Ειδήσεις

Κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία ενώ επρόκειτο για αυτοκτονία

Την 2α Ιουνίου 2012 και ώρα 10.10 διεκομίσθη στο Γενικό Νοσοκομείο Καλύμνου, με δίκυκλο, που οδηγούσε ένας 36χρονος Καλύμνιος, η 27χρονη σύντροφός του, από την οικία της, στην περιοχή της Φλάσκας.
Η 27χρονη έφερε 18 τραύματα σε όλο το σώμα της από μαχαίρι.

Ο 39χρονος σύντροφός της, που είχε απασχολήσει τις αρχές σε υπόθεση κατοχής κάνναβης και έφερε τραύμα από μαχαίρι στην παλάμη του αριστερού του χεριού, παρότι εξήγησε από την πρώτη στιγμή ότι επρόκειτο για αυτοκτονία και παρότι όλα τα στοιχεία συνέκλιναν προς τούτο, βρέθηκε σιδηροδέσμιος, αντιμέτωπος με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως μέχρι προχθές, που το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Κω έκρινε ότι είναι αθώος.

Η υπόθεση, που είχε φέρει στο φως της δημοσιότητας η “Δημοκρατική” είχε προκαλέσει πανελλήνιο σάλο.
“Βρίσκομαι στη δυσχερή θέση να κατηγορούμαι για το βαρύτερο των εγκλημάτων και νιώθω (πιστεύω εύλογα) ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν λειτουργεί το δόγμα του «τεκμηρίου αθωότητας» υπέρ εμού, ως κατηγορουμένου, αλλά ένα «οιονεί αντεστραμμένο τεκμήριο ενοχής» σε βάρος μου, αφού εγώ ήμουν εκείνος, που είχα την τελευταία επαφή με την θανούσα και ο θάνατός της προκλήθηκε εντός της κατοικίας μου”, κατέθεσε ο 36χρονος, ενώπιον του Ανακριτή, τονίζοντας πάντως ότι δεν κακίζει κανέναν για την άσκηση της δίωξης σε βάρος του.
Την περιγραφή που έδωσε, εξεταζόμενος, για το τι βίωσε, υιοθέτησε εμμέσως το δικαστικό συμβούλιο. Πιο συγκεκριμένα κατέθεσε τα εξής:

“Με την θανούσα γνωριζόμαστε περίπου δύο χρόνια. Στο χρονικό διάστημα των τελευταίων 6-7 μηνών συνήψαμε αισθηματική σχέση, η οποία δεν ήταν ιδιαίτερα στενή, υπό την έννοια ότι δεν ήμασταν συνέχεια μαζί ως ζευγάρι, αλλά διατηρούσαμε μία αρκετά «χαλαρή» σχέση η οποία ήταν παράλληλα φιλική και ερωτική. Υπήρχαν χρονικά διαστήματα που βρισκόμασταν και ήμασταν μαζί σχεδόν κάθε μέρα και άλλα που βλεπόμασταν 3-4 φορές την εβδομάδα ή ακόμα πιο αραιά. Η θανούσα κατά διαστήματα επισκεπτόταν την Κω, όπου μου έλεγε ότι έμενε αρκετές ημέρες για να δει τη μητέρα και την αδελφή της. Προ μηνών μου αποκάλυψε ότι διατηρούσε σχέση με κάποιον που ήταν στην Κω και έκτοτε η σχέση μας περιορίστηκε περισσότερο σε φιλικό παρά σε ερωτικό επίπεδο. Παρόλα αυτά εξακολουθούσαμε να έχουμε επαφές αρκετά συχνά. Προ ημερών μου είπε ότι θα πήγαινε και πάλι στην Κω. Την Τετάρτη (30-5-2012) απογευματινές ώρες, την συνάντησα και μιλήσαμε. Διαπίστωσα ότι η συμπεριφορά της ήταν αρκετά περίεργη. Μου είπε ότι την παρακολουθούν άγνωστοι και ότι τους είδε στο βουνό που είχε πάει νωρίτερα να φορούν στολές με κουκούλες.

Έκπληκτος της απάντησα ότι μάλλον ήταν οι μελισσοκόμοι που φορούσαν τις γνωστές στολές, αλλά εκείνη μου είπε ότι προσπάθησε να τους ξεφύγει από τον γκρεμό και μετά πήγε και την έπιασε η αστυνομία… Μου είπε επίσης ότι ένοιωθε πολύ άσχημα γιατί έχει γίνει ρεζίλι και όλοι γελούν σε βάρος της. Προσπάθησα να την ηρεμήσω και της είπα να πάει στο σπίτι της για να ξεκουραστεί. Μου είπε ότι είχε χωρίσει με τον φίλο της στην Κω και μου ζήτησε να πάμε εκείνη την ώρα στον πατέρα της για να του ζητήσω να την παντρευτώ, αλλά εγώ, για να την αποφύγω, της είπα ότι είναι νωρίς ακόμα για τη σχέση μας και ότι θα έπρεπε πρώτα να πάει στο σπίτι της και να ηρεμήσει. Έτσι χωρίσαμε εκείνο το βράδυ. Την Παρασκευή 1-6-2012 μου ζήτησε να βρεθούμε περίπου στις 21.00΄ και μου ζήτησε να πάμε στο σπίτι μου για να πάρει κάποια ρούχα της που είχε αφήσει εκεί.

Πράγματι πέρασα και την πήρα από το σπίτι του γείτονά της, πήγαμε στο σπίτι μου και καθίσαμε. Κάναμε χρήση δύο τσιγάρων ινδικής κάνναβης και ήπιαμε τσίπουρο, εκείνη περίπου 2 ποτήρια και εγώ αρκετά περισσότερα. Στο σημείο αυτό οφείλω να σημειώσω ότι πολλές φορές είχαμε κάνε μαζί χρήση χασίς. Η θανούσα ήταν αρκετά ανήσυχη και διαρκώς μου έλεγε ότι όλοι την παρακολουθούν και την κοροϊδεύουν και θέλουν το κακό της και ότι ο πατέρας της ήθελε να την κλείσει στη Λέρο. Εγώ προσπαθούσα να της εξηγήσω ότι περνούσε μία «άσχημη φάση», ότι δεν υπήρχε λόγος να ανησυχεί και ότι τα πράγματα θα έφτιαχναν. Περίπου στις 23.30΄ της πρότεινα να την πάω στο σπίτι της. Μου ζήτησε να μείνει μαζί μου και να την πάω το πρωί στο σπίτι της και εγώ δέχτηκα. Μετά από λίγο κοιμηθήκαμε. Το πρωί με ξύπνησε και με ρώτησε αν ήθελα να μου φτιάξει καφέ. Εγώ της απάντησα καταφατικά και συνέχισα να κοιμάμαι.

Πράγματι έφερε τον καφέ πάνω στη σοφίτα και πίνοντας τον καφέ μου ζήτησε να «πιούμε» ένα τσιγάρο χασίς. Εγώ έφτιαξα το τσιγάρο, κάπνισα λίγο και της το έδωσα γιατί έπρεπε να κατέβω στην τουαλέτα για να κάνω την ανάγκη μου. Μετά από περίπου 5 λεπτά ανέβηκα στην σοφίτα. Πριν καν ανέβω ολόκληρος, μόλις το κεφάλι μου ξεπρόβαλε από τη σκάλα, την είδα να κουνάει κάτι προς το στήθος της.

Μου έδωσε την εντύπωση ότι χτυπούσε το στήθος της και με τα 2 χέρια της, αλλά αμέσως βλέποντας και τα αίματα συνειδητοποίησα ότι χτυπούσε το στήθος της με κάτι αιχμηρό, που απ’ ό,τι αποδείχτηκε ήταν ένας μικρός σουγιάς που είχα στην σοφίτα κοντά στο σημείο που κοιμόμουν. Αμέσως όρμησα προς το μέρος της φωνάζοντας έντρομος, «σταμάτα, τι κάνεις», και προσπάθησα να της πάρω το σουγιά γυρνώντας τα χέρια της προς την αντίθετη φορά. Στην προσπάθειά μου αυτή να της «γυρίσω» τα χέρια και να πάρω το σουγιά αντέδρασε με αποτέλεσμα να τραυματιστώ στο δεξί μου χέρι, με αποτέλεσμα να προκληθεί σημαντική αιμορραγία και από το χέρι μου και να γεμίσει αίματα ο χώρος τόσο από τα τραύματά της όσο και από τα δικά μου. Παράλληλα την ώρα που προσπαθούσα να της πάρω το σουγιά η θανούσα κλωτσούσε με τα πόδια της με αποτέλεσμα να σπάσει ένα κάδρο με γυάλινη κορνίζα που είχα στα πόδια του κρεβατιού και να γεμίσει γυαλιά ο χώρος.

Με κόπο κατάφερα να πάρω το σουγιά και τον πέταξα πάνω στο τραπεζάκι που υπήρχε δίπλα στο σημείο που βρισκόμασταν, αλλά αμέσως εκείνη όρμησε και πάλι και τον ξαναπήρε στα χέρια της. Πήρα ξανά τον σουγιά και αφού τον έκλεισα τον πέταξα μέσα στα σκεπάσματα, ενώ έβλεπα την θανούσα να χάνει πολύ αίμα, το οποίο κυρίως «πεταγόταν» από το στήθος της. Έντρομος την σήκωσα στο πλάι και άρχισα να την κατεβάζω γρήγορα από την αλουμινένια σκάλα. Λίγο πριν φτάσω στο τέλος της σκάλας έχασα την ισορροπία μου και έπεσα προς τα κάτω και πίσω με αποτέλεσμα να χτυπήσω πάνω στον πάγκο και να σπάσουν μερικά από τα πιάτα που ήταν εκεί. Την άφησα κάτω στο πάτωμα, αλλά αμέσως φοβήθηκα μην πνιγεί επειδή δεν ανέπνεε καλά, οπότε την έβαλα καθιστή στην καρέκλα και της έδωσα να κρατάει ένα σεντόνι για να περιοριστεί η αιμορραγία.

Γεμάτος αίματα και κατατρομαγμένος σκέφθηκα να την πάω στο νοσοκομείο με το μηχανάκι, αλλά συνειδητοποίησα ότι ήταν αδύνατον να την μεταφέρω μόνος μου. Έτσι αποφάσισα να πάω ο ίδιος στο νοσοκομείο που απέχει ελάχιστη απόσταση από το σπίτι μου (περίπου 200 μέτρα), ώστε να ειδοποιήσω το ασθενοφόρο. Μόλις έφτασα εκεί ζήτησα το ασθενοφόρο και κάποιος μου απάντησε ότι «έρχεται». Πράγματι σχεδόν αμέσως ήρθε το ασθενοφόρο και είπα στον οδηγό του που ονομάζεται Γ. Κ. (τον οποίο και γνώριζα) να έρθει γρήγορα γιατί η (…) πεθαίνει. Μου είπε να περιμένω να κατεβάσει το άλλο περιστατικό, όπως και έγινε άμεσα και ξεκινήσαμε για το σπίτι μου το ασθενοφόρο κι εγώ, οδηγώντας το μηχανάκι. Μάλιστα η κλειδαριά της εισόδου του νοσοκομείου δεν άνοιγε, με αποτέλεσμα να γυρίσουμε πίσω και να ακολουθήσουμε άλλο δρόμο για να μην καθυστερήσουμε. Εκείνη την ώρα που ήμουν στο νοσοκομείο με κάλεσε στο κινητό μου η αδελφή της (…) και με ρώτησε πού βρίσκεται η αδελφή της. Αμέσως της είπα ότι δεν είναι καλά και να τρέξει στο Νοσοκομείο.

Όταν φτάσαμε στο σπίτι και μέχρι να κατεβάσουν το φορείο από το ασθενοφόρο εγώ ο ίδιος μετέφερα προς την πόρτα το σώμα της (…) και το τοποθέτησα στο φορείο. Γύρισα να κλείσω την πόρτα και τότε μου πέρασε από το μυαλό να κρύψω το χασίς που είχα στο σπίτι. Έτσι μπήκα το πήρα, το έκρυψα στη μικρή αποθήκη και κατευθύνθηκα αμέσως στο νοσοκομείο. Μπήκα αμέσως στο Νοσοκομείο την ώρα που μετέφεραν και την (…) και μου είπαν να περάσω σε ένα άλλο χώρο για να μου ράψουν το χέρι. Βγαίνοντας ρώτησα για την (…) και ο τραυματιοφορέας μου έκανε ένα μορφασμό από τον οποίο κατάλαβα ότι δυστυχώς δεν τα κατάφερε… Μετά από λίγο ήρθαν οι αστυνομικοί που με οδήγησαν στο σπίτι μου, όπου τους περιέγραψα όλα τα παραπάνω, τα οποία και αρχικά αποδέχτηκαν, πλην όμως λίγο αργότερα άρχισαν να με πιέζουν να ομολογήσω την εγκληματική πράξη που δήθεν διέπραξα, πράγμα το οποίο βέβαια αρνήθηκα να πράξω. Παρά το γεγονός αυτό η Αστυνομία της Καλύμνου χωρίς να επιβεβαιώσει τα γεγονότα σχημάτισε πρόχειρα την δικογραφία, χωρίς καν να πιστεύει ότι εγώ είμαι ο πραγματικός δράστης”.

Σημειώνεται ότι η ιατροδικαστική εξέταση κατέληξε ότι πρόκειται για αυτοκτονία ενώ δύο συγγενείς της εκλιπούσης και ένας ψυχίατρος επιβεβαίωσαν τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου.

Το δικαστικό συμβούλιο στο βούλευμα που εξέδωσε αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
Στις 30.5.2012 ανέβηκε σε ορεινή τοποθεσία στην Ενορία Υπαπαντής Καλύμνου, όπου εντοπίστηκε από αστυνομικούς που κλήθηκαν από διερχόμενους, οι οποίοι την είδαν να περιπλανιέται στην περιοχή, να βαδίζει κοντά στον γκρεμό, ενώ αργότερα την ίδια ημέρα προσπάθησε να κρεμαστεί με καλώδιο στο μπαλκόνι της γιαγιάς της, αλλά σώθηκε μετά από επέμβαση της θείας της. Επανέλαβε δε την προσπάθεια αυτή στην πατρική της οικία, όπου έγινε εγκαίρως αντιληπτή από τον πατέρα της. Είχε αφήσει μάλιστα ιδιόγραφο σημείωμα με το εξής περιεχόμενο: «Σας αγαπάω! Την οικογένειά μου τη λατρεύω όλο τον κόσμο τον αγαπάω, δεν ξέρω ακόμα τι γίνεται, πάντως κάτι κακό, που δεν ξέρω. Σιγά, σιγά μαθαίνω αλλά είναι αργά». Μετά τα παραπάνω περιστατικά, ο πατέρας της συνάντησε ιατρό ψυχίατρο του Κρατικού θεραπευτηρίου Λέρου ο οποίος βρισκόταν τις ημέρες εκείνες στη Κάλυμνο στο πλαίσιο ενός εκπαιδευτικού σεμιναρίου και κατά την επικοινωνία του με τη θανούσα διαπίστωσε ότι αυτή βρισκόταν σε έντονη σύγχυση και διακατεχόταν από ακουστικές και οπτικές ψευδαισθήσεις, που της προκαλούσαν έντονο φόβο.

Το περιεχόμενο δε των ψευδαισθήσεων ήταν απειλητικό και απαξιωτικό, ενώ έλεγε συνεχώς ότι είναι τίμια, ότι δεν είναι αμαρτωλή και δεν απάτησε ποτέ τον Π. καθώς και ότι αυτοί που την κατηγορούν είναι στα βουνά και κατεβαίνουν εναντίον της. Ενόψει της κρισιμότητας της κατάστασής της ο παραπάνω ιατρός τόνισε στον πατέρα της ότι είναι αναγκαία η νοσηλεία της στο Κρατικό Θεραπευτήριο Λέρου προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος νέας απόπειρας να θέσει τέλος στη ζωή της, και συνέστησε παράλληλα τη λήψη αντιψυχολυτικού φαρμάκου, πλην όμως, σύμφωνα με την κατάθεση της αδελφής της, το έλαβε αυτό μόνο δύο φορές.

Οπως κατέθεσε, άλλωστε, ο ίδιος ιατρός ενώπιον του Ανακριτή, η χρήση ναρκωτικών ουσιών και, ιδίως, ινδικής κάνναβης, που ανιχνεύθηκε στο αίμα της θανούσας, είναι πιθανό να επιβάρυνε την κατάσταση της υγείας της και να επέτεινε τη συμπτωματολογία.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Κ. Ασλάνης.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου