων, οι επενδύσεις κινδυνεύουν να καταστούν μη βιώσιμες, επιβαρύνοντας υπέρμετρα τις επόμενες γενιές. Το ζήτημα, όπως ανέφερε, δεν είναι μόνο τεχνικό: είναι οικονομικό και θεσμικό, απαιτώντας τη συμπερίληψη των κλιματικών παραμέτρων σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής των υποδομών. Στο πλαίσιο αυτό, παρουσίασε τις επτά εφαρμόσιμες αρχές του ΟΟΣΑ για ανθεκτικές κλιματικές υποδομές:
Ενσωμάτωση κλιματικών κινδύνων σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής των έργων, με χρήση μακροπρόθεσμων σεναρίων.
Χρήση αξιόπιστων, επιστημονικών δεδομένων για το κλίμα και προβλέψεων για το μέλλον αντί για ιστορικά στοιχεία, ιδίως στις κρίσιμες υποδομές.
Ενίσχυση θεσμικής ικανότητας και διακυβέρνησης, με διατομεακό συντονισμό μεταξύ υπουργείων, ρυθμιστικών αρχών και φορέων.
Ενσωμάτωση της ανθεκτικότητας στη χρηματοδότηση και στις συμβάσεις, με πράσινα κριτήρια, ESG και ευθυγράμμιση χρηματοδοτήσεων με τους κλιματικούς στόχους. Όπως ανέφερε, ο ΟΟΣΑ έχει ήδη εκδώσει επικαιροποιημένες κατευθυντήριες γραμμές για τις μεγάλες επιχειρήσεις από το 2023.
Προώθηση καινοτομίας και τεχνολογίας, όπως ψηφιακές λύσεις, αισθητήρες και εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης για βελτιωμένες προβλέψεις.
Ενίσχυση της διακυβέρνησης και της διαφάνειας, ώστε να αποφευχθεί το greenwashing και να υπάρξει εναρμονισμένη γνωστοποίηση κινδύνων.
Διεθνής συνεργασία και ανταλλαγή καλών πρακτικών, δεδομένου ότι η κλιματική προσαρμογή αποτελεί παγκόσμιο ζήτημα που απαιτεί συντονισμό, τεχνική βοήθεια και αμοιβαία μάθηση.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο κ. Παγουλάτος τόνισε ότι η χώρα βιώνει ήδη τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης και συνεπώς η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών αποτελεί όχι μόνο στρατηγική επιλογή αλλά και αναγκαία προϋπόθεση βιωσιμότητας. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει καλές πρακτικές που μπορεί να μοιραστεί διεθνώς, κάνοντας αναφορά στις πρωτοβουλίες της Τράπεζας της Ελλάδος, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της ΕΤΕπ και άλλων φορέων που προωθούν την ευθυγράμμιση με τα διεθνή πρότυπα.
Καταλήγοντας, παρουσίασε μία σειρά από διεθνείς καλές πρακτικές όπως η εφαρμογή υποχρεωτικών stress tests για την πιστοποίηση βιώσιμων έργων με υψηλό επίπεδο θεσμικού συντονισμού στην Ιαπωνία, το πρόγραμμα χρηματοδότησης πράσινων υποδομών, με αξιολόγηση που ενσωματώνει την κλιματική διάσταση, τις εκπομπές και την ανθεκτικότητα των έργων στον Καναδά καθώς τις υποχρεωτικές γνωστοποιήσεις κλιματικών κινδύνων και ευθυγράμμιση με διεθνή πρότυπα σε συνδυασμό με τη χρήση σεναρίων και stress tests στις δημόσιες επενδύσεις και υποδομές και την πρωτοπορία στη γαλλική αγορά πράσινων και transition bonds στη Γαλλία. Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε στην υποχρεωτική χρήση επικαιροποιημένων κλιματικών δεδομένων για όλα τα έργα υποδομών που χρηματοδοτούνται με δημόσιους πόρους, μειώνοντας τον κίνδυνο μελλοντικών «αδρανών» επενδύσεων στην Ιρλανδία και στην εφαρμογή στη Νέα Ζηλανδία ενός μοντέλου μακροπρόθεσμου σχεδιασμού υποδομών με ενσωμάτωση παραμέτρων κλιματικής ανθεκτικότητας στις οικονομικές αξιολογήσεις έργων και αξιολόγηση με βάση ακραία σενάρια, πλήρως ευθυγραμμισμένο με τις συστάσεις του ΟΟΣΑ.
Στρατηγική, έργα και χρηματοδότηση: Η τριπλή προσέγγιση της ΤτΕ
Σε τρεις άξονες με δυναμική να ενισχύσουν έμπρακτα την ανθεκτικότητα αναφέρθηκε η κα. Θεοδώρα Αντωνακάκη, Διευθύντρια του Κέντρου Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ). Ο πρώτος άξονας αφορά στην στρατηγική και τις πολιτικές: Ειδική αναφορά έκανε στην προεδρία από την ΤτΕ του Eurosystem Climate Change Forum (CCF) για το 2025 και 2026 και τον συντονισμό των Κεντρικών Τραπεζών για κοινές δράσεις για το κλίμα και τη βιωσιμότητα με σταδιακή ενσωμάτωση και θεμάτων που σχετίζονται με τη φύση και τη βιοποικιλότητα. Παράλληλα αναφέρθηκε στην Εθνική Στρατηγική για την προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή και στο 8ετές έργο Live Adaptive Greece που συμμετέχει η ΤτΕ υπό τον συντονισμό του ΥΠΕΝ και με τη συμμετοχή 20 φορέων από όλη τη χώρα. Στο πλαίσιο του έργου αναπτύσσεται ένας ολοκληρωμένος μηχανισμός παρακολούθησης της προσαρμογής, με δείκτες για όλους τους κρίσιμους τομείς σε εθνικό επίπεδο. Όπως είπε, ξεκινά ο δεύτερος δεκαετής κύκλος της Εθνικής Στρατηγικής Προσαρμογής, που συνοδεύεται από θεσμοθετημένο μηχανισμό παρακολούθησης. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε απαιτείται οι πολιτικές να είναι οριζόντιες, να αγγίζουν όλους τους τομείς και – κυρίως – να ενσωματώνονται στα πραγματικά έργα.
Ο δεύτερος άξονας αφορά τα έργα και την υλοποίησή τους: Όπως τόνισε, τα έργα πρέπει να είναι πράσινα και όχι μόνο να συμβάλλουν στον μετριασμό, αλλά να έχουν σχεδιαστεί για ένα νέο κλιματικό περιβάλλον, με μεσοπρόθεσμη και βιώσιμη προοπτική. Στο πλαίσιο αυτό απαιτούνται δείκτες ανθεκτικότητας, συνεργασία πολλών φορέων και συστηματική αξιολόγηση της κλιματικής ανθεκτικότητας. «Οφείλουμε να αναβαθμίσουμε τα πρότυπα και τις προδιαγραφές μας» τόνισε.
Τέλος, ο τρίτος άξονας αφορά στη χρηματοδότηση: Όπως τόνισε, είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν οι πόροι που θα χρηματοδοτήσουν την προσαρμογή. Ήδη αναπτύσσονται εργαλεία όπως το «ομόλογο ανθεκτικότητας», που αφορά έργα προσαρμογής και μετριασμού. Παράλληλα, τα transition plans των επιχειρήσεων αποτελούν κρίσιμο μηχανισμό, ώστε να χρηματοδοτούμε όχι μόνο τη μετάβαση αλλά και την ανθεκτικότητα.
Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε στο επιπλέον μέρισμα εξηγώντας πως κάθε έργο προσαρμογής προσφέρει όφελος μέσω της αποτροπής ζημιάς, δηλαδή μειώνει απώλειες, αλλά ταυτόχρονα ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα, την ανάπτυξη και τα κοινωνικά οφέλη. Έτσι, εξήγησε, οι κοινωνίες γίνονται πιο ανθεκτικές, συνεκτικές και περιβαλλοντικά ισχυρές. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, για κάθε 1 δολάριο που επενδύεται στην προσαρμογή, το όφελος μέσα στη δεκαετία φτάνει τα 10 έως 12 δολάρια.
Καταλήγοντας τόνισε πως το μεγάλο στοίχημα είναι η χρηματοδότηση, όπου πρέπει να συμβάλει ενεργά και ο ιδιωτικός τομέας, ο οποίος λειτουργεί σε ένα περιβάλλον που οφείλει να είναι ανθεκτικό. Τα ασφαλιστικά ταμεία, τα επενδυτικά κεφάλαια και όλοι οι θεσμικοί φορείς στρέφουν πλέον την προσοχή σε δράσεις που ενισχύουν την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων και των υποδομών τονίζοντας πως εκεί υπάρχει σημαντικός ρόλος και για το ΤΜΕΔΕ και το σύνολο των φορέων χρηματοδοτήσεων.
Καταλύτης το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας για πράσινες παρεμβάσεις
Στον καθοριστικό ρόλο του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας για την προώθηση ανθεκτικών υποδομών στάθηκε ο κ. Θάνος Ψαθάς, Διευθύνων Σύμβουλος ΕΤΒΑ, ΒΙ.ΠΕ. Όπως είπε, ο χρόνος απόσβεσης (payback period) για επενδύσεις σε επιχειρηματικά πάρκα υπερβαίνει συχνά τα 25 χρόνια, διάστημα που αποθαρρύνει τους περισσότερους ιδιώτες επενδυτές. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι η επιχορήγηση 50% από το ΤΑΑ άνοιξε την πόρτα προκειμένου να μπορούν να υποβάλουν προτάσεις ύψους 50 εκατ. ευρώ. Σήμερα, όπως είπε, υλοποιούμε 70 έργα σε 14 επιχειρηματικά πάρκα, συνολικής αξίας 50 εκατ. ευρώ, με ποσοστό ολοκλήρωσης άνω του 90% έως το τέλος του έτους, και πλήρη ολοκλήρωση όλων των έργων σε όλα τα πάρκα στο πρώτο τρίμηνο της επόμενης χρονιάς.
Αναφερόμενος στον άξονα της πράσινης ανάπτυξης και του περιβάλλοντος, ο κ. Ψαθάς τόνισε ότι το 80% του προϋπολογισμού, δηλαδή 40 εκατ. ευρώ που επενδύονται κατευθύνεται σε δράσεις πράσινης ανάπτυξης και ψηφιακού μετασχηματισμού. Στις δράσεις αυτές περιλαμβάνεται η τοποθέτηση 1450 ψηφιακών υδρομέτρων, η αλλαγή του δικτύου ύδρευσης σε μήκος 200 χλμ και η εγκατάσταση 100 ψηφιακών παροχόμετρων περιορίζοντας τις απώλειες νερού. Μάλιστα, έφερε ως παράδειγμα πάρκο που πρόσφατα εντάχθηκε στο χαρτοφυλάκιό τους το οποίο κατέγραφε απώλειες 58%, ενώ στόχος —και ήδη πρακτική στα περισσότερα πάρκα— είναι δείκτης απωλειών στο 1,5. Παράλληλα, τόνισε ότι εξασφαλίζεται ορθολογικότερη χρήση πόρων και καλύτερη επεξεργασία λυμάτων, με στόχο τη μείωση του κόστους ενέργειας κατά τουλάχιστον 10%. Με αυτόν τον τρόπο, υπογράμμισε, υλοποιούνται στην πράξη όσα θέτουν ως προτεραιότητα οι διεθνείς οργανισμοί αλλά και οι τοπικοί φορείς στα προγράμματά τους για πράσινη ανάπτυξη και ψηφιακό μετασχηματισμό.
Κρίσιμος ο ρόλος του στρατηγικού σχεδιασμού και χρονοπρογραμματισμού
Στην σημασία του στρατηγικού σχεδιασμού και της ολιστικής προσέγγισης στα έργα στάθηκε η κα Δέσποινα Καλλιδρομίτου, Πρόεδρος ΣΕΓΜ, Μέλος του ΔΣ EFCA υπογραμμίζοντας επίσης τον κρίσιμο παράγοντα των συνεργειών. Όπως τόνισε, δεν μπορεί ο σχεδιασμός των έργων να υπαγορεύεται από πολιτική βούληση χωρίς συντονισμό με τα έργα που ήδη υπάρχουν ή εκείνα που πρόκειται να υλοποιηθούν. Στο πλαίσιο αυτό εξήγησε πως ο σωστός χρονοπρογραμματισμός και ο στρατηγικός σχεδιασμός είναι απαραίτητοι παράγοντες και η Πολιτεία πρέπει να αντιληφθεί ότι αυτά είναι τα πραγματικά «bankable» έργα του μέλλοντος.
Σύμφωνα με την κα Καλλιδρομίτου η πρόληψη και η τακτική συντήρηση των έργων αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της ανθεκτικότητας των υποδομών υπογραμμίζοντας τον κρίσιμο ρόλο των μηχανικών στο πεδίο. Όπως είπε, η πραγματική αξία ενός έργου υπολογίζεται στο σύνολο της διάρκειας ζωής του και χάνει πραγματική αξία με την έλλειψη συντήρησης. Ειδική αναφορά έκανε στον κοινωνικό παράγοντα των έργων τονίζοντας πως η κοινωνική αποδοχή είναι βασική προϋπόθεση για κάθε έργο, ενώ η διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες είναι κρίσιμη ώστε το κοινό να κατανοήσει τη χρησιμότητα, τον σκοπό και τη συμβολή του έργου στο κοινωνικό σύνολο.
Αναφερόμενη στο ρόλο των μηχανικών, σημείωσε πως είναι εκείνοι που καλούνται να προβλέπουν κλιματικούς κινδύνους και να διασφαλίζουν ότι οι υφιστάμενες υποδομές παραμένουν λειτουργικές και ασφαλείς. Αυτό, όπως είπε, απαιτεί συστηματική συντήρηση, παρακολούθηση, αξιολόγηση και όπου χρειάζεται αναβάθμιση. Με σύγχρονα συστήματα ελέγχου μπορούν να εντοπίζουν φθορές πριν εξελιχθούν σε σοβαρά προβλήματα. Παράλληλα, υπογράμμισε την σημασία της ενσωμάτωσης νέων ψηφιακών και τεχνολογικών εργαλείων για επιθεωρήσεις σε βάθος και για αποτελεσματικό σχεδιασμό με βλέμμα σε μελλοντικούς κινδύνους αξιολογώντας όμως και τον οικονομικό αντίκτυπο των σχεδιασμών αυτών. Τέλος, καταλήγοντας υπογράμμισε πως η συντήρηση αποτελεί την πιο έξυπνη, οικονομική και αποτελεσματική επένδυση που επιστρέφει πολλαπλάσια οφέλη, αποτρέποντας μελλοντικές καταστροφές.















