Δικογραφία για δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

Ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου κ Κ. Μπούτσικου υποβλήθηκε η ποινική προκαταρκτική δικογραφία που σχηματίστηκε από Ειρηνοδίκη σε εκτέλεση επείγουσας παραγγελίας του προς διερεύνηση τυχόν τελέσεως των αδικημάτων της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αλλά και παραβάσεων που αφορούν την πολεοδομική νομοθεσία από πλευράς μιας δημόσιας λειτουργού, του συζύγου της και ενός ιδιώτη.
Αφορμή για την έρευνα, όπως έγραψε η “δ”, αποτέλεσαν σχετικές παραγγελίες του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και του Γενικού Επιτρόπου Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνοδευόμενες από καταγγελία προσώπου με εικονικά στοιχεία ταυτότητας.
Στο πρώτο σκέλος του εγγράφου του επιστολογράφου γίνεται αναφορά σύμφωνα με τις πληροφορίες στην πορεία ενός πλειστηριασμού που διεξήχθη σε ακριτικό νησί του νομού Δωδεκανήσου.
Η επιχείρηση που εκπλειστηριάστηκε αναγκαστικά, με επίσπευση εταιρείας που εδρεύει σε νησί εκτός Δωδεκανήσου ανήκε σύμφωνα με τις πληροφορίες σε άτομα που ενεπλάκησαν σε οικονομικό σκάνδαλο που εκτυλίχθηκε και σε τράπεζα και η αξία του, όπως καταγγέλλεται, υπερβαίνει το 1.5 εκατ. ευρώ.
Φέρεται δε να κατακυρώθηκε σε άτομο περιορισμένης οικονομικής δυνατότητας έναντι ποσού 370.000 ευρώ.
Σύμφωνα πάντα με την καταγγελία, το περιεχόμενο της οποίας θα διαψευστεί ή θα επιβεβαιωθεί από την διενεργούμενη έρευνα, προκειμένου να δικαιολογηθεί η εξαγορά της επιχείρησης από τον πλειοδότη ο τελευταίος φέρεται να προσκόμισε στη ΔΟΥ του νησιού δεκάδες δηλώσεις δωρεάς μετρητών από κατοίκους οι οποίες μάλιστα, όπως υποστηρίζεται, φέρουν μεταγενέστερες του πλειστηριασμού ημερομηνίες.
Ο ίδιος καταγγέλλων διατείνεται ότι οι αρμόδιοι προς έλεγχο της συγκεκριμένης δοσοληψίας δημόσιοι υπάλληλοι δεν ενήργησαν τα δέοντα και δεν προχώρησαν σε σχετικό έλεγχο.
Το δεύτερο σκέλος της καταγγελίας σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες αφορά στο “πόθεν έσχες” δημοσίου λειτουργού στο ίδιο ακριτικό νησί.
Ο καταγγέλλων ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι ο δημόσιος λειτουργός έχει αποκτήσει και λειτουργεί με συγγενικό του πρόσωπο που εργάζεται ομοίως σε δημόσια υπηρεσία, ξενοδοχειακή μονάδα η αξία της οποίας υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ.
Το ξενοδοχείο αυτό 4 αστέρων φέρεται παραπέρα ζήτησε την ένταξη του στον αναπτυξιακό νόμο και γίνεται λόγος για αδυναμία δικαιολόγησης από μέρους των ιδιοκτητών του ποσού που επενδύθηκε για την κατασκευή και λειτουργία του.
Υποστηρίζεται εξάλλου ότι το ξενοδοχείο λειτουργεί χωρίς άδεια. Ο καταγγέλλων μάλιστα αναρωτιέται αν το ξενοδοχείο έχει εξασφαλίσει άδεια από την αρχαιολογία καθώς κείται δίπλα σε αρχαιολογικό χώρο με σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα.
Πέραν της ξενοδοχειακής μονάδας γίνεται ακόμη λόγος για πολυτελή οικία.
Στο τρίτο σκέλος της ανώνυμης καταγγελίας γίνεται λόγος για εκτεταμένη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στο ίδιο νησί και συγκεκριμένα για πολυτελή σκάφη αναψυχής που ανήκουν σε offshore εταιρείες.
Το που αρχίζει και που τελειώνει η αλήθεια στις καταγγελίες που αναμένεται να δημιουργήσουν αναστάτωση θα προκύψει από την έρευνα που διενεργείται αρμοδίως.
Στα πλαίσια της προκαταρκτικής έρευνας Ειρηνοδίκης πραγματοποίησε έφοδο σε δημόσια υπηρεσία έλαβε καταθέσεις από τους φερόμενους ως εμπλεκόμενους και κατάσχεσε έγγραφα ουσιώδη για την περαιτέρω διερεύνηση της υποθέσεως.