Ειδήσεις

Η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου για τις μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής

Με απόφαση που εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στην ένδικη διαφορά ενός κατοίκου της Ρόδου, με την Εθνική Τράπεζα και συγκεκριμένα στην αξίωσή του για αποζημίωση ύψους 1.384.833.349.455,66 ευρώ, από ως τίμημα εξαγοράς του παθητικού μετοχών της “Τράπεζας της Ανατολής”.
Το δικαστήριο έκανε συγκεκριμένα δεκτή την ένσταση της τράπεζας για έλλειψη τοπικής αρμοδιότητας και έκρινε ότι η αγωγή οφείλει να υποβληθεί ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Σημειώνεται ότι η πλευρά του ενάγοντος προχώρησε στην υποβολή της αγωγής στη Ρόδο με δεδομένο ότι δεν ίσχυε η καταβολή δικαστικού ενσήμου για τη συζήτησή της στα Δωδεκάνησα.
Με δεδομένο πλέον ότι για τη συζήτηση της αγωγής, με κλήση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου ύψους 15.222.088.177,22 ευρώ θεωρείται απίθανο να επιχειρήσει ο ενάγων την εκ νέου συζήτησή της.
Θυμίζουμε εξάλλου ότι ο ενάγων δεν κινδυνεύει να του καταλογιστεί η δικαστική δαπάνη, σε περίπτωση ήττας, ύψους περίπου 23 εκατ. ευρώ, διότι μετέτρεψε την αγωγή του από καταψηφιστική σε αναγνωριστική.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», με την ίδια αγωγή ο Ροδίτης στρέφεται και κατά του γιου του, από τον οποίο διεκδικεί επικουρικά το ποσό των 132.000 ευρώ, που του είχε καταβάλει για την αγορά δύο μετοχών της “Τράπεζας της Ανατολής”.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου απέρριψε με την απόφασή του την αγωγή στο μέρος που στρεφόταν ο ενάγων κατά του γιού του.
Πιο συγκεκριμένα:
Στην αγωγή ο ενάγων αναφέρει συνοπτικά ότι αγόρασε από τον γιο του δύο τίτλους μετοχών, με αριθμούς 19379 και 19380, (των 125 χρυσών γαλλικών φράγκων η κάθε μία) της “Τράπεζας της Ανατολής”, η οποία συγχωνεύθηκε δια της με αριθμό 147611/1932 σύμβασης εξαγοράς και απορρόφησής της, από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε.. Με τη σύμβαση συγχώνευσης, προβλέφθηκε ότι θα διενεργηθεί ειδική εκκαθάριση, συνεπεία μεταβίβασης των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού από την «Τράπεζα της Ανατολής» στην «Εθνική Τράπεζα», με μόνο και αποκλειστικό σκοπό τον προσδιορισμό του τιμήματος εξαγοράς, για την απόδοσή του στους μετόχους της απορροφούμενης εταιρίας.
Η εκκαθάριση καίτοι προβλέφθηκε ότι θα έπρεπε να διενεργηθεί εντός δύο ετών από τη δημοσίευση της σύμβασης συγχώνευσης, δηλαδή εντός δύο ετών από την 31η Δεκεμβρίου του έτους 1932, με δυνατότητα παρατάσεως εφάπαξ ή αλληλοδιαδόχως, παρά ταύτα, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Στη σύμβαση συγχώνευσης, ορίζεται ρητά ότι μετά το πέρας της εκκαθάρισης, η Εθνική Τράπεζα θα πρέπει να καταβάλει το – σε εκάστη των 280.000 μετοχών της “Τράπεζας της Ανατολής” – αναλογούν, επιπλέον του προκαταβληθέντος ποσού, υπόλοιπο του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης, με παράλληλη παράδοση του τίτλου της μετοχής προς ακύρωση.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα η αξία εκάστης των μετοχών σήμερα αγγίζει τα 650 δισεκατομμύρια ευρώ!!
Η Εθνική Τράπεζα στις προτάσεις της που κατέθεσε τόνισε ότι δεν έχει βάση ο ισχυρισμός ότι η ειδική εκκαθάριση της περιουσίας της «Τράπεζας της Ανατολής» από το 1933 μέχρι σήμερα δεν έχει περαιωθεί. Ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι η ειδική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 1936 και ότι το αποτέλεσμά της όχι μόνο δεν κάλυψε τις προκαταβληθείσες 150 δρχ. ανά μετοχή, αλλά άφησε και υψηλό «άνοιγμα» σε βάρος της. Ισχυρίζεται ακόμη ότι μετά την εξαγορά, όλες οι μετοχές της «Τράπεζας της Ανατολής», ακυρώθηκαν.
Τόνισε εξάλλου ότι τα δικαιώματα που επικαλείται ο ενάγων φέρονται να υφίστανται από τη δεκαετία του 1930 και εξηγεί ότι οι επίμαχες διατάξεις νόμου του 1920 περί εκκαθαρίσεως δεν ήταν ποτέ, ούτε και το έτος 1932, ούτε και σήμερα, εφαρμοστέες στην υπό κρίση υπόθεση.
