Ενδιαφέρουσα δικαστική απόφαση για ακύρωση διαταγής πληρωμής

Την ακύρωση διαταγής πληρωμής, που εξέδωσε τράπεζα σε βάρος μιας εγγυήτριας ληξιπρόθεσμου δανείου, απεφάσισε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, κρίνοντας ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε προκειμένου να εγγυηθεί υπέρ τρίτου ήταν παράτυπη.
Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απόφαση, την οποία προκάλεσε με προσφυγή του ο δικηγόρος κ. Φ. Κωστόπουλος, έχει ως εξής:
Η ανακόπτουσα είχε στην κυριότητά της ένα οικόπεδο και με προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών οικοπέδου και εργολαβικό συμβόλαιο ανέθεσε σε εργολάβο την ανέγερση τεσσάρων οικοδομών – καθέτων ιδιοκτησιών – κατά το σύστημα της αντιπαροχής, από τις οποίες η ίδια θα ελάμβανε μια ιδιοκτησία και ο εργολάβος 3.
Εν συνεχεία, το έτος 2009, με πληρεξούσιο, έδωσε την εντολή στον ανωτέρω εργολάβο να πωλήσει περιγραφόμενη κάθετη ιδιοκτησία την οποία ο ανωτέρω πληρεξούσιος πώλησε σε έναν κάτοικο Ρόδου.
Ο αγοραστής για την αποπληρωμή του τιμήματος έλαβε με σύμβαση στεγαστικού δανείου από την τράπεζα δάνειο ύψους 187.500 ευρώ. Εν συνεχεία, το έτος 2010 με πληρεξούσιο η ανακόπτουσα έδωσε την εντολή στον ίδιο εργολάβο να πωλήσει και δεύτερη κάθετη ιδιοκτησία. Περαιτέρω, με βάση αυτό το πληρεξούσιο ο ανωτέρω εντολοδόχος συνήψε με την τράπεζα στο όνομα και για λογαριασμό της ανακόπτουσας πρόσθετη πράξη εγγύησης για το δάνειο που είχε λάβει ο ανωτέρω αγοραστής του πρώτου ακινήτου.
Στο πληρεξούσιο αυτό κατά το μέρος της σχετικής με την εγγύηση εντολής αναφέρεται ότι: «….Στον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο δίνεται η εντολή να υπογράφει πρόσθετη πράξη εγγύησης (της κύριας σύμβασης του δανείου) με την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε με οποιουσδήποτε όρους κρίνει ο εντολοδόχος ακόμη και με εγγραφή υποθήκης υπέρ της ως άνω τράπεζας επί του ακινήτου που αναφέρεται πιο πάνω…».
Κατά την κρίση του Δικαστηρίου από την ανωτέρω διατύπωση της εντολής για τη σύναψη εγγύησης δημιουργούνται ασάφειες και αμφιβολίες για την πραγματική βούληση της ανακόπτουσας και επομένως θα πρέπει αφ’ ενός στην ανωτέρω δικαιοπραξία (πληρεξούσιο) να αναζητηθεί η αληθινή βούλησή της ενώ περαιτέρω θα πρέπει να ερμηνευθεί και η συναφθείσα σύμβαση εγγύησης, όπως επιβάλλει η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη. Σημειώνεται ότι για την ερμηνεία της δήλωσης βούλησης μπορούν να χρησιμεύσουν και στοιχεία εκτός της έγγραφης σύμβασης κείμενα.
Στην προκειμένη περίπτωση το Δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του έλαβε υπόψη ιδίως το ό,τι η εντολή προς τον ανωτέρω εντολοδόχο, όπως αυτή διατυπώθηκε στο ανωτέρω πληρεξούσιο είναι αόριστα διατυπωμένη αφού δεν εξειδικεύεται για ποια κύρια δανειακή σύμβαση θα εγγυηθεί η ανακόπτουσα, ούτε το ακριβές ποσό του δανείου, ούτε, κυρίως, το πρόσωπο του πρωτοφειλέτη υπέρ του οποίου θα παρέσχε την εγγύησή της, το ό,τι δεν μπορεί να εξηγηθεί σύμφωνα με την κρατούσα συναλλακτική πρακτική στις αγοραπωλησίες ακινήτων, ο δικαιολογητικός λόγος σύμφωνα με τον οποίο η ανακόπτουσα θα έδινε την εντολή στον ανωτέρω αντιπρόσωπο της αφ’ ενός για να προβεί στην πώληση ακινήτου της, αφ’ ετέρου να παράσχει την εγγύησή της για δάνειο που θα ελάμβανε άγνωστος σε αυτή αγοραστής, αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο αφερεγγυότητας του ως προς την αποπληρωμή του δανείου και μάλιστα με πρόσθετη πράξη εγγύησης ενός στεγαστικού δανείου που είχε συναφθεί το έτος 2009, δηλαδή ένα χρόνο πριν την υπογραφή του πληρεξουσίου, και με πληρεξούσιο στο οποίο έδινε την εντολή της για πώληση ενός άλλου ακινήτου της.
Κατά την κρίση του Δικαστηρίου από τα ανωτέρω σε συνδυασμό κυρίως με την αόριστη διατύπωση της εντολής, ιδίως ως προς το πρόσωπο του πρωτοφειλέτη στο προαναφερθέν πληρεξούσιο δεν προκύπτει η βούληση της ανακόπτουσας να παράσχει την πληρεξουσιότητα προς τον εργολάβο να συνάψει για λογαριασμό της σύμβαση εγγύησης για το στεγαστικό δάνειο ύψους 187.500 ευρώ αλλά αντιθέτως βούλησή της ήταν να παράσχει την εντολή για πώληση της δεύτερης κάθετης ιδιοκτησίας της.