• Η ετυμηγορία της Δευτέρας 1ης Σεπτεμβρίου 2025 επισφραγίζει μια υπόθεση που συγκλόνισε την τοπική κοινωνία, με βαρύ κατηγορητήριο, σοβαρά ερευνητικά ευρήματα και αναπάντητα ερωτήματα για τον τροφοδότη των ποσοτήτων κοκαΐνης
Η Ρόδος βρέθηκε εκ νέου στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης για την ανήλικη παραβατικότητα και τη διακίνηση ναρκωτικών, έπειτα από την καταδίκη δύο 17χρονων μαθητών σε ποινή φυλάκισης δύο ετών, η οποία θα εκτιθεί σε κατάστημα κράτησης ανηλίκων.
Η απόφαση, που εκδόθηκε τη Δευτέρα 1η Σεπτεμβρίου 2025 από το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων, έρχεται να κλείσει, προς το παρόν, τον πρώτο κύκλο μιας πολύκροτης υπόθεσης με έντονη αστυνομική και δικαστική διάσταση, αλλά και με ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα.
Η δικογραφία καταγράφει συστηματική και οργανωμένη διακίνηση κοκαΐνης, παρακολουθήσεις εβδομάδων, κατασχέσεις σημαντικών ποσοτήτων και χρημάτων, καθώς και επαφές των ανηλίκων με ενήλικους χρήστες. Ωστόσο, ο κεντρικός κρίκος της υπόθεσης παραμένει ακόμη αδιευκρίνιστος: ο τροφοδότης των ποσοτήτων που διοχετεύονταν στην τοπική αγορά.
Είχε προηγηθεί η σύλληψη των δύο μαθητών στις 2 Απριλίου, μετά από δίμηνη επιχειρησιακή παρακολούθηση της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου, η οποία ενεργοποιήθηκε έπειτα από ανώνυμη καταγγελία στις αρχές Φεβρουαρίου.
Κατόπιν των απολογιών τους ενώπιον του ανακριτή Ρόδου, οι ανήλικοι κρίθηκαν προσωρινά κρατούμενοι με σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα.
Οι δικαστικές αρχές επικαλέστηκαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής και κίνδυνο υποτροπής, ενώ καθοριστικό θεωρήθηκε και το γεγονός ότι ο ένας εκ των δύο είχε συλληφθεί το φθινόπωρο του 2024 για παρόμοια υπόθεση, καταδεικνύοντας επαναλαμβανόμενη παραβατική συμπεριφορά.
Το επιχειρησιακό σκέλος περιλάμβανε διακριτική αλλά σταθερή παρακολούθηση. Σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα στοιχεία, οι ανήλικοι εθεάθησαν να πραγματοποιούν επαναλαμβανόμενες συναλλαγές σε διαφορετικά σημεία της πόλης, να συναντούν χρήστες, να αλλάζουν οχήματα και να χρησιμοποιούν διαφορετικές τηλεφωνικές συσκευές με σκοπό την αποφυγή εντοπισμού.
Η τελική επιχείρηση κατέληξε όχι μόνο στη σύλληψη, αλλά και σε κατ’ οίκον έρευνες.
Στην κατοικία του ενός 17χρονου κατασχέθηκαν ποσότητα κοκαΐνης που υπερέβαινε τα 240 γραμμάρια, μικροποσότητες κάνναβης, έξι δισκία Xanax, ζυγαριά ακριβείας, τρία κινητά τηλέφωνα και μετρητά άνω των 2.400 ευρώ. Η αξία της κατασχεθείσας κοκαΐνης στη λιανική αγορά εκτιμάται περί τις 24.000 ευρώ, μέγεθος που υπερβαίνει κατά πολύ τις συνήθεις «ερασιτεχνικές» πρακτικές και παραπέμπει σε δομημένο δίκτυο διακίνησης.
Κατά τις παρακολουθήσεις, οι αρχές κατέγραψαν επαφές των δύο 17χρονων με ενήλικους χρήστες, ανάμεσά τους και έναν 44χρονο που φέρεται να αγόραζε κοκαΐνη. Ο τελευταίος δεν συνελήφθη λόγω παρόδου του αυτοφώρου, όμως περιλαμβάνεται στη δικογραφία ως πρόσωπο που ενδέχεται να λειτουργούσε ως συνδετικός κρίκος με ευρύτερο κύκλωμα.
Παρά το πυκνό αποδεικτικό πλέγμα γύρω από τη λιανική διακίνηση, το κρίσιμο ερώτημα παραμένει ανοιχτό: ποιος ήταν ο τροφοδότης της κοκαΐνης. Η ποσότητα που κατασχέθηκε, η αξία της και η συχνότητα των συναλλαγών δεν συνάδουν με αυτόνομη «πρωτοβουλία» δύο μαθητών.
Το ερευνητικό ενδιαφέρον στρέφεται σε δίκτυο προμηθευτών που ενδεχομένως αξιοποίησε την ηλικία τους ως «ασπίδα» χαμηλής ορατότητας. Η απάντηση στο σκέλος αυτό θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και την τελική εικόνα της υπόθεσης, καθώς θα αναδείξει την ιεραρχία, τον τρόπο μεταφοράς και διανομής, αλλά και το κίνητρο στρατολόγησης ανηλίκων.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης παρέστησαν οι κ.κ. Γιώργος Κυπραίος και Άννα Κωνσταντή.
Η υπεράσπιση στάθηκε στην ανηλικότητα των κατηγορουμένων, στον ισχυρισμό ότι οι ίδιοι αποτέλεσαν αντικείμενο εκμετάλλευσης από μεγαλύτερους, καθώς και στην ανάγκη ο σωφρονισμός να έχει πρωτίστως θεραπευτικό και παιδαγωγικό πρόσημο. Επισήμανε, επίσης, τη δήλωση μεταμέλειας κατά τις απολογίες τους.
Το γεγονός ότι δύο μαθητές βρέθηκαν στο κέντρο ενός δικτύου διακίνησης ναρκωτικών λειτουργεί ως καμπανάκι κινδύνου για σχολικές κοινότητες και οικογένειες.