Η “ειδική εκκαθάριση” της «Τράπεζας της Ανατολής», όπως επισημαίνεται από την τράπεζα, αποτελούσε μια συμβατική διαδικασία, μια ενοχή από σύμβαση και δεν ήταν η κοινή εκκαθάριση ανώνυμης εταιρείας την οποία ρυθμίζει η νομοθεσία περί των ανωνύμων εταιρειών. Η Εθνική Τράπεζα υποστηρίζει ακόμη ότι τα ισχυριζόμενα περιουσιακά ενοχικά δικαιώματα του ενάγοντος από τους τίτλους της «Τράπεζας της Ανατολής» έχουν προ πολλού υποπέσει στην ανώτατη 20ετή παραγραφή.
Εξηγεί παραπέρα ότι σύμφωνα με το περιεχόμενο της σύμβασης συγχώνευσης η Εθνική Τράπεζα ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει στους μετόχους της «Τράπεζας Ανατολής» ως τίμημα εξαγοράς το ποσό των 200 δραχμών ανά μετοχή. Από το ποσό αυτό το ποσό των 50 δρχ. ήταν το τίμημα εξαγοράς της πελατείας της τράπεζας και οι 150 δρχ. η προκαταβολή έναντι του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης.
Η ειδική εκκαθάριση, όπως υποστηρίζει η Εθνική Τράπεζα, ήταν μια συμβατική και μόνο διαδικασία εξευρέσεως τυχόν πλεονάσματος της εξαγορασθείσας «Τραπέζας της Ανατολής» και ότι περαιώθηκε το Δεκέμβριο του 1936.
Υποστηρίζει επιπλέον ότι όλες οι μετοχές έχουν ακυρωθεί ήδη από την 31η Δεκεμβρίου 1932, ότι η εκκαθάριση περατώθηκε το Δεκέμβριο του 1936 με αποτέλεσμα αρνητικό κατά 266.982.062,04 δρχ., δηλαδή όχι μόνο δεν κάλυψε τις προκαταβληθείσες 150 δρχ ανά μετοχή, αλλά άφησε και μεγάλο “άνοιγμα” εις βάρος της Εθνικής Τράπεζας.
Ο συνήγορος της Εθνικής Τράπεζας, παρουσίασε μάλιστα στο δικαστήριο εκτυπώσεις από το διαδικτυακό κατάστημα ebay στο οποίο πωλούνται ως ιστορικά κειμήλια μετοχές της Ανατολής έναντι ευκαταφρόνητων ποσών.
Ο ενάγων διατείνεται μεταξύ άλλων ότι κακώς η Τράπεζα θεωρεί ότι ζητά την προκαταβολή του ενεργητικού, αφού το αίτημα της αγωγής είναι η καταβολή του παθητικού, τοκιζόμενου με 7% ετησίως, όπως αυτό κατατέθηκε σε αλληλόχρεο λογαριασμό υπέρ των κομιστών των μετοχών της «Τράπεζας Ανατολής» σύμφωνα με άρθρο της σύμβασης συγχώνευσης.
Σύμφωνα δε με τον δημοσιευθέντα ισολογισμό της «Τράπεζας της Ανατολής» κατά το έτος 1932 (έτος κατά το οποίο έγινε η συγχώνευση) το παθητικό της ανερχόταν στο ποσό των 83.451.093,90 χρυσών γαλλικών φράγκων, ποσό το οποίο θα τοκιζόταν με σταθερό επιτόκιο 7% ετησίως, έως ότου οι μέτοχοι εμφανίσουν τις μετοχές τους στην Εθνική Τράπεζα και εισπράξουν την αξία τους απ’ αυτή, μετά την περάτωση της εκκαθάρισης.
To δικαστήριο έκρινε συγκεκριμένα ότι η αγωγή κατά του γιού του ενάγοντος κατά την κύρια βάθη της, που τείνει    να    θεμελιωθεί    στην    αδικοπρακτική    και    δη    στην    απατηλή συμπεριφορά του κατά την κατάρτιση της σύμβασης πώλησης των μετοχών, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη.
Τούτο δε διότι   σε   κανένα   σημείο   του   αγωγικού   δικογράφου   δεν   περιλαμβάνονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να συνιστούν εκδήλωση εκ μίσους του πρώτου εναγομένου κάποιας παράνομης και υπαίτιας (εκ δόλου ή αμέλειας) συμπεριφοράς εις βάρος του ενάγοντος, η οποία να συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία  που   αυτός   ισχυρίζεται   ότι   υπέστη,   ενώ   πολύ  περισσότερο   δεν αναφέρονται   ούτε   κάποια   δόλια   μέσα   ή   τεχνάσματα   τα   οποία   αυτός χρησιμοποίησε   προκειμένου   να   εξαπατήσει   τον   ενάγοντα,   έτσι   ώστε  ο τελευταίος να προβεί στη σύναψη της σύμβασης αγοραπωλησίας των εν λόγω μετοχών.
Σημειώνεται ότι το δικαστήριο συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης τράπεζας.
Την αγωγή υπέβαλε ο δικηγόρος κ. Γιάννης Καραμιχάλης και την τράπεζα εκπροσώπησε ο δικηγόρος κ. Φώτης Κωστόπουλος.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου