Ποινή φυλάκισης 5 ετών για φορολογικές παραβάσεις

Σε ποινή φυλάκισης 5 ετών, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, υπό τον όρο της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 50.000 ευρώ και σε ποινή φυλάκισης ενός έτους, καταδικάστηκε χθες σε δύο δίκες φοροαπάτης, από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου, µια υπήκοος Αλβανίας, που µετείχε σε επιχειρήσεις από τις οποίες διακινήθηκαν επί 4ετία πλαστά και εικονικά τιµολόγια αξίας 2,203 εκατ. ευρώ.
Η Αλβανίδα, όπως έγραψε η «δ», έχει καταδικαστεί ερήµην από το Τριµελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργηµάτων σε ποινή κάθειρξης 7 ετών.
Η εταιρεία µε τη µορφή της ατοµικής επιχείρησης και µε ιδιοκτήτρια – διαχειρίστρια την Αλβανίδα, δήλωσε ως βασικό αντικείµενο δραστηριοτήτων την παροχή κατασκευαστικών υπηρεσιών. Συγχρόνως όµως έκανε επεκτάσεις σε διάφορες Δ.Ο.Υ. της επικράτειας µε δραστηριότητες που δεν είχαν σχέση µε την αρχική έναρξη, όπως ψητοπωλεία, οινοµαγειρεία, ξύλινες κορνίζες κτλ. Κατά τους διενεργηθέντες ελέγχους του ΣΔΟΕ δεν βρέθηκε καµία έδρα επιχείρησης, ενώ η εµπλεκόµενη Αλβανή υπήκοος, όπως διαπιστώθηκε, είναι κάτοχος µεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Συνολικά η αξία των τιµολογίων που διακινήθηκαν ανέρχεται στο ποσόν των 2,203 εκατ. ευρώ και το πρόστιµο σε 4,4 εκατ. ευρώ.
Η κατηγορούµενη κατέθεσε στα πλαίσια της κυρίας ανάκρισης ότι ήρθε ως οικονοµικός µετανάστης µε τα δύο αδέλφια της στην Ελλάδα και δραστηριοποιηθήκανε σε οικοδοµικές εργασίες. Προκειµένου να είναι ανταγωνιστικοί και να µπορέσουν να εργασθούν, δεν τήρησαν όλες τις απαραίτητες διαδικασίες ασφάλισης, όπως εξάλλου και οι περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες επικολλούν ως ένσηµα µόνο τα προβλεπόµενα ελάχιστα από τον νόµο. Η αλλοδαπή ισχυρίστηκε παραπέρα ότι όλες οι εργασίες για τις οποίες εκδόθηκαν φορολογικά παραστατικά έχουν πραγµατοποιηθεί.
Αναφορικά µε τα φορολογικά της στοιχεία ισχυρίστηκε πως όλα πετάχτηκαν από συγγενικά πρόσωπα του πρώην συζύγου της µετά το χωρισµό τους, καθώς και όλα τα ρούχα και τα υπάρχοντά της.
Εν πάση περιπτώσει στην πρώτη υπόθεση, που καταδικάστηκε χθες ερήμην, είναι κατηγορούµενη για παράβαση του άρθρου 17 του Ν. 2523/97.
Φέρεται συγκεκριµένα την 31η Δεκεµβρίου 2007 προκειµένου να αποφύγει την πληρωµή φόρου εισοδήµατος να παρέλειψε να υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήµατος αποκρύπτοντας καθαρά εισοδήµατα. Συγκεκριµένα για την χρήση του οικονοµικού έτους 2007 δεν υπέβαλε δήλωση φορολογίας εισοδήµατος, ενώ όπως προέκυψε από τον διενεργηθέντα τακτικό φορολογικό έλεγχο ασκούσε εµπορική δραστηριότητα µε αντικείµενο την εργολαβία οικοδοµών και θα έπρεπε να δηλώσει ως φορολογητέα κέρδη το ποσό των 81.000 ευρώ, στο οποίο αναλογούσε ως φόρος το ποσό των 26.725 ευρώ (το οποίο µετά των νοµίµων προσαυξήσεων ανέρχεται σε 41.278,49 ευρώ).
Στη δεύτερη υπόθεση κρίθηκε ένοχη για παράβαση του άρθρου 25 του Ν. 1882/90. Φέρεται συγκεκριµένα από τον ¶υγουστο του 2007 έως τον Σεπτέµβριο του 2010 να καθυστέρησε την καταβολή των βεβαιωµένων στις Δηµόσιες Οικονοµικές Υπηρεσίες χρεών προς το Δηµόσιο και συγκεκριµένα ποσού ύψους 1.967.023,89 ευρώ.
Σημειώνεται ότι δικαστική επιµελήτρια κατ’ εντολήν της προϊσταµένης της Υποδιεύθυνσης Φορολογίας της ΔΟΥ Ρόδου και για την εξόφληση οφειλής βεβαιωµένου προστίµου ύψους 1.817.873,13 ευρώ από τη διακίνηση εικονικών τιµολογίων έχει προχωρήσει σε αναγκαστική κατάσχεση ακίνητης περιουσίας της οφειλέτιδας του Ελληνικού Δηµοσίου στην τοποθεσία “Bίγλα” της δηµοτικής ενότητας Ιαλυσού του Δήµου Ρόδου.
Εκκρεμεί εξάλλου η εκδίκαση δύο υποθέσεων με κατηγορούμενη την ίδια για υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος. Φέρεται συγκεκριµένα τα έτη 2003 και 2004, προκειµένου να αποφύγει την πληρωµή φόρου εισοδήµατος να υπέβαλε ανακριβή δήλωση.
Συγκεκριµένα απέκρυψε εισοδήµατα ύψους 101.395,97 ευρώ το 2003 και εισοδήµατα ύψους 40.951,14 ευρώ το 2004.
Εκκρεµούν εις βάρος της ακόµη δύο δίκες για τη διάπραξη όµοιων αδικηµάτων. Φέρεται συγκεκριµένα την 31η Δεκεµβρίου 2007 προκειµένου να αποφύγει την πληρωµή φόρου εισοδήµατος να παρέλειψε να υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήµατος αποκρύπτοντας καθαρά εισοδήµατα. Συγκεκριµένα για την χρήση του οικονοµικού έτους 2007 δεν υπέβαλε δήλωση φορολογίας εισοδήµατος, ενώ όπως προέκυψε από τον διενεργηθέντα τακτικό φορολογικό έλεγχο, ασκούσε εµπορική δραστηριότητα µε αντικείµενο την εργολαβία οικοδοµών και θα έπρεπε να δηλώσει ως φορολογητέα κέρδη το ποσό των 81.000 ευρώ, στο οποίο αναλογούσε ως φόρος το ποσό των 26.725 ευρώ (το οποίο µετά των νοµίµων προσαυξήσεων ανέρχεται σε 41.278,49 ευρώ).
Στη δεύτερη υπόθεση κατηγορείται για παράβαση του άρθρου 25 του Ν. 1882/90. Φέρεται συγκεκριµένα από τον Αύγουστο του 2007 έως τον Σεπτέµβριο του 2010 να καθυστέρησε την καταβολή των βεβαιωµένων στις Δηµόσιες Οικονοµικές Υπηρεσίες χρεών προς το Δηµόσιο και συγκεκριµένα ποσού ύψους 1.967.023,89 ευρώ.