Τοπικές Ειδήσεις

Για την 1η Δεκεμβρίου 2025 προσδιορίστηκε η δίκη στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο για τον φόνο του Γιώργου Καριώτη με κατηγορούμενο τον γιο του

• Η εκδίκαση της έφεσης θα τρέξει παράλληλα με την εκκρεμή αξιολόγηση από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου και την υποβολή προτάσεως στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών για τη δικογραφία περί ληστείας και συνέργειας σε ανθρωποκτονία, όπου κεντρικό ρόλο έχει ο 41χρονος συγκατηγορούμενος του γιού

Η υπόθεση της δολοφονίας του 75χρονου Γιώργου Καριώτη στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου, τον Ιούνιο του 2022, έχει χαραχθεί βαθιά στη συλλογική μνήμη της τοπικής κοινωνίας.
Ο γιος του θύματος, σήμερα 42 ετών, έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ισόβια κάθειρξη, όμως το δικαστικό σκέλος μόνο κλειστό δεν είναι.
Ορίστηκε για την 1η Δεκεμβρίου 2025 η εκδίκαση της έφεσης από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου, ενώ παράλληλα βρίσκεται σε εξέλιξη και η αξιολόγηση από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου της νεότερης δικογραφίας για ληστεία και συνέργεια στην ανθρωποκτονία, με επίκεντρο έναν 41χρονο ημεδαπό.
Η πορεία και η κατάληξη αυτών των παράλληλων διαδικασιών μπορούν να αναδιαμορφώσουν ριζικά το αποδεικτικό τοπίο και να επηρεάσουν το τελικό αποτύπωμα της δικαστικής αλήθειας.
Τι δέχθηκε η πρωτόδικη απόφαση
Η πρώτη δίκη εκδικάστηκε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κω και ολοκληρώθηκε στις 13 Μαΐου 2024.
Στο επίπεδο της ουσίας, η καταδικαστική κρίση ερείδεται σε ένα πλέγμα πραγματικών περιστατικών, όπως αντιφάσεις του κατηγορουμένου ως προς τους χρόνους και τις κινήσεις του, ευρήματα αποτυπωμάτων σε καίρια σημεία της οικίας, ίχνη αίματος σε αντικείμενα που συνδέθηκαν μαζί του και απουσία πειστικού άλλοθι.
Τα στοιχεία αυτά κρίθηκαν επαρκή για να θεμελιώσουν την ενοχή και να οδηγήσουν στην επιβολή ισόβιας κάθειρξης χωρίς ελαφρυντικά.
Η πρωτόδικη κρίση συνεκτίμησε επίσης την ευρύτερη αστυνομική έρευνα, η οποία ήδη από το προανακριτικό στάδιο είχε εντοπίσει ασυνέπειες στον ισχυρισμό ότι ο κατηγορούμενος απλώς «βρήκε» το θύμα νεκρό και αποχώρησε.
Στο υλικό περιγράφεται ότι τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα και οι καταγραφές από κάμερες έφεραν σε αντίφαση βασικά σημεία του σεναρίου που παρουσίασε ο κατηγορούμενος, ενώ στο μικροσκόπιο τέθηκαν και ίχνη βιολογικού υλικού και αποτυπωμάτων που ενίσχυσαν την κατηγορία.


Η νέα δικογραφία για ληστεία και η ανάδυση του 41χρονου
Η υπόθεση πήρε θεαματική τροπή στα τέλη Δεκεμβρίου 2024, όταν πρώην σύντροφος ενός 41χρονου προσήλθε αυθόρμητα στις αρχές και κατέθεσε ότι ο ίδιος της είχε ομολογήσει συμμετοχή στο έγκλημα.
Η κατάθεση αυτή άνοιξε νέο κύκλο εργαστηριακών ελέγχων, οι οποίοι ανέδειξαν βιολογικό υλικό του 41χρονου σε τρία κρίσιμα σημεία: στην αιματοβαμμένη πετσέτα που κάλυπτε το πρόσωπο του θύματος, στον αυτοσχέδιο βρόχο που συνδέθηκε με την πρόκληση του θανάτου και σε σημείο πλησίον του πτώματος. Πρόκειται για ταυτοποιήσεις που, σύμφωνα με τους πραγματογνώμονες, εδράζονται σε εξετάσεις υψηλής ευαισθησίας με πιθανότητα λάθους μικρότερη του 0,00000000001%, με το σχετικό πόρισμα να παραδίδεται τον Απρίλιο 2025.
Με αυτά τα δεδομένα, στις 6 Ιουνίου 2025 ο 41χρονος συνελήφθη ως συνεργός στην ίδια υπόθεση, γεγονός που πυροδότησε νέα κύματα ανακριτικών πράξεων και επέφερε την άσκηση νέας δίωξης για ληστεία κατά συναυτουργία.
Τι ισχυρίζεται ο 41χρονος και πώς «διαβάζονται» οι εξηγήσεις του
Στην ανακριτική του κατάθεση, ο 41χρονος παραδέχεται παρουσία στον χώρο, όμως αρνείται ότι προκάλεσε ο ίδιος τον θάνατο. Ισχυρίζεται ότι κλήθηκε εκ των υστέρων για να σκηνοθετηθεί σκηνικό ληστείας, ότι άγγιξε αντικείμενα υπό την επήρεια ουσιών και ότι δεν φορούσε γάντια, προσπαθώντας έτσι να εξηγήσει την παρουσία του DNA του στο σχοινί και στην πετσέτα. Επιπλέον, περιγράφει ένα οικονομικό κίνητρο «ληστρικής» εισβολής, επικαλούμενος χρέος περίπου 7.500–8.000 ευρώ προς εμπόρους ναρκωτικών, για την κάλυψη του οποίου, όπως υποστηρίζει, έλαβε αντίστοιχο ποσό αμέσως μετά το συμβάν.
Τα βιογραφικά του στοιχεία, όπως δηλώθηκαν επισήμως, σκιαγραφούν πρόσωπο με δύσκολες κοινωνικές παραμέτρους: διαμονή με τη μητέρα του στα Κοσκινού, περιστασιακή απασχόληση ως μπογιατζής, λήψη επιδόματος για ψυχιατρικούς λόγους και απομάκρυνση από την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων του. Παράλληλα, καταγράφονται αντιφατικές δηλώσεις του για το αν έχει ομολογήσει ανθρωποκτονία σε τρίτους, άλλοτε ως «αστεϊσμό», άλλοτε με αναφορές σε πιέσεις και προσωπικά προβλήματα.
Η μάρτυρας και οι βαριές καταγγελίες
Η κατάθεση της 47χρονης πρώην συντρόφου του 41χρονου λειτουργεί ως καταλύτης της νέας προανάκρισης. Σύμφωνα με όσα κατέθεσε, δεν περιορίστηκε να μιλήσει για συμμετοχή του στην υπόθεση Καριώτη, αλλά αναφέρθηκε και σε ένα δεύτερο, άσχετο φόνο, με θύμα γυναίκα που φέρεται να είχε εμπλέξει εκείνος ως συνεργό. Οι ισχυρισμοί της αποτέλεσαν αφετηρία για την εντατικοποίηση των εργαστηριακών ελέγχων που έδειξαν το DNA του 41χρονου σε κρίσιμα τεκμήρια.


Η υπεράσπιση του γιου: «Σκευωρία» και «αναιμικά» αποδεικτικά για ληστεία
Ο καταδικασθείς γιος, μέσω του συνηγόρου του κ. Δήμου Μουτάφη, επιμένει ότι η νέα δικογραφία για ληστεία πατάει σχεδόν αποκλειστικά στην απολογία ενός αναξιόπιστου προσώπου με βεβαρημένο ποινικό υπόβαθρο και ότι κανένα δικό του γενετικό ίχνος δεν εντοπίστηκε στον τόπο του εγκλήματος. Επικαλείται δε τα στίγματα κινητής τηλεφωνίας για να αντικρούσει τον ισχυρισμό περί κρίσιμης τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον 41χρονο τη νύχτα του εγκλήματος. Αμφισβητεί ακόμη την ύπαρξη «προϊόντων ληστείας», σημειώνοντας ότι ο πατέρας του δεν είχε μεγάλα χρηματικά ποσά και ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος δεν θα επέλεγε να ληστέψει ενώ ο πατέρας του βρισκόταν εντός της οικίας του.
Η γραμμή υπεράσπισης χαρακτηρίζει τη νέα δίωξη «προέκταση της σκευωρίας», επιμένοντας ότι ο 41χρονος άλλαξε στάση μόνον όταν ήρθαν στο φως τα δικά του γενετικά ευρήματα, ενώ αντιτείνει ότι η οικογένεια είχε εξ αρχής εκφράσει υποψίες σε βάρος του 41χρονου για παλαιότερη κλοπή από τον 75χρονο.
Πώς συναντιούνται Εφετείο και νέα δικογραφία
Η προσδιορισμένη για την 1η Δεκεμβρίου 2025 δίκη στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου θα επανεξετάσει από μηδενική βάση, σε γεγονότα και σε δίκαιο, την πρωτόδικη κρίση της ανθρωποκτονίας.
Η «δεύτερη ανάγνωση» της υπόθεσης θα λάβει χώρα ενώ εκκρεμεί η αξιολόγηση της νεότερης δικογραφίας ληστείας/συνέργειας, την οποία χειρίζεται η Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου πριν την υποβολή προτάσεως στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Το σκέλος της ληστείας εδράζεται σε δύο στρώσεις αποδεικτικού υλικού: αφενός στην κατάθεση της 47χρονης, αφετέρου στην απολογία του 41χρονου. Η πρώτη πλευρά μιλά για αφαίρεση χρημάτων και απειλές σιωπής, περιγράφοντας με λεπτομέρειες τον τρόπο που «στήθηκε» η σκηνή γύρω από το θύμα. Η δεύτερη πλευρά επιχειρεί να ντύσει με «λογιστική» την παρουσία του 41χρονου στον χώρο, προσάπτοντας στον συγκατηγορούμενό του ρόλο οργανωτή μιας ληστρικής ιδέας που θα εξοφλούσε χρέη προς εμπόρους ναρκωτικών.
Στο πρακτικό επίπεδο, ο 41χρονος τοποθετεί τον εαυτό του στον χώρο και την ώρα, παραδέχεται χειρισμούς επί κρίσιμων τεκμηρίων (σχοινί, πετσέτα), αναγνωρίζει ότι δεν έλαβε μέτρα για να μην αφήσει βιολογικό υλικό και επικαλείται μειωμένη συνείδηση λόγω ουσιών. Το κρίσιμο ερώτημα πλέον για τα δικαστήρια είναι αν αυτά τα στοιχεία αρκούν όχι μόνο για να στοιχειοθετήσουν ληστεία ως αυτοτελή αξιόποινη πράξη, αλλά και για να «δέσουν» νομικά τη συνέργεια στην ανθρωποκτονία, σε συνάφεια με το ευρύτερο αποδεικτικό υλικό της κύριας υπόθεσης.


Οι αντιρρήσεις της υπεράσπισης απέναντι στο DNA
Κεντρικός άξονας της υπεράσπισης του γιου είναι η αμφισβήτηση ότι τα γενετικά ευρήματα «δείχνουν» προς αυτόν. Επισημαίνεται ότι κανένα δικό του DNA δεν βρέθηκε σε κρίσιμα τεκμήρια, ενώ, αντίθετα, το βιολογικό υλικό του 41χρονου ταυτοποιήθηκε σε σημεία που συνδέονται με την πρόκληση του θανάτου. Υπογραμμίζεται ακόμη ότι η τεχνολογία κινητής τηλεφωνίας δεν επιβεβαιώνει τηλεφωνική συνεννόηση για «καθάρισμα» του χώρου, κατά τον χρόνο που ο 41χρονος ισχυρίζεται ότι του τηλεφώνησε.
Απέναντι σε αυτά, η δικογραφία περιγράφει ένα ισχυρό εργαστηριακό αποτύπωμα του 41χρονου, προϊόν εργασιών υψηλής ευαισθησίας και δειγματοληψιών που ελέγχθηκαν και διασταυρώθηκαν με ανεξάρτητο εργαστήριο, με ελάχιστο στατιστικό περιθώριο λάθους. Το πώς θα σταθμιστεί αποδεικτικά αυτό το υλικό έναντι των ισχυρισμών για «σκηνοθεσία» μετά τον θάνατο, αποτελεί «κλειδί» της δεύτερης δίκης.
Τα διακυβεύματα της δεύτερης δίκης

Στο Εφετείο θα τεθούν τέσσερις μεγάλες «ζυγαριές» αποδείξεων:
Πρώτον, η επαναξιολόγηση της πρωτόδικης εικόνας των αντιφάσεων, των αποτυπωμάτων και των χρονικών διαδρομών του καταδικασθέντος.
Δεύτερον, η αποδεικτική ισχύς του DNA του 41χρονου σε σχέση με τον δικό του ισχυρισμό περί «μεταγενέστερης σκηνοθεσίας», υπό την επήρεια ουσιών.
Τρίτον, η αξιοπιστία της 47χρονης και η συσχέτισή της με τα αντικειμενικά εργαστηριακά δεδομένα.
Τέταρτον, η νομική επάρκεια των ενδείξεων για ληστεία, ως προς αντικειμενικά στοιχεία (ύπαρξη χρημάτων, προϊόντα κλοπής) και υποκειμενικά στοιχεία (κοινός σχεδιασμός, συναπόφαση, συνδρομή), σε ένα πλαίσιο όπου η υπεράσπιση του γιου αντιτείνει ότι «κανένα προϊόν ληστείας» δεν έχει βρεθεί και ότι ο ισχυρισμός για «κίτρινη τσάντα» είναι αναπαραγωγή δημοσιευμάτων.
Η δίκη της 1ης Δεκεμβρίου 2025 δεν είναι απλώς ο δεύτερος γύρος μιας πολύκροτης υπόθεσης· είναι η στιγμή που δύο παράλληλες ροές, η εφετειακή επανεκτίμηση της ανθρωποκτονίας και η εξέλιξη της δικογραφίας για ληστεία/συνέργεια, θα συναντηθούν.
Η στάθμιση της αποδεικτικής ύλης, ο τρόπος που θα «διαβαστούν» τα εργαστηριακά ευρήματα δίπλα στις καταθέσεις και η αναμέτρηση με τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων θα καθορίσουν αν η πρωτόδικη εικόνα θα επιβεβαιωθεί ή θα ανατραπεί.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου