Η Κως βρέθηκε τις τελευταίες ημέρες στο επίκεντρο διαδοχικών περιστατικών τηλεφωνικής απάτης που αναδεικνύουν πόσο γρήγορα προσαρμόζονται οι επιτήδειοι και πόσο κρίσιμη παραμένει η ψυχραιμία του πολίτη όταν ακούει μια πειστική φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής.
Σε ένα πρώτο περιστατικό, η αστυνομία κινήθηκε με ταχύτητα, εντόπισε τους εμπλεκόμενους και απέδωσε στη δικαιούχο 680 ευρώ και τιμαλφή που είχαν αφαιρεθεί με πρόσχημα τη δήθεν «ασφάλεια» της κατοικίας. Σε δεύτερο περιστατικό, διαφορετικού τύπου αλλά με κοινή βάση την τηλεφωνική χειραγώγηση, ένας 26χρονος Έλληνας εργαζόμενος σε κατάστημα κρεάτων κατήγγειλε ότι εξαπατήθηκε από άγνωστο που προσποιήθηκε αστυνομικό και τον οδήγησε να αγοράσει και να αποκαλύψει κωδικούς προπληρωμένων καρτών, με την υπόθεση να βρίσκεται σε στάδιο προανάκρισης.
Η υπόθεση με πρόσχημα τη ΔΕΗ και η επιστροφή των κλοπιμαίων στην 61χρονη
Το μεσημέρι της 27ης Δεκεμβρίου 2025 μια 61χρονη Ελληνίδα στην περιοχή Λάμπη δέχθηκε τηλεφωνική κλήση στο σταθερό της τηλέφωνο από άγνωστο άνδρα. Εκείνος παρουσιάστηκε ως υπάλληλος εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας και χρησιμοποίησε ένα σενάριο που στοχεύει στο ένστικτο προστασίας. Υποστήριξε ότι χρήματα και χρυσαφικά «επηρεάζουν» την παροχή ρεύματος στο σπίτι και ότι για «λόγους ασφαλείας» πρέπει να απομακρυνθούν άμεσα από το εσωτερικό της κατοικίας.
Η πειθώ χτίστηκε πάνω σε 2 άξονες, στην επίκληση τεχνικής γνώσης και στον κατεπείγοντα χαρακτήρα της δήθεν απειλής. Η 61χρονη, ενώ παρέμενε στη γραμμή, συγκέντρωσε 680 ευρώ και κοσμήματα και τα τοποθέτησε σε εξωτερικό χώρο στην είσοδο. Μεταξύ των τιμαλφών περιλαμβάνονταν σταυροί με αλυσίδες διαφορετικών μετάλλων, μενταγιόν με πετράδια, λύρα με χρυσή αλυσίδα, δαχτυλίδια και ζευγάρια σκουλαρίκια, δηλαδή αντικείμενα με σαφή συναισθηματική αλλά και οικονομική αξία.
Λίγο αργότερα, ενώ η συνομιλία δεν είχε διακοπεί, εμφανίστηκε έξω από την κατοικία όχημα στο οποίο επέβαιναν 2 άτομα. Ο συνοδηγός αποβιβάστηκε, πήρε τη λεία από το σημείο όπου είχε τοποθετηθεί και στη συνέχεια οι δράστες αποχώρησαν. Το στοιχείο της συνεχούς τηλεφωνικής «συνοδείας» δεν είναι τυχαίο. Σε τέτοιου τύπου απάτες ο δράστης κρατά το θύμα σε γραμμή ώστε να μην προλάβει να καλέσει συγγενή, γείτονα ή την αστυνομία, αλλά και για να καθοδηγεί βήμα βήμα την επόμενη κίνηση.
Η αντίδραση του Τμήματος Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Κω ήταν άμεση. Από την αξιολόγηση της καταγγελίας και τις αναζητήσεις, οι αστυνομικοί κατάφεραν απογευματινές ώρες της ίδιας ημέρας να εντοπίσουν διαδοχικά τους 2 Έλληνες κατηγορούμενους, ηλικίας 18 και 21 ετών. Κατά τον εντοπισμό, ο 21χρονος φέρεται να επιχείρησε να διαφύγει και να πρόβαλε αντίσταση κατά την ακινητοποίησή του, στοιχείο που προστέθηκε στη συνολική εικόνα της υπόθεσης ως ένδειξη προσπάθειας αποφυγής σύλληψης.
Καθοριστικό σημείο της εξιχνίασης ήταν ότι, κατά την εξέταση, οι εμπλεκόμενοι υπέδειξαν τους χώρους όπου είχαν αποκρύψει τα αφαιρεθέντα. Έτσι, τα χρήματα και τα κοσμήματα εντοπίστηκαν, κατασχέθηκαν και αποδόθηκαν στη δικαιούχο, αποκαθιστώντας άμεσα τη ζημία στο μέτρο του δυνατού. Παράλληλα κατασχέθηκαν 2 οχήματα που, σύμφωνα με την προανάκριση, χρησιμοποιήθηκαν για την τέλεση της πράξης, καθώς και είδη ένδυσης και υπόδησης που φορούσαν οι δράστες. Η δικογραφία σχηματίστηκε για απάτη και οι 2 συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Κω.
Το επιχειρησιακό αποτέλεσμα της υπόθεσης έχει διπλή σημασία. Από τη μία πλευρά, η επιστροφή των κλοπιμαίων περιορίζει το τραύμα που προκαλείται σε ένα θύμα, ειδικά όταν πρόκειται για κοσμήματα που συχνά αποτελούν οικογενειακά κειμήλια. Από την άλλη, η κατάσχεση οχημάτων και ρουχισμού δίνει στα εργαστήρια και στους αναλυτές της υπηρεσίας υλικό που μπορεί να συνδεθεί με άλλα περιστατικά, εφόσον υπάρχουν κοινά ίχνη, διαδρομές ή επαναλαμβανόμενες πρακτικές.
Η δεύτερη καταγγελία με δήθεν αστυνομικό και η παγίδα των κωδικών PAYSAFE
Την επόμενη ημέρα, 28 Δεκεμβρίου 2025, ένας 26χρονος Έλληνας προσήλθε και κατήγγειλε ότι έπεσε θύμα τηλεφωνικής απάτης ενώ εργαζόταν σε κατάστημα κρεάτων στην περιοχή Μαρμαρωτό. Η μεθοδολογία εδώ ήταν διαφορετική, με «δόλωμα» μια παραγγελία και με στόχο όχι αντικείμενα από το σπίτι αλλά κωδικούς προπληρωμένων καρτών, δηλαδή χρήμα που μεταφέρεται ακαριαία και δύσκολα ανακτάται αν δεν εντοπιστεί άμεσα η ροή.
Ο άγνωστος άνδρας κάλεσε το κατάστημα από κινητό αριθμό και συστήθηκε ως «αξιωματικός υπηρεσίας» στο Αστυνομικό Τμήμα Κω. Παρήγγειλε κρέατα αξίας 100 ευρώ και στη συνέχεια ζήτησε «εξυπηρέτηση» να αγοραστούν μαζί με την παραγγελία τσιγάρα, χαρτάκια για τσιγάρα, κρουασάν και μία κάρτα ανανέωσης τύπου PAYSAFE αξίας 100 ευρώ. Ο 26χρονος, θεωρώντας ότι εξυπηρετεί μια θεσμική αρχή και ότι η πληρωμή θα γίνει κατά την παράδοση, προχώρησε στην αγορά των προϊόντων από κοντινό κατάστημα.
Στην κρίσιμη φάση, ενώ ο παθών βρισκόταν ακόμη σε διαδικασία εκτέλεσης της παραγγελίας, ο άγνωστος τηλεφώνησε ξανά και ζήτησε τον αριθμό της κάρτας. Ο 26χρονος τον υπαγόρευσε. Κατόπιν, ο δράστης προχώρησε στο επόμενο βήμα, ζήτησε να αγοραστούν επιπλέον 9 κάρτες των 100 ευρώ η καθεμία και να δοθούν τηλεφωνικά οι κωδικοί τους. Με αυτόν τον τρόπο το συνολικό ποσό των καρτών που περιγράφεται στην καταγγελία ανέρχεται σε 1000 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζονται τα λοιπά προϊόντα και η αρχική παραγγελία κρεάτων.
Όταν ο 26χρονος μετέβη στο Αστυνομικό Τμήμα για να παραδώσει την παραγγελία, ενημερώθηκε ότι δεν υπήρχε καμία παραγγελία και ότι πιθανότατα είχε εξαπατηθεί. Ακολούθησε τηλεφωνική επικοινωνία με τον ίδιο αριθμό, όπου ο άγνωστος προσπάθησε να κερδίσει χρόνο, λέγοντας ότι θα περάσει σε λίγα λεπτά για να παραλάβει και να πληρώσει. Η αναμονή χωρίς να εμφανιστεί κανείς επιβεβαίωσε στον παθόντα ότι επρόκειτο για απάτη.
Οι προειδοποιήσεις της αστυνομίας προς τους πολίτες και τους επαγγελματίες
Με αφορμή τη σύλληψη των 2 δραστών στην υπόθεση της 61χρονης αλλά και τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά εξαπάτησης, οι αστυνομικές αρχές υπενθυμίζουν ότι οι πολίτες δεν πρέπει να εμπιστεύονται αγνώστους που τηλεφωνούν και δηλώνουν ότι είναι λογιστές, αστυνομικοί, γιατροί ή υπάλληλοι εταιρειών, ιδιαίτερα όταν ζητούν χρήματα, κοσμήματα ή κωδικούς. Τονίζεται ότι κανείς δεν πρέπει να αποκαλύπτει αν στο σπίτι υπάρχουν μετρητά ή πολύτιμα αντικείμενα και ότι δεν πρέπει να παραδίδει χρήματα ή τιμαλφή σε οποιονδήποτε, ακόμη και αν ο καλών επιχειρεί να ενισχύσει την πειστικότητα βάζοντας το θύμα να μιλήσει με δήθεν γνωστό πρόσωπο.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ό,τι όταν υπάρχει υποψία απάτης, η επικοινωνία πρέπει να γίνεται από άλλη συσκευή με τον λογιστή ή με συγγενικό πρόσωπο, γιατί ο δράστης μπορεί να κρατά τη γραμμή κατειλημμένη. Επιπλέον, οι πολίτες δεν πρέπει να πείθονται από άγνωστους που εμφανίζονται ως υπάλληλοι υπηρεσίας ή άλλου φορέα για τεχνική επιδιόρθωση αν δεν έχει προηγηθεί δική τους πρόσκληση.
Σε περίπτωση που άγνωστο άτομο μπει στο σπίτι με οποιαδήποτε πρόφαση, οι αρχές επισημαίνουν ότι δεν πρέπει να του επιτρέπεται να κινείται σε άλλους χώρους και ότι ο πολίτης δεν πρέπει να χάνει την οπτική επαφή, ενώ οφείλει να προστατεύει προσωπικά αντικείμενα ώστε να αποτρέπονται κλοπές με τη μέθοδο της απασχόλησης. Αναφέρεται επίσης ότι δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να δέχεται κάποιος να τον οδηγήσουν σε τράπεζα ή ΑΤΜ για ανάληψη χρημάτων και ότι νοσοκομεία και δημόσιες υπηρεσίες δεν ακολουθούν την πρακτική να ζητούν επιτόπου χρήματα σε σπίτια ή σε δημόσιους χώρους για υπηρεσίες που παρέχουν.
Η αστυνομία υπενθυμίζει ακόμη τη σημασία του να υπάρχουν διαθέσιμοι τηλεφωνικοί αριθμοί ανάγκης και να επιχειρεί ο πολίτης να συγκρατήσει χαρακτηριστικά δραστών και στοιχεία οχημάτων, όπως πινακίδες, μάρκα και χρώμα. Τέλος, ζητείται να ενημερώνεται πάντα η αστυνομία ακόμη και σε απόπειρα απάτης και να μεταφέρεται η ενημέρωση αυτή σε οικεία πρόσωπα, με έμφαση σε ηλικιωμένους, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος θυματοποίησης.













