Θεωρεί παράνομη τη λειτουργία νέου κυνηγετικού συλλόγου

Στην υποβολή ανακοπής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου κατά του σωματείου με την επωνυμία «Κυνηγετικός Σκοπευτικός Σύλλογος Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ», με έδρα την πόλη της Ρόδου και κατά της με αριθμό 60/2013 Διάταξης της Δόκιμης Ειρηνοδίκη Ρόδου, με την οποία συστήθηκε το σωματείο, προχώρησε χθες ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Κ. Μπούτσικος, κάνοντας δεκτή σχετική αίτηση του “Κυνηγετικού Συλλόγου Ρόδου ΡΟΔΙΑ ΕΛΑΦΟΣ”.
Στην ανακοπή που θα απασχολήσει το δικαστήριο την 24η Οκτωβρίου 2013 ο κ. Εισαγγελέας θεωρεί παράνομη τη λειτουργία του νέου κυνηγετικού συλλόγου και επισημαίνει ότι σύμφωνα με το Ν.Δ. 86/1969 (Δασικός Κώδικας) και ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 266 ορίζεται ο συνολικός αριθμός κυνηγετικών συλλόγων ανά περιφέρεια Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείου ή Νομοδασαρχείου ή Δασαρχείου, οι οποίοι μπορούν να αναγνωριστούν από τον Υπουργό Γεωργίας και ήδη Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ως συνεργαζόμενοι, με κριτήριο τον συνολικό αριθμό κυνηγών – μελών αυτών και σε κάθε περίπτωση με ανώτατο δυνατό αριθμό τους πέντε κυνηγετικούς συλλόγους ανά περιφέρεια, για περιφέρειες με κυνηγούς – μέλη από 3001 και άνω.
Επισημαίνει παραπέρα ότι στο ίδιο άρθρο στην παράγραφο υπό στοιχείο «ζ», προβλέπεται ότι στην έδρα των ανωτέρω κατονομαζόμενων Δασικών Αρχών, με εξαίρεση το Νομό Αττικής, δεν επιτρέπεται να αναγνωριστούν ως συνεργαζόμενοι κυνηγετικοί σύλλογοι, περισσότεροι του ενός, ανεξάρτητα από τον αριθμό των κυνηγών. Σύμφωνα δε και με την παράγραφο υπό στοιχείο «η» του ως άνω άρθρου του Ν.Δ. 86/1969, απαγορεύεται η αναγνώριση στην ίδια πόλη, κωμόπολη ή χωριό, περισσότερων του ενός κυνηγετικού συλλόγου. Ο κ. Εισαγγελέας τονίζει στην ίδια ανακοπή ότι ήδη στην περιφέρεια της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, υπάρχουν πέντε αναγνωρισμένοι και συνεργαζόμενοι με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικοί σύλλογοι ενώ επιπλέον στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, η οποία βρίσκεται στη Ρόδο, υπάρχει, όπως τάσσει ο νόμος μόνο ένας αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κυνηγετικός σύλλογος, ήτοι ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου».
Εξηγεί ότι δεν επιτρέπεται να αναγνωριστεί ο νέος σύλλογος και συνέπεια αυτής της απόλυτης αδυναμίας είναι τα μέλη – κυνηγοί του να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένοι κυνηγοί και όχι ως μέλη αναγνωρισμένου και συνεργαζόμενου κυνηγετικού συλλόγου, με τις συνέπειες που συνεπάγεται αυτό για τη διαδικασία έκδοσης της απαιτούμενης άδειας θήρας των μελών αυτού από την αρμόδια αρχή.
Όπως τονίζει ο «Κυνηγετικός Σκοπευτικός Σύλλογος Ρόδου ΑΡΤΕΜΙΣ», ο οποίος δεν δύναται να αναγνωριστεί από τον Υπουργό Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το ως άνω Υπουργείο κυνηγετικός σύλλογος, δε μπορεί να καταθέτει για λογαριασμό των μελών του, τα απαραίτητα έγγραφα που απαιτούνται για την έκδοση αδειών θήρας και να τα καταθέτει στις δασικές αρχές, και πολύ περισσότερο να εισπράττει από αυτά, τα απαιτούμενα για την έκδοση της άδειας θήρας τέλη – παράβολα, αλλά τα μέλη αυτού αναγκαστικά θα τύχουν μεταχείρισης ανάλογης με αυτήν των μεμονωμένων κυνηγών. Είναι δε προφανές, όπως επισημαίνει ο Εισαγγελέας, ότι μη αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, κυνηγετικός σύλλογος, απαγορεύεται να διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, όπως αποτελούν τα τέλη για την έκδοση ή θεώρηση της άδειας θήρας.
Με βάση τα ανωτέρω εξηγεί ότι δύο σκοποί του νέου σωματείου αντίκεινται στο νόμο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τύχουν εφαρμογής.